Δευτέρα 14 Ιουνίου 2021

ΣΕ ΓΗ ΚΑΙ ΟΥΡΑΝΟ, της Πόλα Μακλέιν

 

ΣΕ ΓΗ ΚΑΙ ΟΥΡΑΝΟ

Συγγραφέας:         ΠΟΛΑ ΜΑΚΛΕΪΝ

Μετάφραση:          Φωτεινή Πίπη

Εκδόσεις:              ΨΥΧΟΓΙΟΣ

Σελίδες:                449

 


«Η οικογένεια Μάρκαμ ονειρεύεται μια νέα ζωή σε μια αφρικανική φάρμα κι έτσι αφήνει τις ανέσεις του σπιτιού της στην Αγγλία και πηγαίνει στην Κένυα. Εκεί, η Μπέριλ, η κόρη των Μάρκαμ, μεγαλώνει με τρόπο αντισυμβατικό, διαμορφώνοντας μια ισχυρή προσωπικότητα αλλά και μια μεγάλη αγάπη για οτιδήποτε άγριο. Όταν διαλύονται όλα όσα γνωρίζει και εμπιστεύεται, η ξεροκέφαλη νεαρή Μπέριλ ρίχνεται σε μια σειρά από καταστροφικές σχέσεις, πριν μπλεχτεί σ’ ένα παθιασμένο ερωτικό τρίγωνο με τον ακαταμάχητο κυνηγό σαφάρι Ντένις Φιντς Χάτον και τη συγγραφέα βαρόνη Κάρεν Μπλίξεν. Γενναία, τολμηρή και αντιφατική, η Μπέριλ θα διακινδυνεύσει τα πάντα για να κατακτήσει τον Ντένις, προτού συνειδητοποιήσει ότι το πεπρωμένο της είναι ένα και μοναδικό: να πετάει. Ένα δυνατό μυθιστόρημα που ταξιδεύει τον αναγνώστη στον μαγευτικό κόσμο του «Πέρα από την Αφρική», στην Κένυα της δεκαετίας του 1920, και αποκαλύπτει τις συναρπαστικές περιπέτειες της Μπέριλ Μάρκαμ, μιας γυναίκας πολύ πιο μπροστά από την εποχή της.» (Οπισθόφυλλο)

Έχοντας ήδη διαβάσει με μεγάλη ευχαρίστηση το προηγούμενο βιβλίο της Πόλα Μακλέιν, «Στο Παρίσι με τον Χεμινγουέι», άρχισα να διαβάζω το «ΣΕ ΓΗ ΚΑΙ ΟΥΡΑΝΟ» με ανυπομονησία και ενθουσιασμό. Οι προσδοκίες μου επαληθεύτηκαν, καθώς βρήκα το μυθιστόρημα αυτό ακόμη πιο ενδιαφέρον από το προηγούμενο, και συναρπαστικό από την πρώτη μέχρι και την τελευταία σελίδα.

Και αυτή τη φορά, η συγγραφέας επέλεξε να ασχοληθεί με ένα γυναικείο υπαρκτό πρόσωπο,  ως κεντρικό χαρακτήρα, και με πραγματικά γεγονότα. Υπαρκτοί είναι επίσης και οι περισσότεροι από τους δευτερεύοντες χαρακτήρες του βιβλίου, οι οποίοι κινούνται γύρω της και σχετίζονται με κάποιον τρόπο μαζί της.

Η συγγραφή ενός φανταστικού απολογισμού μιας ιστορικής προσωπικότητας είναι ένα δύσκολο εγχείρημα, επειδή πάντα παραμονεύει ο κίνδυνος για υπερβολικά ρομαντική απόδοση, για αναχρονιστική επιβολή σύγχρονων ευαισθησιών στην ιστορική φιγούρα, ή για να κατακλυστούν οι αναγνώστες με πάρα πολλές ιστορικές λεπτομέρειες, που θα κουράσουν και θα αποσπάσουν την προσοχή από την ουσία του κειμένου.

