Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ξένη Λογοτεχνία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ξένη Λογοτεχνία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 7 Φεβρουαρίου 2023

ΠΡΙΝ ΧΑΘΟΥΝ ΤΑ ΠΟΥΛΙΑ, της Σάρλοτ ΜακΚόναχι

ΠΡΙΝ ΧΑΘΟΥΝ ΤΑ ΠΟΥΛΙΑ, της Charlotte McConaghy

Μυθιστόρημα

Μετάφραση: Κλαίρη Παπαμιχαήλ

Εκδόσεις:      Μεταίχμιο, 2021

Σελίδες:         389

 


Οπισθόφυλλο: «Η Φράνι Στόουν ανέκαθεν ήταν ικανή να αγαπήσει αλλά ανίκανη να μείνει. Αφήνοντας πίσω της τα πάντα εκτός από τον ερευνητικό εξοπλισμό της, φτάνει στη Γροιλανδία με έναν και μοναδικό σκοπό: να ακολουθήσει τα τελευταία αρκτικά γλαρόνια που έχουν απομείνει στον κόσμο, στην τελευταία τους, ίσως, αποδημία στην Ανταρκτική. Η Φράνι πείθει το πλήρωμα ενός αλιευτικού σκάφους να την πάρει μαζί του και έτσι σαλπάρουν ενώ απομακρύνονται όλο και περισσότερο από τη στεριά και την ασφάλεια. Καθώς όμως η ιστορία της Φράνι αρχίζει να ξετυλίγεται –ένας παθιασμένος έρωτας, μια απούσα οικογένεια, ένα ολέθριο έγκλημα– γίνεται ξεκάθαρο ότι κυνηγάει πολλά περισσότερα από τα πουλιά. Όταν τα σκοτεινά μυστικά της Φράνι αποκαλύπτονται, θα κληθεί να αποφασίσει τι είναι διατεθειμένη να ρισκάρει για μια ακόμα ευκαιρία εξιλέωσης. Επικό και βαθύ, σπαρακτικό και λυτρωτικό, το ΠΡΙΝ ΧΑΘΟΥΝ ΤΑ ΠΟΥΛΙΑ, είναι μια ωδή στους άγριους τόπους και σε έναν κόσμο που χάνεται, αλλά και μια ιστορία για τη δυνατότητα της ελπίδας ενάντια σε όλες τις πιθανότητες, που κόβει την ανάσα.»

Το μυθιστόρημα ΠΡΙΝ ΧΑΘΟΥΝ ΤΑ ΠΟΥΛΙΑ της Σάρλοτ ΜακΚόναχι, είναι ένα εξαιρετικό, σύγχρονο κοινωνικό μυθιστόρημα με έντονη οικολογική ευαισθησία, στο πλαίσιο των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής. Ατμοσφαιρικό και αγωνιώδες, με πλοκή γεμάτη δράση και περιπέτεια, μυστικά και τραύματα, τίθεται σε κίνηση από την αγάπη για τη Φύση και τον έρωτα για έναν σύντροφο. Οι χαρακτήρες του είναι ξεχωριστοί, βιώνουν ασυνήθιστες καταστάσεις και αντιμετωπίζουν αφάνταστες δυσκολίες και εμπόδια. Η γλώσσα είναι  σύγχρονη, ζωντανή και μοντέρνα, οι διάλογοι φυσικοί. Είναι γεμάτο ολοζώντανες περιγραφές και συγκλονιστικές σκηνές που γεννούν δυνατά συναισθήματα στον αναγνώστη. «Πραγματικά ακούς τους παγετώνες να σπάνε και τις διαπεραστικές κραυγές των αρκτικών γλαρονιών από πάνω τους». (Vulture)

Το μυθιστόρημα είναι χωρισμένο σε τρία μέρη και 29 κεφάλαια. Η αφήγηση, σε πρώτο πρόσωπο και χρόνο ενεστώτα, έχει αμεσότητα και βοηθάει τον αναγνώστη να ταυτιστεί. Η εξιστόρηση στο παρόν εναλλάσσεται με αναδρομές στο παρελθόν, και οι τόποι όπου διαδραματίζονται τα γεγονότα είναι διαφορετικοί, αναλόγως με τον χρόνο στον οποίο αναφέρονται:

Στο παρόν, η δράση ξεκινάει από το Τασιιλάκ της Γροιλανδίας, συνεχίζει στον Βόρειο Ατλαντικό, τη Νέα Γη και Λαμπραντόρ, στον Ισημερινό, ακολουθεί τις Ακτές της Βραζιλίας, τις Ακτές της Αργεντινής, έως τον Νότιο Ατλαντικό, την Ανταρκτική και τις θάλασσές της.





Στις αναδρομές στο παρελθόν η δράση εξελίσσεται στην Ιρλανδία (Γκολγουέι, φυλακές Λίμερικ, Ντούλιν και Δουβλίνο),  στη Νέα Νότια Ουαλία της Αυστραλίας, το Τροντχάιμ Νορβηγίας, το Εθνικό Πάρκο Γελοουστόουν των ΗΠΑ, και τα Εθνικά Πάρκα Εδιμβούργου και Κέρνγκορμς της Σκωτίας.




Αφηγήτρια της ιστορίας είναι η 35χρονη Φράνι, η οποία έχει θέσει στόχο ζωής να ακολουθήσει το τελευταίο ίσως ταξίδι των τελευταίων αρκτικών γλαρονιών, στην αποδημία τους για την Ανταρκτική.

 Ποια είναι τα αρκτικά γλαρόνια και ποια η πορεία της αναπόφευκτης αποδημίας τους;

Το αρκτικό γλαρόνι ή στέρνα (Sterna paradisaea) αναπαράγεται κατά τη διάρκεια του αρκτικού καλοκαιριού, από την Ισλανδία μέχρι την Αλάσκα. Πριν πέσει η πολύμηνη νύχτα το φθινόπωρο, τα γλαρόνια πετούν προς το Νότο για να φτάσουν τελικά στην άλλη άκρη της Γης. Ανάμεσα στον Απρίλιο και το Μάιο, παίρνουν το δρόμο της επιστροφής. Τα αρκτικά γλαρόνια δεν ακολουθούν ευθύγραμμη πορεία πάνω από τον Ατλαντικό, αλλά μια διαδρομή σε σχήμα «S», επειδή εκμεταλλεύονται τα συστήματα ανέμων που επικρατούν.

Το απίστευτο ταξίδι τους χαρτογραφήθηκε χάρη στις μικροσκοπικές συσκευές εντοπισμού που ανέπτυξε η βρετανική αποστολή στην Ανταρκτική (British Antarctic Survey): έχουν βάρος μόλις 1,4 γραμμάρια, περίπου όσο ένας συνδετήρας, τοποθετούνται στο πόδι των πτηνών και καταγράφουν καθημερινά τη θέση τους. Τα αποθηκευμένα δεδομένα ανακτώνται, όταν οι ερευνητές αιχμαλωτίζουν τις στέρνες μετά την επιστροφή τους στα πάτρια εδάφη.

