"Ο καθένας πρέπει να αφήνει κάτι πίσω, όταν πεθαίνει,
είπε ο παππούς μου. Ένα παιδί ή ένα βιβλίο ή μια ζωγραφιά ή ένα σπίτι ή έναν
τοίχο που έχτισε ή ένα ζευγάρι παπούτσια που έφτιαξε. Ή έναν κήπο που φύτεψε."
(ΦΑΡΕΝΑΪΤ 451- ΡΕΪ ΜΠΡΑΝΤΜΠΕΡΙ)
ΦΑΡΕΝΑΪΤ 451, του Ρέι Μπράντμπερι
Μετάφραση: ΔΟΥΒΙΤΣΑΣ ΒΑΣΙΛΗΣ
Επιμέλεια: ΠΕΤΣΟΠΟΥΛΟΣ ΣΤΑΥΡΟΣ
Εκδόσεις ΑΓΡΑ, 2012 - Αριθμός σελίδων 280
Πρόκειται για μια προφητική
νουβέλα (εκδόθηκε το 1953), η οποία αναφέρεται σε ένα παράδοξο δυστοπικό μέλλον
όπου η ευτυχία βρίσκεται στις τηλεοπτικές οθόνες, τα ναρκωτικά και τον
συμβιβασμό, και όπου τα ξεχωριστά άτομα, οι εκκεντρικοί και οι διανοούμενοι είναι
οι απόβλητοι της κοινωνίας. Το καθεστώς έχει κηρύξει απαγορευμένα τα βιβλία,
επειδή τα θεωρεί ως την αιτία όλων των δυστυχιών και των διαταραχών, και γι’
αυτό το λόγο, έχει αναθέσει την καύση τους στο ειδικό σώμα των πυρονόμων, που
έχει αντικαταστήσει το αρχαίο εκείνο σώμα των πυροσβεστών. Οι ομάδες πυρονόμων εισβάλλουν
σε σπίτια όπου υπάρχουν βιβλιοθήκες, ύστερα από καταγγελίες γειτόνων, και τα
καίνε, ώστε να εξαφανίσουν οτιδήποτε θα μπορούσε να θεωρηθεί ανατρεπτικό και να
καταπολεμήσουν την αμφισβήτηση και τον προβληματισμό που συνεπάγεται η ανάγνωσή
τους.
Ο τίτλος του βιβλίου αναφέρεται
στην θερμοκρασία αυτανάφλεξης του χαρτιού (της κλίμακας Φαρενάιτ), και αυτή είναι
η ιστορία του Γκάι Μόνταγκ, που εκπαιδεύτηκε από το κράτος, μαζί με άλλους, για
να βάζει φωτιά στα σπίτια που κρύβουν βιβλιοθήκες και βιβλία, και που εκτελεί
τα καθήκοντά του όχι μόνο με ευσυνειδησία αλλά και μεγάλη ευχαρίστηση. Είναι παντρεμένος
με την Μίλι, που μένει στο σπίτι, παίρνει ουσίες και διαθέτει το χρόνο της παρακολουθώντας τηλεόραση. Όπως οι
περισσότεροι, ζουν τη ζωή τους μέσα σε ομαδική ηλεκτρονική τρέλα, σε δωμάτια
που οι τοίχοι τους είναι γιγαντιαίες οθόνες τηλεοράσεως και όλη νύχτα φορούν
ακουστικά απ' όπου ξεχύνεται χείμαρρος μουσικής και ομιλιών. Ο τεχνοκρατικός
πολιτισμός αποτελεί μια αποδεκτή και επιβαλλόμενη καθημερινότητα, ωστόσο υπάρχει
πάντα μια μικρή μειονότητα αδιόρθωτων ρομαντικών και ιδεαλιστών.
Ο Γκάι, χαρακτηριστικός
εκπρόσωπος της εξουσίας, κάνει τη δουλειά του με συνέπεια και την απολαμβάνει,
χωρίς να προβληματίζεται, επί χρόνια ολόκληρα, μέχρι που ένα βράδυ γνωρίζεται
με ένα δεκαεφτάχρονο κορίτσι της γειτονιάς του, την Κλαρίς. Οι συναντήσεις και
συνομιλίες τους θα προκαλέσουν μια κρίση συνειδήσεως στον Γκάι (Τι έδωσες στην
πόλη, Μόνταγκ; Στάχτες. Τι δώσαμε ο ένας στον άλλον; Τίποτα.) πράγμα που θα τον
οδηγήσει στην ανάγνωση ενός βιβλίου, στην γνωριμία με τον καθηγητή Φάμπερ αλλά
και με ανθρώπους που αγαπούν τα βιβλία και φροντίζουν με κάθε τρόπο να μην χαθούν αυτά από τη
συλλογική μνήμη. Με δυο λόγια θα οδηγηθεί στην παράβαση και την παρανομία και
θα αγωνίζεται να γλιτώσει από το τερατώδες μηχανικό λαγωνικό της υπηρεσίας.
Ένα βιβλίο που αγαπήθηκε όσο λίγα
στον 20ό αιώνα, εξακολουθεί να κάνει απανωτές εκδόσεις και να μεταφράζεται σε όλες
τις γλώσσες του κόσμου.
***************************
Έγινε πρώτη φορά ταινία από τον Φρανσουά Τριφό το 1966
με τον Όσκαρ Βέρνερ και τη Τζούλι Κρίστι.
************************
Τελευταία και λιγότερο επιτυχημένη
μεταφορά του στη μεγάλη οθόνη ήταν τον Μάιο του 2018 με τους Μάικλ Τζόρνταν,
Σοφία Μπουτέλα και Μάικλ Σάνον.
******************************
ΥΓ. Να σημειώσουμε ότι ο
συγγραφέας στην αρχή του βιβλίου του παραθέτει τη φράση του Χουάν Ραμόν
Χιμένεθ, «Αν σου δώσουν χαρτί με γραμμές, γράψε στην πίσω όψη».
******************************