Όμως, τίποτε τέτοιο δεν συνέβη με την Πόλα Μακλέιν και το «ΣΕ ΓΗ ΚΑΙ ΟΥΡΑΝΟ». Αντιθέτως, η συγγραφέας κατάφερε να μας δώσει μια ενδιαφέρουσα ιστορία και μια καταπληκτική απεικόνιση της Μπέριλ Μάρκαμ, η οποία ξεπηδά μέσα από τις σελίδες, πραγματική, πολυδιάστατη, ειλικρινής, μαχήτρια, επαναστατική, ανεξάρτητη, τολμηρή και πρωτοπόρος.

Δεν υπάρχουν ελαττώματα στον τρόπο με τον οποίο η ταλανταχούχα Αμερικανίδα συγγραφέας διηγήθηκε αυτή την ιστορία. Η γραφή της από την αρχή ως το τέλος, είναι μαγευτική, με ολοζώντανες εικόνες και περιγραφές τόπων και ζωηρή και πλήρη σκιαγράφηση όλων των χαρακτήρων, με αποτέλεσμα ο αναγνώστης να μεταφέρεται και ο ίδιος στην Αφρική, στην αποικιακή Κένυα, στις αρχές του 20ου αιώνα. Βιώνει μαζί με τη Μπέριλ την αίσθηση της μεγάλης απώλειας, όταν η μητέρα της εγκαταλείπει την ίδια, σε ηλικία περίπου πέντε ετών, καθώς και τον πατέρα της, και επιστρέφει στην Αγγλία παίρνοντας μαζί της τον μεγαλύτερο αδελφό της. Παρακολουθεί την ισχυρή αλλά όχι αρκετά ικανοποιητική σχέση της Μπέριλ με τον πατέρα της, την αμηχανία της ως έφηβη νύφη, την ικανότητά της να προχωρήσει στη ζωή της, και τις σχέσεις της με ανθρώπους που τη βοήθησαν, ή αντιθέτως την εμπόδιζαν να είναι τόσο παθιασμένα ανεξάρτητη. Ο αναγνώστης, επίσης, κατανοεί τον δυνατό δεσμό της με την Κένυα και τη φύση, το χιούμορ της, την τόλμη της και την ισχυρή αίσθηση του εαυτού της και της σεξουαλικότητάς της.

Η ΜακΛέιν απεικονίζει με μαεστρία έναν ανδροκρατούμενο κόσμο, μέσα στον οποίο οι επιλογές των γυναικών για μια ανεξάρτητη ζωή ήταν σχεδόν μηδενικές, και το τίμημα που πλήρωσε επανειλημμένα η Μπέριλ για να ζήσει τη ζωή της όπως επιθυμούσε, πολύ μεγάλο. Η αποικιοκρατούμενη Κένυα δεν απεικονίζεται ως ένα ρομαντικό σκηνικό της ιστορίας, αντιθέτως εμφανίζεται ως τόπος εκμετάλλευσης, συνάθροισης και διασκέδασης των πλούσιων και κακομαθημένων Ευρωπαίων, ενώ ισχύουν όχι μόνο οι φυλετικοί διαχωρισμοί αλλά και οι διαχωρισμοί κοινωνικής τάξης, εφόσον για τους μη ανήκοντες στα ανώτερα κοινωνικά στρώματα δεν ίσχυαν οι ίδιοι κανόνες. Ωστόσο, για την Μπέριλ, που ποτέ δεν έδωσε την καρδιά της σε άλλον τόπο, η Κένυα αποτελούσε την πατρίδα και το αληθινό της σπίτι.

Αν σας αρέσουν οι ισχυρές και πρωτοπόρες γυναικείες προσωπικότητες ή  ενδιαφέρεστε για την αποικιακή Αφρική στις αρχές του 20ού αιώνα, τότε το βιβλίο ΣΕ ΓΗ ΚΑΙ ΟΥΡΑΝΟ συνιστάται ανεπιφύλακτα.