Οι ορνιθολόγοι γνώριζαν ότι τα αρκτικά γλαρόνια πετούν κάθε χρόνο αποστάσεις-ρεκόρ ανάμεσα στην Αρκτική και την Ανταρκτική, δεν γνώριζαν όμως ότι τα μικρά αυτά πτηνά διανύουν στην πραγματικότητα 80.000 χλμ σε κάθε μετανάστευση μετ’ επιστροφής. «Πρόκειται για ασύλληπτο κατόρθωμα για ένα πουλί που ζυγίζει λίγο περισσότερο από 100 γραμμάρια», λένε οι ερευνητές.

Δεδομένου ότι τα αρκτικά γλαρόνια ζουν έως και 34 χρόνια, η συνολική απόσταση που διανύουν στη ζωή τους μπορεί να φτάνει τα 2,4 εκατομμύρια χιλιόμετρα, όσο τρία ταξίδια στο φεγγάρι μετ’ επιστροφής. «Επιπροσθέτως, όποτε τα αρκτικά γλαρόνια βρίσκονται στους πόλους είναι καλοκαίρι, και επομένως βλέπουν ετησίως το φως του ήλιου περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο πλάσμα.

 


Η αφήγηση, λοιπόν,  ξεκινάει στο σήμερα στη Γροιλανδία, στο Τασιιλάκ, κατά την περίοδο φωλιάσματος. Η Φράνι, έχοντας τοποθετήσει τους δακτυλίους γεωεντοπισμού στα πόδια τριών πουλιών, αναζητάει ένα αλιευτικό σκάφος που θα μπορούσε να την πάρει μαζί του, ώστε να ακολουθήσει τα πουλιά στο ταξίδι τους. Καταφέρνει να πείσει τον καπετάνιο του αλιευτικού «Σάγκανι» (Κοράκι), τον Ένις Μαλόουν, από την Αλάσκα, 49 ετών, ότι ακολουθώντας τα πουλιά θα οδηγηθεί να πιάσει «τη χρυσή ψαριά». Έτσι η Φράνι εντάσσεται στο ετερόκλητο πλήρωμα που το αποτελούν ο υποπλοίαρχος Άνικ, ο Μπάζιλ, ο Μάλαχαϊ με τον Ντέισιμ και η μηχανικός Λέα, νέοι στην ηλικία, καθώς και ο 65άρης Σάμιουελ.

Σε ένα ταξίδι όμως τα πράγματα δεν εξελίσσονται πάντα όπως τα έχουμε σχεδιάσει. Σχεδόν κάθε φορά, κάτι θα προκύψει, κάτι ξαφνικό και απρόβλεπτο. Έτσι και τώρα, στο ταξίδι του αλιευτικού «Σάγκανι», τα γεγονότα θα είναι πολλά και καταιγιστικά, και οι δυσκολίες που θα κληθούν όλοι να αντιμετωπίσουν, μεγάλες έως ανυπέρβλητες. Πώς θα μπορούσε άλλωστε να προγραμματίσει κανείς στην εντέλεια το ταξίδι ενός σκάφους στον Ατλαντικό Ωκεανό με τα μεγάλα βάθη και τα αντίρροπα ρεύματα;

Με την επιβίβαση της Φράνι στο αλιευτικό Σάγκανι και τον απόπλου, αρχίζει μια συγκλονιστική περιπέτεια με δύο όψεις. Η μία όψη αφορά όχι μόνο στην επιβίωση και τον αγώνα των ανθρώπων να κυριαρχήσουν, να τιθασεύσουν τη θάλασσα και τα άλλα στοιχεία της Φύσης, οι μεν ναυτικοί για να βρουν τους πόρους που θα θρέψουν την οικογένειά τους, η δε Φράνι για να εκπληρώσει το σκοπό της, αλλά αφορά επίσης στην επιβίωση των θαλασσίων πλασμάτων και των αποδημητικών πτηνών, μέχρι να/και προκειμένου να φτάσουν στον προορισμό τους.

Η δεύτερη όψη αυτής της περιπέτειας αφορά στον εσωτερικό κόσμο της ηρωίδας και στην διαρκή πάλη της με το τραυματικό παρελθόν της, με την ιδιοσυγκρασία της που την καθιστά ανήμπορη να στεριώσει σε έναν τόπο και να παραμείνει κοντά στον άνθρωπο που αγαπά, αν και δεν παύουν στιγμή τα βαθιά αισθήματά της γι’ αυτόν, αντιθέτως την ωθεί στην περιπλάνηση και σε ριψοκίνδυνες, σχεδόν αυτοκτονικές, κινήσεις, και γενικά στην πάλη της με τον κρυφό, σκοτεινό εαυτό της. Κάποια στιγμή θα γίνει αντιληπτό ότι επιδιώκει κάτι περισσότερο από την πορεία των γλαρονιών. Το παρελθόν της Φράνι και οι εσωτερικές συγκρούσεις της φανερώνονται σταδιακά στον αναγνώστη, μέσω των τακτικών αναδρομών της ίδιας στα παρελθόντα χρόνια, και μέσω των γραπτών της εξομολογήσεων.


Ο κεντρικός χαρακτήρας είναι φυσικά η Φράνι Στόουν-Λιντς και ακολουθούν ο Νάιαλ Λιντς και ο πλοίαρχος Ένις Μαλόουν.

Η Φράνι είναι μια ξεχωριστή ηρωίδα, μοντέρνα, ασυνήθιστη, την τρώνε οι πατούσες της για νέους δρόμους, περιπλανήσεις και περιπέτειες. Αγαπάει τα ζώα, τα πουλιά, τα ψάρια, όλο το ζωικό βασίλειο. Πρόκειται για μια αγάπη με σκληρό τίμημα, όπως αποδεικνύεται.  Αντιλαμβάνεται με θλίψη ότι τα ζώα πεθαίνουν και σύντομα θα είμαστε ολομόναχοι σ’ αυτόν εδώ τον πλανήτη. Αναρωτιέται τι θα συμβεί όταν βρεθούμε σ’ αυτή τη μοναξιά.

Αν και ίσως δεν είναι εύκολο για τον αναγνώστη να ταυτισθεί με την τολμηρή και γενναία Φράνι, ωστόσο τού κινεί το ζωηρό ενδιαφέρον, την περιέργεια και την συμπόνοια από την αρχή, και τα διατηρεί κυριολεκτικά μέχρι την τελευταία σελίδα. Κάποιες φορές η Φράνι τον τρομάζει κιόλας με τις παράξενες αντιδράσεις και τις ριψοκίνδυνες πράξεις της, ωστόσο τον προβληματίζει, τον κάνει να σκεφτεί και σχεδόν τον αναγκάζει να ανοίξει τα μάτια του, να δει και να αντιμετωπίσει την πραγματικότητα,  να αναρωτηθεί για τις ευθύνες που αναλογούν στον καθένα.