Λίγα λόγια για την ηρωίδα του βιβλίου. Ποια ήταν η Μπέριλ Μάρκαμ;



Η Μπέριλ Μάρκαμ υπήρξε εκπαιδεύτρια αλόγων, πιλότος και συγγραφέας. Γεννήθηκε στις 26 Οκτωβρίου 1902, στο Άσγουελ του Ηνωμένου Βασιλείου. Όταν ήταν τεσσάρων ετών, η οικογένειά της μετακόμισε σε ένα αγρόκτημα, κοντά στην κοιλάδα Γκρέιτ Ριφτ, στην Κένυα. Εγκαταλειμμένη από τη μητέρα της, ανατράφηκε από τον πατέρα της και από τους ιθαγενείς της φυλής Κίπσιγκι που μοιράζονταν τη φάρμα τους. Πέρασε μια περιπετειώδη παιδική ηλικία και έγινε η πρώτη και νεαρότερη πιστοποιημένη εκπαιδεύτρια αλόγων στην Κένυα, λίγο πριν κλείσει τα δεκαοκτώ της χρόνια. (Μέχρι τότε  μόνο άντρες γίνονταν εκπαιδευτές αλόγων).

Στη συνέχεια, εκπαιδεύτηκε ως πιλότος μικρού αεροσκάφους που δεν απαιτεί αεροδρόμιο για την προσγείωση και την απογείωση, σε μια εποχή που οι περισσότεροι Αφρικανοί δεν είχαν δει ποτέ αεροπλάνο. Το 1936, δέχτηκε την απόλυτη πρόκληση: να διασχίσει τον Ατλαντικό Ωκεανό πετώντας μόνη, χωρίς στάση, από τα ανατολικά προς τα δυτικά, ένα επίτευγμα που είχε ολοκληρώσει αντιστρόφως, το 1932, η συνάδελφος αεροπόρος Αμέλια Ερχαρτ (από Χάρμπορ Γκρέις, Αμερική, προσγειώθηκε στη Βόρεια Ιρλανδία). Η Μάρκαμ κατάφερε το στόχο της, με ενάντιους επικρατούντες ανέμους. Απογειώθηκε από το Άμπινγκτον στη Νότια Αγγλία, στις 16 Σεπτεμβρίου 1936, και προσγειώθηκε στη Νέα Σκοτία στον Καναδά, μετά από πτήση 20 ωρών.

Η ζωή της Μπέριλ Μάρκαμ είναι ένα πραγματικό έπος. Όχι μόνο πέτυχε νέους στόχους και έσπασε ρεκόρ ως πιλότος, αλλά και διέλυσε τις κοινωνικές προσδοκίες, ρίχτηκε σε τρομερές ερωτικές σχέσεις, και κατέγραψε τα πάντα. Το πιο διάσημο βιβλίο της είναι τα απομνημονεύματά της, "West With The Night", το οποίο εκτυπώθηκε το 1942  και ξεχάστηκε, έως ότου ανακαλύφθηκε ξανά από έναν εστιάτορα στην Καλιφόρνια το 1982, και πέτυχε νέα δημοτικότητα κατά την επανέκδοσή του το 1983, κατά τα τελευταία χρόνια της ζωής της. Τα απομνημονεύματά της χαρακτηρίζονται από τη βαθιά αγάπη της για την "ψυχή της Αφρικής", την σπαρακτική ειλικρίνεια και την ευστροφία πνεύματος.

Η Μπέριλ Μάρκαμ πέθανε στις 03 Αυγούστου 1986, στο Ναϊρόμπι στην Κένυα.