Η ίδια σε κάποιο σημείο της αφήγησης παραδέχεται: «…είμαι παρορμητική και ευμετάβλητη και αεικίνητη, αυτές όμως είναι καλοσυνάτες λέξεις για μια πιο στυγνή αλήθεια». Ποια είναι αυτή η «στυγνή αλήθεια» και πότε θα φανερωθεί;

Γράφει γράμματα στον αγαπημένο σύζυγό της, τον Νάιαλ, για να μοιραστεί μαζί του αυτά που ζει και νιώθει, αλλά ποτέ δεν τα στέλνει, με αποτέλεσμα η στοίβα τους να μεγαλώνει. Προσπαθεί να μην θυμάται τα λάθη, αλλά μόνο τις γλυκές στιγμές μαζί του και να περιμένει ότι θα ζήσουν μαζί και άλλες όμορφες στιγμές.

 Ο Νάιαλ Λιντς, από την άλλη πλευρά, πανεπιστημιακός καθηγητής, σύζυγος της Φράνι, θα μπορούσε να είναι ο εκπρόσωπος της ιδανικής αγάπης. Γενναιόδωρος και τρυφερός, τρέφει μεγάλη αγάπη για τη Φράνι. Κανένα σκοτάδι της αγαπημένης του δεν τον ενοχλεί, τίποτα δεν τον διώχνει μακριά της. Ό,τι κι αν ακούσει, ό,τι κι αν δει στη συμπεριφορά της, ό,τι κι αν μάθει για τη ζωή της, παραμένει σταθερός στην αγάπη του, βράχος ακλόνητος στο πλάι της, προσπαθεί να λύσει ζητήματα, να επουλώσει πληγές, να προστατέψει τη Φράνι.

 Ο τρίτος κύριος χαρακτήρας, ο πλοίαρχος Ένις Μαλόουν, είναι αυτάρκης, σταθερός, επιβλητικός και έμπειρος. Στηρίζει το πλήρωμά του, συμπάσχει μαζί τους, είναι ικανός για δύσκολες αποφάσεις και έχει να γιατρέψει τις δικές του κρυφές πληγές. Ελπίζει ότι τα αρκτικά γλαρόνια, στην αναζήτηση της τροφής τους, θα τον οδηγήσουν σε μια πλούσια ψαριά που θα τον βοηθήσει στην επίλυση των οικογενειακών του προβλημάτων.

 Το μυθιστόρημα ΠΡΙΝ ΧΑΘΟΥΝ ΤΑ ΠΟΥΛΙΑ, της Σάρλοτ ΜακΚόναχι, είναι ένα βιβλίο για την αγάπη προς τη Φύση, για τον έρωτα, τη φιλία, το τραύμα και την απώλεια, τη λύτρωση και την ελπίδα.


Στις σελίδες του:

Υπάρχουν λογοτεχνικές αναφορές στον Σάιμους Χίνι, τον Μπάιρον, τον Κιτς, τη Μάργκαρετ Άτγουντ, και τον Πέρση ποιητή Ρουμί, με τα λόγια του οποίου, «Ξέχνα την ασφάλεια. Ζήσε εκεί όπου φοβάσαι να ζήσεις», ξεκινάει το βιβλίο.

Η βία και η τρυφερότητα εναλλάσσονται αδιάκοπα.

Η παρόρμηση για την περιπλάνηση αντιπαρατίθεται με την ανάγκη για μια σταθερή εστία και την ανάγκη να ανήκει κανείς κάπου.

Η περιπλάνηση διαφοροποιείται από τη φυγή.

Υπενθυμίζεται ότι το οικογενειακό περιβάλλον παίζει τον πιο σημαντικό ρόλο στην υγιή ανάπτυξη του παιδιού, ότι το παιδί χρειάζεται τους γονείς του, την σταθερότητα, την αγάπη και την προστασία τους, για να έχει την αίσθηση ότι ανήκει κάπου και να αποκτήσει αυτοπεποίθηση και υπευθυνότητα, έτσι ώστε να ανθίσουν όλα τα καλά που φέρει μέσα του.

Τονίζεται, επίσης, ο ρόλος των οικογενειακών μυστικών, που υποσκάπτουν τη συναισθηματική ισορροπία του παιδιού, και πόσο μακρύς και δύσκολος είναι ο δρόμος για την επούλωση ενός παιδικού τραύματος.

Δίνεται απάντηση στο ερώτημα της αληθινής αγάπης, και ναι, η αληθινή αγάπη, η άνευ όρων και με απόλυτο σεβασμό αγάπη, είναι δύσκολη και γι’ αυτόν το λόγο, σπάνια, όμως υπάρχει. Το βιβλίο είναι ένας ύμνος στην αγάπη για έναν άνθρωπο και έναν πλανήτη.

Αναδεικνύεται η αξία της φιλίας. Οι φιλικές σχέσεις που διαμορφώνονται πάνω στο «Σάγκανι», η στήριξη, η συμπαράσταση και ο αλτρουισμός που επιδεικνύεται στις δύσκολες καταστάσεις, πότε από τον έναν και πότε από τον άλλον, το δέσιμο της Φράνι με τη Λέα και τον Ένις, μας συγκινούν βαθύτατα, και επιβεβαιώνουν αυτό που η ίδια η Φράνι εξομολογείται σε κάποιο γράμμα της προς τον Νάιαλ: «… πιστεύω ότι υπάρχει νόημα [στη ζωή] και ζει μέσα στη φροντίδα, στην προσπάθεια να κάνουμε γλυκύτερη τη ζωή τόσο για μας όσο και για τους γύρω μας».

Εκτός από το νόημα της ζωής, ο αναγνώστης θα διερωτηθεί και για την αξία της ζωής. Αξίζει περισσότερο η ζωή μιας σπάνιας λευκής κουκουβάγιας ή ενός άλλου είδους, από τη ζωή ενός ανθρώπου, ή το αντίθετο, και γιατί. Μια έμμεση διφορούμενη απάντηση δίνεται σε κάποιο σημείο του βιβλίου: «Η επίδραση μιας ζωής μπορεί να υπολογιστεί από το τι προσφέρει στον κόσμο και τι αφήνει πίσω, αλλά και από το τι κλέβει από τον κόσμο».

Ο αναγνώστης θα συνειδητοποιήσει επίσης την καταστροφή που επέφερε η υπεραλίευση και γενικότερα η εξάντληση των φυσικών πόρων, εξ αιτίας της ανθρώπινης απληστίας και κοιλιοδουλίας. Το βιβλίο είναι μια κραυγή για τα είδη του ζωικού βασιλείου που χάνονται, για τη γη που ερημώνεται, για τον άνθρωπο που μοιραία, αν συνεχίσει έτσι και δεν αλλάξει νοοτροπία και συμπεριφορά, θα καταδικαστεί στη μοναξιά, στην ερημιά.