 









 

Η φοβερή ζωή της Μπέριλ Μάρκαμ μεταφέρθηκε με επιτυχία στην μικρή οθόνη το 1988: 





Πηγές: 






Τετάρτη 9 Ιουνίου 2021

ΕΚΕΙ ΠΟΥ ΤΡΑΓΟΥΔΑΝΕ ΟΙ ΚΑΡΑΒΙΔΕΣ, της Ντέλια Όουενς

 


Εκεί που τραγουδάνε οι καραβίδες

της Ντέλια Όουενς

Μετάφραση: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου

Εκδόσεις ΔΩΜΑ / βιβλία στην Αθήνα, 2019

 

Για χρόνια, οι φήμες για την Πιτσιρίκα του Βάλτου έδιναν κι έπαιρναν στο Μπάρκλι Κόουβ, ένα ήσυχο ψαροχώρι της Βόρειας Καρολίνας. Ο θάνατος του νεαρού Τσέις Άντριους τις έκανε να φουντώσουν ακόμη περισσότερο. Ποιος θα μπορούσε να τον είχε σκοτώσει, αν όχι εκείνο το αγριοκόριτσο που ζούσε μονάχο του στα βάθη του βάλτου;

Αλλά την Κάια δεν την είχαν καταλάβει. Ευαίσθητη και έξυπνη, είχε καταφέρει να επιβιώσει ολομόναχη, εγκαταλελειμμένη απ’ τους ανθρώπους, παρέα με τους γλάρους και μ’ όσα της δίδαξε η άμμος κι η αρμύρα. Όταν δύο νεαροί απ’ το χωριό γοητεύονται απ’ την άγρια ομορφιά της, η Κάια ανοίγεται σε μια καινούργια ζωή. Αλλά τότε συμβαίνει το αδιανόητο.

Μια ωδή στον φυσικό κόσμο και μια σπαρακτική ιστορία ενηλικίωσης, που μας υπενθυμίζει πώς τα παιδικά μας χρόνια μάς καθορίζουν για πάντα και ότι η ανθρώπινη φύση κουβαλά αρχέγονα, βίαια μυστικά, απ’ τα οποία κανένας δεν μπορεί να ξεφύγει. (Οπισθόφυλλο)

«Η Κάια άφησε το περιοδικό στα πόδια της με το μυαλό της να ταξιδεύει σαν τα σύννεφα. Κάποια θηλυκά έντομα τρώνε το ταίρι τους, μητέρες από την οικογένεια των θηλαστικών εγκαταλείπουν τα μικρά τους λόγω του μεγάλου στρες, πολλά αρσενικά βρίσκουν ριψοκίνδυνους ή πανούργους τρόπους ώστε το σπέρμα τους να επικρατήσει των ανταγωνιστών τους. Τίποτα δεν είναι υπερβολικά απρεπές εφόσον βοηθάει να συνεχιστεί ο κύκλος της ζωής. Η Κάια ήξερε πως αυτό δεν αποτελούσε κάποια σκοτεινή πλευρά της Φύσης· ήταν απλώς επινοητικοί τρόποι να τα βγάζεις πέρα όταν όλα είναι εναντίον σου. Και με τους ανθρώπους, το πράγμα σίγουρα πήγαινε ακόμα πιο μακριά.» (Απόσπασμα)



Το μυθιστόρημα ξεκινάει με έναν μικρό πρόλογο τοποθετημένο χρονικά στο έτος 1969, στον οποίο η συγγραφέας μας περιγράφει σε δύο μόλις πυκνές παραγράφους το έλος, συμπερασματικά, ως τον τόπο όπου «η ζωή σαπίζει και όζει και επιστρέφει στο βρεγμένο χώμα, έναν βρωμερό λάκκο όπου ο θάνατος γεννοβολά ζωή», και αμέσως μετά πληροφορούμαστε την εύρεση του πτώματος του Τσέις Άντριους.

Με το πρώτο κεφάλαιο να μας μεταφέρει πίσω στο χρόνο, στο έτος 1952, αρχίζει η ιστορία της Κάια, της Πιτσιρίκας του Βάλτου. Στα κεφάλαια που ακολουθούν, η συγγραφέας πηγαινοέρχεται μπρος πίσω στο χρόνο στα διάφορα κεφάλαια, από το 1952 έως το 1970, αποκαλύπτοντας σταδιακά τα ενδιάμεσα γεγονότα μέχρι το θάνατο του Τσέις, και δίνοντας ένα απροσδόκητο και συνταρακτικό φινάλε.

Ποια είναι η Κάια, ή «Πιτσιρίκα του Βάλτου»; Η Κάια ήταν έξι ετών, το μικρότερο παιδί της οικογένειας, όταν η Μητέρα της εγκατέλειψε ξαφνικά τη συζυγική στέγη, χωρίς να ρίξει βλέμμα πίσω της. Σύντομα, όλα τα αδέλφια της ακολούθησαν το φευγιό της, αφήνοντας τελικά την Κάια μόνη, μαζί με τον συχνά απόντα, αλκοολικό και βίαιο πατέρα. Η ζωή της αλλάζει. Είναι υποχρεωμένη να μάθει να φροντίζει την παράγκα τους, να μαγειρεύει, να καθαρίζει και να φροντίζει και τους δυο τους. Πρέπει να μάθει να ψωνίζει, να μαγειρεύει αλλά και να προμηθεύεται φαγητό για τον εαυτό της, σε περίπτωση απουσίας του πατέρα της. Όλα αυτά, ενώ αντιμετωπίζει την απόλυτη ερημιά του βάλτου, τα αισθήματα της εγκατάλειψης και της απώλειας καθώς και τη διάψευση των ελπίδων της ότι, δεν μπορεί, η Μητέρα κάποια στιγμή θα επιστρέψει. Οι περισσότεροι αξιοσέβαστοι ντόπιοι περιφρονούν το κορίτσι, το κρίνουν, το γελοιοποιούν και το εκφοβίζουν. Όμως, ευτυχώς, υπάρχουν και οι λίγοι εκείνοι, όπως ο Σάλτας και η σύζυγός του, η Μέιμπελ, που αν και έχουν τα λιγότερα για να δώσουν, δίνουν στην Κάια τα περισσότερα και τα πιο σημαντικά: καλοσύνη, φιλία, αγάπη και βοήθεια για την επιβίωση.

Η Μητέρα Φύση γίνεται κυριολεκτικά η τροφός  και δασκάλα της Κάια. Μέσα στην πιστή αγκαλιά μιας άγριας φύσης που δεν κάνει διακρίσεις, η Κάια βρίσκει καταφύγιο, κρύβεται και μεγαλώνει ως πρωταρχικό ανεξάρτητο ον, μαθαίνει  για τη ζωή μέσω των αλληλεπιδράσεών της με τα πλάσματα του Βάλτου, αλλά και ενστερνίζεται το ελεύθερο πνεύμα της φύσης.

Αυτά, έως ότου ένα νεαρό αγόρι από την πόλη, ο Τέιτ, που υπήρξε φίλος του μεγαλύτερου αδερφού της, επιζητεί τη φιλία της και την διδάσκει ανάγνωση, γραφή και αριθμητική, ανοίγοντας έτσι ένα μεγάλο, φωτεινό παράθυρο στην μέχρι τότε αγέλαστη ύπαρξή της. Η φιλία του, η αποδοχή του, όσα της διδάσκει, την κάνουν ευτυχισμένη, μέχρι τη στιγμή που ο Τέιτ πρέπει να φύγει για σπουδές στο Πανεπιστήμιο.

Ο δεύτερος νεαρός άνδρας που μπαίνει στη ζωή της, είναι ο Τσέις Άντριους, τοπικός θρύλος του ποδοσφαίρου. Με λόγια και υποσχέσεις, την κάνει να ελπίζει σε ένα μέλλον όπου θα έχει την ευκαιρία να γίνει αποδεκτή, να ανήκει κάπου, να αναπτυχθεί και να αγαπηθεί. Άραγε, θα εξελιχθούν έτσι τα πράγματα, ή θα επαναληφθεί η ίδια παλιά ιστορία;