Το τέλος του βιβλίου φέρνει εκτός από τη λύτρωση της ηρωίδας και ένα λυτρωτικό ελπιδοφόρο συμπέρασμα για τον αναγνώστη και το μέλλον: «Δεν χάθηκαν όλα. Υπάρχει ακόμα η άγρια φύση. Μπορούμε να τη φροντίσουμε, αν είμαστε αρκετά θαρραλέοι».

 

ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ:

Η Charlotte McConaghy (Σάρλοτ ΜακΚόναχι) είναι συγγραφέας βιβλίων επιστημονικής φαντασίας και fantasy. Έχει σπουδάσει σεναριογραφία στην Αυστραλία, και έχει βραβευτεί από την Εταιρεία Αυστραλών Συγγραφέων (Australian Writer's Guild) για το σενάριό της με τίτλο Fury. Ζει στο Σίδνεϊ, όπου ασχολείται και με διάφορα τηλεοπτικά και κινηματογραφικά πρότζεκτ. Το «Πριν χαθούν τα πουλιά» είναι το πρώτο της βιβλίο ενηλίκων, το οποίο προέκυψε από την αγάπη της συγγραφέα για την άγρια φύση και την ανησυχία της για την εξελισσόμενη εξαφάνιση των ειδών. Ατμοσφαιρικό και καθηλωτικό, το μυθιστόρημα ΠΡΙΝ ΧΑΘΟΥΝ ΤΑ ΠΟΥΛΙΑ, της Σάρλοτ ΜακΚόναχι, δημοσιεύτηκε σε περισσότερες από 20 γλώσσες σε όλο τον κόσμο και σύντομα θα διασκευαστεί για τον κινηματογράφο.



ΠΗΓΕΣ:

·         https://wblog.wiki/el/Arctic_tern

·        https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%91%CE%BD%CF%84%CE%B1%CF%81%CE%BA%CF%84%CE%B9%CE%BA%CE%AE

·  https://polarpedia.eu/el/%CE%BC%CE%B5%CF%84%CE%B1%CE%BD%CE%B1%CF%83%CF%84%CE%B5%CF%85%CF%84%CE%B9%CE%BA%CE%AC-%CE%B1%CF%80%CE%BF%CE%B4%CE%B7%CE%BC%CE%B7%CF%84%CE%B9%CE%BA%CE%AC-%CF%80%CF%84%CE%B7%CE%BD%CE%AC/

·         https://www.charlottemcconaghy.com/home

·         Συνέντευξη: https://poli-k.net/sarlot-makkonachi-oso-pio-poly-noiazo/

·         https://www.amazon.com/Life-Earth-Natural-David-Attenborough/dp/0316057452

 

Πρώτη δημοσίευση: https://www.loutraki365.gr/blog/post/i-aggeliki-mpoyliari-proteineiprin-hathoyn-ta-poylia-sarlot-makkonahi


Τετάρτη 8 Ιουνίου 2022

ΓΗ ΠΟΥ ΧΑΝΕΤΑΙ, της Τζούλια Φίλιπς

 

ΓΗ ΠΟΥ ΧΑΝΕΤΑΙ, της Τζούλια Φίλιπς

Είδος: Μυθιστόρημα (Κοινωνικό-Αστυνομικό)

Μετάφραση: ΙΩΑΝΝΑ ΗΛΙΑΔΗ

Εκδόσεις: ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ

Σελίδες: 459

 


«Ένα αυγουστιάτικο απόγευμα, στην ακτογραμμή της χερσονήσου της Καμτσάτκα στο βορειοανατολικό άκρο της Ρωσίας, δύο κοριτσάκια –αδελφές, οκτώ και έντεκα χρόνων- εξαφανίζονται. Καθώς οι εβδομάδες δίνουν τη θέση τους στους μήνες και η αστυνομική έρευνα αποβαίνει άκαρπη, ο απόηχος της εξαφάνισης φτάνει απ’ άκρη σ’ άκρη αυτής της σφιχτοδεμένης κοινότητας, με τις γυναίκες να είναι αυτές που νιώθουν βαθύτερα τον φόβο και την απώλεια.

Μέσα από τη θαυμάσια χορογραφημένη αφήγηση, με το νήμα της εξαφάνισης στο φόντο, και σε πρώτο πλάνο τις εξαιρετικά σκιαγραφημένες γυναικείες μορφές και το γλαφυρά απεικονισμένο τοπίο της αποµακρυσµένης σιβηρικής χερσονήσου της Καμτσάτκα, η συγγραφέας µεταφέρει τους αναγνώστες σ’ αυτόν τον παράξενο και σαγηνευτικό τόπο, πλάθοντας εικόνες σκληρής οµορφιάς, και κατορθώνει να αποδώσει τις πολυπλοκότητες μιας περιοχής, όπου οι κοινωνικές και εθνοτικές εντάσεις σιγοβράζουν από καιρό, και όπου οι ξένοι συχνά είναι οι πρώτοι που θα κατηγορηθούν.

Το αριστοτεχνικό αυτό μυθιστόρημα, γραμμένο με ενσυναίσθηση και φαντασία, διερευνά τους περίπλοκους οικογενειακούς και κοινοτικούς δεσμούς σε μια Ρωσία διαφορετική από οτιδήποτε έχουμε δει ως τώρα και καθηλώνει τον αναγνώστη.» [Οπισθόφυλλο]

 

Η ΓΗ ΠΟΥ ΧΑΝΕΤΑΙ, της Τζούλια Φίλιπς, είναι ένα εξαιρετικό μυθιστόρημα, αριστοτεχνικά γραμμένο, με αξιοθαύμαστη ενσυναίσθηση, ακρίβεια και πρωτοτυπία. Θα σταθώ σ’ αυτό το τελευταίο χαρακτηριστικό, λέγοντας πως κατ’ αρχήν δεν πρέπει να περιμένετε ένα τυπικό μυθιστόρημα μυστηρίου, πράγμα που σαφώς θα το κατέτασσε στην κατηγορία του αστυνομικού.  Η συγγραφέας, πέρα από το πρόβλημα που ζητάει τη λύση του, επεκτείνεται στην τοπική κοινωνία και στις προσωπικές ιστορίες των πολλών χαρακτήρων της, χτίζει τα προφίλ τους και περιγράφει τις κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες που επικρατούν, με περισσή οξυδέρκεια, πράγμα που ευλόγως θα το κατέτασσε, επίσης, στην σφαίρα του κοινωνικού μυθιστορήματος.


Πρωτότυπη είναι και η επιλογή του τόπου της ιστορίας στη ΓΗ ΠΟΥ ΧΑΝΕΤΑΙ. Πρόκειται για την μακρινή Χερσόνησο Καμτσάτκα, η οποία  βρίσκεται στην Βόρειο-Ανατολική Ρωσία, πάνω από την Ιαπωνία και κάτω από την Αλάσκα -ανήκει στην Ρωσική Ομοσπονδία. Βρέχεται από τον Ειρηνικό Ωκεανό, την Βερίγγειο Θάλασσα και τη Θάλασσα του Οχότσκ.