Το 1969, ο Τσέις Άντριους βρίσκεται νεκρός. Οι εικασίες γίνονται στρόβιλος σχετικά με το κίνητρο και τους πιθανούς υπόπτους, ενώ οργιάζουν ξανά οι φήμες που κυκλοφορούσαν εδώ και χρόνια για τη σχέση του Τσέις με το Κορίτσι του Βάλτου. Θα μπορούσε να είναι αυτή η δολοφόνος του; Τι κίνητρο θα μπορούσε να έχει; Έχει άλλοθι και ποιο; Και ποια θα είναι η αντίδραση της αδιάφορης, υποκριτικής και προκατειλημμένης τοπικής κοινωνίας; Θα την αποδεχτούν ή θα την αναθεματίσουν;

Το μυθιστόρημα ΕΚΕΙ ΠΟΥ ΤΡΑΓΟΥΔΑΝΕ ΟΙ ΚΑΡΑΒΙΔΕΣ είναι μια συγκινητική, άλλοτε σκληρή και κάποιες φορές τρυφερή περιγραφή της γενναίας επιβίωσης της Κάια Κλαρκ, ενός μικρού κοριτσιού που εγκαταλείφθηκε από γονείς, αδέλφια, το σχολικό σύστημα, ολόκληρη την πόλη που την περιβάλλει, και εντέλει από ό,τι αποκαλούμε ζωή. Είναι μια ιστορία αντοχής και επιβίωσης, ελπίδας και αγάπης, απώλειας και ερημιάς, απελπισίας και προκατάληψης, αποφασιστικότητας και δύναμης.

Η γραφή μοναδική, πυκνή και ατμοσφαιρική, εξαιρετικά όμορφη, με καθηλωτική φαντασία, κόβει την ανάσα. Η  ματιά της συγγραφέα στους νόμους της Φύσης τόσο διεισδυτική, που πιστεύω ότι αρκετοί αναγνώστες θα αντιληφθούν και θα κατανοήσουν τη Φύση με αυτόν τον τρόπο για πρώτη φορά. Λυρισμός και ποίηση υπάρχουν στο έργο, μόνο όσο χρειάζεται για να αποδοθούν τα βαθύτερα ανθρώπινα συναισθήματα και η σύνδεση του ανθρώπου με τη μητέρα φύση.

Στο βιβλίο της Εκεί που τραγουδάνε οι καραβίδες, η συγγραφέας, Ντέλια Όουενς, αντιπαραθέτει μια βαθυστόχαστη ωδή προς τον φυσικό κόσμο απέναντι  σε μια εκπληκτική και πανέμορφη ιστορία ενηλικίωσης και ένα μυστήριο που στοιχειώνει. Στοχαστικό, σοφό και βαθιά συγκινητικό, το πρώτο μυθιστόρημα της Όουενς, μας υπενθυμίζει ότι διαμορφωνόμαστε για πάντα από το παιδί μέσα μας, ενώ επίσης εξαρτόμαστε από τα όμορφα και βίαια μυστικά που κρατάει η φύση.

Από τα πιο όμορφα βιβλία που έχω διαβάσει τα τελευταία δέκα χρόνια!

 


Delia Owens (1949) είναι Αμερικανίδα ζωολόγος και συγγραφέας. Για 23 χρόνια, έζησε σε ορισμένες από τις πιο απομακρυσμένες περιοχές της Αφρικής, μελετώντας λιοντάρια, ελέφαντες, και άλλα ζώα. Έχει γράψει, μαζί με τον πρώην σύζυγό της, τρία βιβλία για την άγρια ζωή στην Αφρική, τα οποία έγιναν διεθνείς επιτυχίες. Έχει βραβευτεί με το John Burroughs Award for Nature Writing, ενώ άρθρα και μελέτες της έχουν δημοσιευτεί, μεταξύ άλλων, στο Nature, στο African Journal of Ecology και στο International Wildlife. Το Εκεί που τραγουδάνε οι καραβίδες είναι το πρώτο της μυθοπλαστικό έργο.

 

 https://www.loutraki365.gr/blog/post/logotehniai-aggeliki-mpoyliari-proteinei-ekei-poy-tragoydane-oi-karavides  -  29 December 2021