Είναι γη παγωμένη για πολλούς μήνες το χρόνο, σεισμογενής, με ενεργά ηφαίστεια, ιαματικές πηγές και θερμοπίδακες. Απομονωμένη και δύσβατη. Προσβάσιμη μόνο μέσω θαλάσσης ή αέρος, καθώς  διαθέτει μόνο δύο βασικούς δρόμους κακής ποιότητας, μήκους 1.500 χλμ. Πρωτόγονης ομορφιάς, με πλούσια χλωρίδα και πανίδα. Η άγρια πανίδα της περιλαμβάνει αρκούδες, φώκιες, θαλασσίους λέοντες, φάλαινες όρκες και εκατοντάδες είδη πουλιών που φωλιάζουν στις ακτές.

Έχει έκταση 270.000 τ. χλμ. και είναι αραιοκατοικημένη. Η πλειοψηφία των 322.000 κατοίκων είναι Ρώσοι, ενώ υπάρχουν και 13.000 αυτόχθονες (Βόρειες φυλές, όπως Κοριάκες, Εβένοι, Τσούκτσι, Νεμελάν, Ιτελμένοι). Ο μισός και πλέον πληθυσμός είναι συγκεντρωμένος στην πρωτεύουσα Πετροπάβλοφσκ (180.000 κάτοικοι), η οποία είναι χτισμένη σε ένα λεκανοπέδιο που ορίζεται από ηφαίστεια και βουνά, μπροστά τον κόλπο Αβάτσα. Είναι εκεί ακριβώς, σε μια ακτή του κόλπου Αβάτσα, όπου χάνονται τα ίχνη των δύο αδερφών. Η πόλη δεν συνδέεται με κανένα οδικό δίκτυο εξωτερικού, το αεροδρόμιό της ονομάζεται Γιελίζοβο και βρίσκεται σε απόσταση 32 χλμ.



Εκτός από το Πετροπάβλοφσκ, άλλες δύο τοποθεσίες κατέχουν σημαντική θέση στο μυθιστόρημα: Η μία είναι η Παλάνα, στα δυτικά της χερσονήσου Καμτσάτκα, όπου βρίσκεται ο μεγαλύτερος οικισμός των αυτοχθόνων Κοριάκων, με 4.000 κατοίκους. Διαρρέεται από τον ομώνυμο ποταμό, απέχει περισσότερο από 500 χλμ. από το Πετροπάβλοφσκ και διαθέτει αεροδρόμιο.

Η άλλη τοποθεσία είναι το Έσο, ένα χωριό στο κεντρικό τμήμα της χερσονήσου Καμτσάτκα, από τα πιο γραφικά χωριά της Ρωσίας. Διοικητικό κέντρο της περιφέρειας. Απέχει 320 χλμ. από το Πετροπάβλοφσκ και 6.500 χλμ. από τη Μόσχα. Βρίσκεται στη σύγκλιση δύο ποταμών, του Μπίστραγια και του Ούκσικαν. Διαθέτει ιαματικές πηγές οι οποίες θερμαίνουν μια εξωτερική πισίνα στο κεντρικό τμήμα του χωριού. Εκεί βρίσκονται το Φυσικό Πάρκο Μπιστρίνσκι και το Εθνογραφικό Μουσείο Μπιστρίνσκι, το μοναδικό εθνογραφικό μουσείο της Καμτσάτκα. Το Εθνογραφικό Μουσείο τεκμηριώνει τις παραδόσεις και την αρχιτεκτονική των αυτοχθόνων λαών, Εβένων και Κοριάκων, καθώς και εκείνες των Ρώσων και Κοζάκων εποίκων.








Η δομή του μυθιστορήματος χαρακτηρίζεται επίσης από πρωτοτυπία. Χωρίζεται σε δώδεκα κεφάλαια με το όνομα του κάθε μήνα στη σειρά, ξεκινώντας από τον Σεπτέμβριο, οπότε χάθηκαν οι δύο μικρές αδερφές Σολόφσκαγια. Αφιερώνει ένα ξεχωριστό κεφάλαιο στην Πρωτοχρονιά και καταλήγει στον Ιούλιο του επομένου έτους.


Στο πρώτο κεφάλαιο του Σεπτεμβρίου, η συγγραφέας εστιάζει στην σχέση των δύο ανηλίκων κοριτσιών, στην βόλτα τους στην ακτή και τέλος στην εξαφάνισή τους, με εγκιβωτισμένη μια φοβερή και παράξενη ιστορία για τη γη που χάθηκε, την πόλη που την πήρε η θάλασσα, την οποία αφηγείται η μεγαλύτερη αδερφή, η Αλιόνα, στην μικρότερη Σοφία. Ταυτοχρόνως, έχουμε μια εξαιρετική περιγραφή του τοπίου. Μέσα σε δέκα σελίδες πληροφορούμαστε πολλά για τον τόπο όπου συνέβη το γεγονός, το Πετροπάβλοφσκ, πρωτεύουσα της Καμτσάτκα. 

Οι πληροφορίες είναι εντέχνως διασκορπισμένες μέσα στην αφήγηση της συγγραφέα και μας μιλούν για το μεγάλο σεισμό του 1997, για τις πενταώροφες σοβιετικές πολυκατοικίες, τους ουρανοξύστες, τη βραχώδη ακτή με τους υπαίθριους πωλητές φαγητού και τα περιστασιακά σκουπίδια της παραλίας, το νεώριο, την κεντρική πλατεία με το άγαλμα του Λένιν και στο βάθος την μπλε κορυφή ενός ηφαιστείου. 

Αξίζει να σημειωθεί ότι η Τζούλια Φίλιπς στις περιγραφές της δεν παραλείπει καμία αίσθηση. Περιγράφει τα χρώματα, τα σχήματα, τις μυρωδιές, τους ήχους, την τραχύτητα, με την ίδια ακρίβεια με την οποία διεισδύει στον εσωτερικό κόσμο των γυναικών της ιστορίας της και μέσα από εκείνες αποκαλύπτει επίσης τον αντρικό κόσμο που τις περιβάλλει.

Στα κεφάλαια που ακολουθούν όμως,  η συγγραφέας παύει να ακολουθεί την τύχη των δύο κοριτσιών, όπως θα περίμενε κανείς σε ένα τυπικό αστυνομικό μυθιστόρημα. Η ΓΗ ΠΟΥ ΧΑΝΕΤΑΙ της Τζούλια Φίλιπς δεν ακολουθεί  την αναμενόμενη διαδρομή με κατεύθυνση την επίλυση του μυστηρίου, αντιθέτως, στα αμέσως επόμενα κεφάλαια εισάγονται νέοι χαρακτήρες και νέες ιστορίες, ειπωμένες από την οπτική γωνία διαφορετικών αφηγητών και πάντα με φόντο την εξαφάνιση, ενώ η συγγραφέας εστιάζει στο πώς διαμορφώθηκε η κοινωνική και συναισθηματική ζωή, κυρίως των γυναικών που επηρεάστηκαν, αμέσως ή εμμέσως, από την τραγωδία της εξαφάνισης των ανηλίκων κοριτσιών.

Οι χαρακτήρες του βιβλίου είναι είτε εργαζόμενες γυναίκες, μητέρες, σύζυγοι, χωρισμένες, είτε νεαρές κοπέλες που αποζητούν τον έρωτα, την ασφάλεια, την ευτυχία. Είναι, επίσης άντρες, οι περισσότεροι πιεσμένοι από την ανάγκη της επιβίωσης, ή της επιτυχίας, προαγωγής και εξέλιξης στην εργασία τους, συγγενείς, σύζυγοι ή ερωτικοί σύντροφοι των γυναικών που πρωταγωνιστούν.

Οι χαρακτήρες δεν είναι τυχαίοι και οι περισσότεροι επανεμφανίζονται αργότερα με μικρότερο ή μεγαλύτερο ρόλο. H συγγραφέας δεν διευκολύνει τον αναγνώστη ως προς τη σχέση των χαρακτήρων αναμεταξύ τους, ούτε ως προς το ρόλο που διαδραμάτισαν ή θα διαδραματίσουν στην ιστορία, μέχρι την επίλυση του μυστηρίου. Νομίζω, όμως, ότι σταδιακά ο αναγνώστης μαντεύει τη σύνδεση και σχέση των προσώπων με την εξαφάνιση καθώς και το λόγο ύπαρξης διαφόρων, τυχαίων ή φαινομενικά ασήμαντων, λεπτομερειών.

Στις ιστορίες αυτές των δώδεκα κεφαλαίων/μηνών, η συγγραφέας, ενώ πλέκει το νήμα του μυστηρίου της εξαφάνισης, ταυτοχρόνως αναπαριστά πιστά τη ζωή στην απομονωμένη και δύσβατη περιοχή της χερσονήσου Καμτσάτκα. Αποκαλύπτει τα μειονεκτήματα της ζωής στην πόλη, τις κακουχίες της ζωής στην ύπαιθρο, τις κοινωνικές ανισότητες, τον ρατσισμό, τον μισογυνισμό, τη φανερή ή λανθάνουσα βία, τις διακρίσεις εις βάρος των μεταναστών και των αυτοχθόνων φυλών, τις αντιπαλότητες μεταξύ ξένων, Ρώσων και γηγενών, και τις πολιτικές σκοπιμότητες.




Εν κατακλείδι, η Τζούλια Φίλιπς έχει τον απόλυτο έλεγχο της ιστορίας της. Δεν ξεχνά τους χαρακτήρες της, δεν ξεχνά τα κορίτσια που χάθηκαν, τους τόπους και τις λεπτομέρειες, και μας οδηγεί με απίστευτη δεξιοτεχνία σε ένα συναρπαστικό, καθηλωτικό τέλος, παραδίδοντάς μας, χωρίς αμφιβολία, ένα πλήρες, άρτιο βιβλίο, ένα πραγματικό συγγραφικό κομψοτέχνημα.

 

ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ



Η Τζούλια Φίλιπς (Julia Phillips, 1989), διδάσκει δημιουργική γραφή στο Randolph College. Κείμενά της έχουν δημοσιευτεί σε: New York Times, Atlantic, Paris Review. Ζει στο Μπρούκλιν. Το βιβλίο ΓΗ ΠΟΥ ΧΑΝΕΤΑΙ είναι το πρώτο της μυθιστόρημα, ένα εντυπωσιακό κατά γενική ομολογία ντεμπούτο στο χώρο της Λογοτεχνίας, το οποίο εκτυλίσσεται στην μακρινή, απομονωμένη και δυσπρόσιτη χερσόνησο της Καμτσάτκα. Όπως εξηγεί η ίδια η συγγραφέας σε επιστολή της προς τους Έλληνες αναγνώστες, με αφορμή την έκδοση του βιβλίου της στην Ελλάδα, αγαπούσε τη Ρωσία από τότε που ήταν έφηβη. Πριν από την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, δεν θα ήταν εφικτό να επισκεφτεί κανείς την Καμτσάτκα, καθώς ήταν μια στρατιωτική βάση στην οποία δεν επιτρεπόταν η παρουσία ξένων. Κατόπιν, έγινε ένας προορισμός τουρισμού περιπέτειας για λίγους τυχερούς, και η Φίλιπς, όταν ήταν στο πανεπιστήμιο και μάθαινε τη ρωσική γλώσσα, ήθελε όσο τίποτε άλλο να καταφέρει να την επισκεφτεί. Έπειτα από αιτήσεις δύο χρόνων συνέβη αυτό που θεωρεί (και δικαιολογημένα) ως την μεγαλύτερη εύνοια της τύχης στη ζωή της: κέρδισε την υποτροφία για έρευνα με σκοπό τη συγγραφή ενός βιβλίου στη χερσόνησο. Έτσι επισκέφτηκε την Καμτσάτκα πρώτη φορά το 2011, κι ύστερα πάλι, με το προσχέδιο του μυθιστορήματος  ΓΗ ΠΟΥ ΧΑΝΕΤΑΙ ανά χείρας, το 2015. Το μυθιστόρημά της κέρδισε αμέτρητα βραβεία και υποψηφιότητες και συμπεριλήφθηκε στα καλύτερα βιβλία του 2019.

Στην ίδια επιστολή που ανέφερα παραπάνω, η Αμερικανίδα συγγραφέας καταλήγει ως εξής:

«…Όσο μακριά κι αν βρίσκεται ίσως η Καμτσάτκα από τον τόπου όπου μεγαλώσαμε εσύ ή εγώ, οι άνθρωποι που ζουν εκεί συνδέονται βαθιά μ’ εμάς, κι εμείς μ’ εκείνους. Όλοι παλεύουμε ενάντια στους ίδιους πόνους. Όλοι ξέρουμε τι σημαίνει να φοβάσαι — αλλά και τι σημαίνει να ελπίζεις. Εξάλλου, αν μια ολόκληρη κοινότητα μπορεί να ενωθεί για να βλάψει, τότε επίσης μπορεί να δράσει από κοινού για να βοηθήσει. Μπορούμε να ενώσουμε τις δυνάμεις μας για να σώσουμε ο ένας τον άλλο. Σ’ ευχαριστώ που διάλεξες να διαβάσεις αυτή την ιστορία. Σ’ ευχαριστώ για τη βοήθεια που προσφέρεις στους γύρω σου, όποια κι αν είναι. Εύχομαι το μέλλον σου να είναι γεμάτο καλά βιβλία, γενναιόδωρους φίλους, και συναρπαστικά ταξίδια (ίσως στην όμορφη Καμτσάτκα;)»

 

Πηγές:

https://www.metaixmio.gr

https://www.juliaphillipswrites.com/

www.wikipedia.org

https://mirc.ntua.gr/sites/default/files/KAMTSATKA.pdf

https://www.tovima.gr/2021/08/10/vimagazino/xersonisos-kamtsatka/

https://ekorenovsk.ru/el/kogda-luchshe-ehat-na-kamchatku-turistam-kamchatka-prakticheskaya-informaciya/



Πρώτη Δημοσίευση: https://www.loutraki365.gr/blog/post/i-aggeliki-mpoyliari-proteineigi-poy-hanetai-tis-tzoylia-filips

01-05-2022

Δευτέρα 4 Απριλίου 2022

ΤΟ ΜΟΝΟΠΑΤΙ ΤΟΥ ΑΛΑΤΙΟΥ, της Ρέϊνορ Γουίν

 

ΤΟ ΜΟΝΟΠΑΤΙ ΤΟΥ ΑΛΑΤΙΟΥ, της Ρέϊνορ Γουίν



Είδος: Μυθιστόρημα

Μετάφραση: Γωγώ Αρβανίτη

Σελίδες: 406

Εκδόσεις: ΚΛΕΙΔΑΡΙΘΜΟΣ, 2021

 Προσεγμένη έκδοση των εκδόσεων Κλειδάριθμος, από το εξώφυλλο-οπισθόφυλλο και τον τύπο του χαρτιού, μέχρι την μετάφραση, την οποία θεωρώ ότι είναι εξαιρετική, εύστοχη, με σωστά ελληνικά, και ότι εξυπηρετεί τέλεια τόσο την απρόσκοπτη ανάγνωση όσο και την λογοτεχνική απόδοση του κειμένου.

Όπως μας πληροφορεί το οπισθόφυλλο, ΤΟ ΜΟΝΟΠΑΤΙ ΤΟΥ ΑΛΑΤΙΟΥ, είναι μια αληθινή ιστορία, ένας ύµνος στη ζωή, στην αποδοχή της θλίψης και στην θεραπευτική δύναμη της φύσης. Τo μυθιστόρημα ανασυνθέτει την έννοια της εστίας, δείχνοντας πως όταν αυτή χαθεί, µπορεί να «ξαναχτιστεί» και να επαναπροσδιοριστεί µε τους πιο απρόσµενους τρόπους.

Η συγγραφέας Ρέινορ Γουίν, σύζυγος του Μοθ Γουίν και μητέρα των ενήλικων παιδιών τους, της Ρόουαν και του Τομ, μας παραδίδει ένα μυθιστόρημα που συναρπάζει και εμπνέει. Πρόκειται για την ημερολογιακή, ταξιδιωτική καταγραφή της προσωπικής τους οδύσσειας -δεν είναι τυχαίο ότι το βιβλίο ξεκινάει με μια αναφορά στην Ομήρου Οδύσσεια- μιας περιπέτειας την οποία επέλεξαν συνειδητά να βιώσουν, ενάντια σε όλες τις αντιξοότητες.

Το αγαπημένο ζευγάρι, στην ηλικία των πενήντα και κάτι σήμερα, σύντροφοι από τα πρώιμα νεανικά τους χρόνια, έχει περάσει τη ζωή του φροντίζοντας και ανακαινίζοντας μια αγροικία στην αγγλική εξοχή, την οποία έχουν μετατρέψει σε οικογενειακή επιχείρηση, με ζώα αγροκτήματος, λαχανόκηπους και φιλοξενία επισκεπτών, η οποία τους παρέχει την οικονομική δυνατότητα μιας ανεξάρτητης ζωής κοντά στην φύση.

Ωστόσο δεν είναι όλα ειδυλλιακά, αφού εδώ και έξι χρόνια ο Μοθ ταλαιπωρείται από ένα σοβαρό πρόβλημα υγείας, το οποίο διαγνώστηκε μόλις πρόσφατα: Πάσχει από CBD, Φλοιοβασική εκφύλιση, μια σπάνια νευροεκφυλιστική νόσο, η οποία προσβάλλει τον εγκεφαλικό φλοιό, οδηγεί σε μυϊκή ατροφία και απώλεια μνήμης, και έχει προσδόκιμο ζωής 6-8 χρόνια. Στην περίπτωση του Μοθ, μάλλον εξελίσσεται αργά και ίσως του δώσει παραπάνω από τα 2 χρόνια ζωής που στατιστικά του απομένουν.

Έτσι, λοιπόν, ενώ βρίσκονται σε αυτή την ηλικία και την δύσκολη κατάσταση υγείας του Μοθ, μια οικονομική τους επένδυση, κατόπιν συμβουλής ενός παλιού «φίλου» του Μοθ, αποδεικνύεται εντελώς αποτυχημένη. Στο Δικαστήριο όπου εκδικάζεται η υπόθεση, στο τέλος βρίσκονται να είναι οι ηττημένοι της υπόθεσης και χάνουν όλα όσα απέκτησαν μαζί όλα αυτά τα χρόνια, την αγροικία τους και κάθε μέσο βιοπορισμού.

Σε πέντε ημέρες θα προστεθούν κι αυτοί στην κατηγορία των αστέγων. Αυτό το γεγονός ωθεί την Ρέινορ να βρει όσο περισσότερες πληροφορίες μπορεί σχετικά με τον αριθμό των αστέγων, το στερεότυπο που διαμορφώνει την άποψη της πλειοψηφίας γι’ αυτούς, τα προβλήματα που συνήθως συνοδεύουν την κατάστασή τους, όπως αλκοολισμός και ναρκωτικά, και κατά πόσον αυτά τα προβλήματα οδηγούν στην έλλειψη στέγης ή προκύπτουν από αυτήν.

Εδώ ξεκινάει η επιλεγμένη και από τους δύο περιπέτεια της ζωής τους. Παίρνουν τη γενναία απόφαση να περπατήσουν 630 μίλια (1015 χιλιόμετρα) στο θαλασσοδαρμένο μονοπάτι που διατρέχει τη Νοτιοδυτική Ακτή της Αγγλίας, από το Μάινχεντ στο Σόμερσετ, μέχρι το Πουλ στο Ντόρσετ, μέσω Ντέβον και Κορνουάλης. Η διαδρομή τους θα περιλαμβάνει απάτητα μονοπάτια, ποτάμια, βαλτότοπους, λόφους, βράχους και παραλίες, και φυσικά κατασκήνωση στην άγρια φύση!


Η Ρέινορ ξαναδιαβάζει με προσοχή ένα βιβλίο σχετικό με το εγχείρημά τους: «500 μίλια βόλτα με τον σκύλο μου», του Μαρκ Γουόλινγκτον. Στη συνέχεια εφοδιάζονται με σκηνή, σακίδια, τρόφιμα και τον εύχρηστο ταξιδιωτικό οδηγό του Πάντι Ντίλον, «Το Μονοπάτι της Νοτιοδυτικής Ακτής».


Τα μόνα τους έσοδα είναι ένα εβδομαδιαίο ποσόν 48 λιρών από το Κράτος, το οποίο μπορούν να εισπράξουν από τα ΑΤΜ των κατοικημένων περιοχών της διαδρομής τους.

Η απόφασή τους να περπατήσουν αυτή την τεράστια απόσταση της Νοτιοδυτικής Ακτής είναι ταυτοχρόνως  μια απόφαση να προκαλέσουν τους εαυτούς τους, την αντοχή τους, τα όριά τους, την ίδια τη ζωή. Είναι η απόφαση ανθρώπων ελεύθερων, που, αν και δεν βοηθιούνται από την ηλικία και την οικονομική τους κατάσταση, δεν παραιτούνται από τη ζωή, αλλά αντιθέτως, αντιμετωπίζουν ακόμα και την πιο μεγάλη δυσκολία ως μια ευκαιρία να συνεχίσουν την περιπέτεια της ζωής.

Κι έτσι ο Μοθ και η Ρέι αποδύονται σε έναν αγώνα να εξοικειωθούν απολύτως με την Φύση και να ενσωματωθούν σε αυτήν. Μέσα από τη ζωή στη Φύση και τις αλλεπάλληλες δοκιμασίες, εξακολουθούν να μαθαίνουν, να προσπαθούν, να εξελίσσονται, να κατανοούν και να επικοινωνούν ουσιαστικά με τους συνανθρώπους τους.  Κι εκεί στην ερημιά τους, προτιμούν να μείνουν νηστικοί και διψασμένοι, παρά να αρνηθούν ένα φλιτζάνι τσάι σε έναν απρόσμενο επισκέπτη τους.

Αυτό που τόλμησαν να κάνουν είναι εξαιρετικό και θαρραλέο. Σε κάποιους, ίσως τους περισσότερους, μπορεί να φανεί απερίσκεπτο, ή ακόμα και παράλογο, όμως το Μονοπάτι της Νοτιοδυτικής Ακτής θα τους ανταμείψει με διάφορους τρόπους, όπως και το Μονοπάτι του Αλατιού θα ανταμείψει τον αναγνώστη. Όπως είπε η συγγραφέας: «Αυτό το ταξίδι μάς έμαθε να μην περνάμε τον χρόνο μας κοιτάζοντας προς τα πίσω με θυμό και προς τα μπρος με φόβο, αλλά να ζούμε αυτήν τη στιγμή, τώρα. Είναι το μόνο που έχουμε και, στην ουσία, το μόνο που χρειαζόμαστε.»

Σε συνέντευξή της στην LIFO.GR, όταν ρωτήθηκε πως θα ήταν η ζωή τους αν δεν είχαν ξεκινήσει αυτό το ταξίδι, η Ρέινορ απάντησε: «Είναι δύσκολο να φανταστώ πώς θα ήταν η ζωή μας χωρίς εκείνο το ταξίδι με τα πόδια. Σίγουρα δεν θα είχαμε ανακαλύψει ότι η υγεία του Μοθ θα μπορούσε να βελτιωθεί από το περπάτημα, και θα συνέχιζε να χειροτερεύει, όπως είχαν προβλέψει οι γιατροί. Αν δεν είχαμε κάνει το επόμενο βήμα, θα είχαμε μείνει με την αγωνία και τον φόβο και δεν θα είχαμε έρθει αντιμέτωποι με τη νέα μας ζωή. Αν δεν είχαμε περπατήσει, όπως το κάναμε, οι αρνητικές, καταστροφικές σκέψεις και τα συναισθήματα θα μπορούσαν να μας είχαν καθορίσει και δεν ξέρω πού θα είχαν οδηγήσει.»


 


Είναι ένα όμορφο βιβλίο, εξαιρετικά καλογραμμένο, και παρόλο που η επιλογή του ζευγαριού είναι δύσκολη και αφορά σε πολύ λίγους, είναι μια ιστορία που μπορεί να εμπνεύσει και να αλλάξει τον τρόπο που σκεπτόμαστε για τη ζωή, τον άνθρωπο και τη Φύση. Μας κάνει να θαυμάσουμε τους ανθρώπους που προσπαθούν και θριαμβεύουν πάνω στις αντιξοότητες, που ανακαλύπτουν και χρησιμοποιούν την κρυμμένη δύναμή τους για να ζήσουν. Μας κάνει να αναγνωρίσουμε πόσο τυχεροί είμαστε που έχουμε στέγη πάνω από το κεφάλι μας, που έχουμε ζεστό και ασφαλές σπιτικό και φαγητό στο τραπέζι μας, μας θυμίζει πόσο πολύτιμη είναι η ζωή μας, ακόμα και αν ζούμε μέσα σε μια ρουτίνα από την οποία λείπει ο παλιός νεανικός ενθουσιασμός.

Είναι μια αληθινή ιστορία που μας κάνει να εκτιμήσουμε και να νιώσουμε βαθιά ευγνωμοσύνη για αυτά που ήδη έχουμε: τη δουλειά μας, την ασφάλεια και την άνεση του σπιτιού μας, τους ανθρώπους που αγαπάμε και εμπιστευόμαστε. Επιπλέον, μάς δείχνει ότι μπορεί κανείς να κοιτάξει κατάματα την αρρώστια, ακόμα και τον θάνατο, αν είναι σε ειρήνη με τον εαυτό του, νιώθοντας μέρος ενός μεγαλύτερου συνόλου, και αποδεχόμενος τη ζωή όπως έρχεται, με οποιονδήποτε τρόπο ή μορφή.

 

ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ

Η Ρέινορ Γουίν, αφότου ολοκλήρωσε το µονοπάτι της νοτιοδυτικής ακτής, συνεχίζει να κάνει τακτικά πεζοπορίες µεγάλων αποστάσεων και να γράφει για τη φύση, την έλλειψη στέγης και το ελεύθερο κάµπινγκ. Ζει στην Κορνουάλη µε τον σύζυγό της Μοθ και τον σκύλο τους Μόντι. Το Μονοπάτι του Αλατιού είναι το πρώτο της βιβλίο. Μεταφράστηκε σε 19 γλώσσες, ήταν υποψήφιο στη βραχεία λίστα για το Costa Book Award και έχει πωλήσεις άνω του µισού εκατοµµυρίου αντιτύπων παγκοσµίως.

 

Φωτογραφία  από: https://www.theguardian.com/books/2020/aug/23/beyond-the-salt-path-it-felt-abnormal-to-live-in-a-village-among-other-people-raynor-winn                                                                                               

Συνέντευξη από: https://www.lifo.gr/culture/vivlio/monopati-toy-alatioy-i-alithini-istoria-dyo-astegon-poy-periplanioyntai-sti-bretania


  13 Φεβρουαρίου 2022- Πρώτη Δημοσίευση: 

https://www.loutraki365.gr/blog/post/i-aggeliki-mpoyliari-proteinei-monopati-toy-alatioy-tis-reinor-goyin