Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΣΚΕΨΕΙΣ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΣΚΕΨΕΙΣ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 26 Φεβρουαρίου 2017

ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΗΣ ΠΕΤΑΛΟΥΔΑΣ



"Μια μέρα σε ένα κουκούλι εμφανίστηκε μια μικρή τρύπα. Ένας άνθρωπος που περνούσε τυχαία στάθηκε και για ώρες παρατηρούσε την πεταλούδα που προσπαθούσε να βγει από τη μικρή αυτή τρύπα. Μετά από κάμποσες ώρες η πεταλούδα φάνηκε να εγκαταλείπει τις προσπάθειες, ενώ η τρύπα παρέμενε το ίδιο μικρή. Σαν να είχε κάνει η πεταλούδα ό,τι μπορούσε και δεν υπήρχε τίποτε άλλο να γίνει.

Τότε ο άνθρωπος σκέφτηκε να βοηθήσει την πεταλούδα. Πήρε ένα σουγιά, άνοιξε το κουκούλι και η πεταλούδα βγήκε… Όμως το σώμα της ήταν αδύνατο και μουδιασμένο, τα φτερά της δεν ήταν αρκετά ανεπτυγμένα και μόλις που κουνιόταν. Ο άνθρωπος συνέχισε να παρατηρεί, σκεπτόμενος ότι από στιγμή σε στιγμή τα φτερά της πεταλούδας θα άνοιγαν και θα μπορούσαν να σηκώσουν το σώμα της για να πετάξει.

Τίποτα όμως δεν έγινε! Η πεταλούδα πέρασε το υπόλοιπο της ύπαρξής της σέρνοντας το αδύναμο σώμα της  με τα καχεκτικά φτερά της. Ποτέ δεν μπόρεσε να πετάξει!

Ο άνθρωπος αυτός, θέλοντας να την βοηθήσει, θεώρησε πως έκανε μια καλή πράξη. Δεν ήξερε ότι η προσπάθεια της πεταλούδας να περάσει μέσα από την στενή τρύπα του κουκουλιού ήταν απαραίτητη για να μπορέσει να διοχετεύσει τα υγρά του σώματός της στα φτερά της κι έτσι να καταφέρει να πετάξει. Αυτό της το κουκούλι δεν ήταν παρά το καλούπι μέσα από το οποίο ο θεός την ανάγκαζε να περάσει για να μεγαλώσει και να αναπτυχθεί.

Καμιά φορά στη ζωή μας, αυτό ακριβώς που χρειαζόμαστε είναι η προσπάθεια. Αν ο θεός μας επέτρεπε να ζούμε τη ζωή μας χωρίς να συναντήσουμε εμπόδια, θα παραμέναμε «μικροί» και περιορισμένοι: Δεν θα μπορούσαμε να είμαστε τόσο δυνατοί, δεν θα μπορούσαμε να ανοίξουμε φτερά και να πετάξουμε.

·         Ζήτησα δύναμη. Και ο θεός μου έδωσε δυσκολίες για να με κάνει δυνατό.
·         Ζήτησα σοφία. Και ο θεός μου έδωσε προβλήματα να λύσω.
·         Ζήτησα ευημερία. Και ο θεός μου έδωσε μυαλό και μύες για να δουλέψω.
·         Ζήτησα να μπορώ να πετάω. Και ο θεός μου έδωσε εμπόδια να περάσω.
·         Ζήτησα αγάπη. Και ο θεός μου έδωσε ανθρώπους με προβλήματα να βοηθήσω.
·         Ζήτησα εύνοια. Και ο θεός μου έδωσε δυνατότητες.

Δεν έλαβα τίποτα απ’ αυτά που ζήτησα. Όμως, έλαβα όλα όσα χρειαζόμουν!

Ζήσε τη Ζωή χωρίς φόβο, αντιμετώπισε όλα τα εμπόδια και απόδειξε ότι μπορείς να τα ξεπεράσεις!"


ΥΓ1: Μεγάλο σχολείο το Νοσοκομείο ΑΤΤΙΚΟΝ (και κάθε Νοσοκομείο όπου καταφεύγεις για βοήθεια και σωτηρία εσύ ο ίδιος ή κάποιος δικός σου…)
ΥΓ2: Οι αγνωστικιστές μπορούν να αντικαταστήσουν τη λέξη «θεός» με τη λέξη «Φύση» ή «Ζωή». Το μάθημα είναι το ίδιο…





Βρείτε την Αγγελική Μπούλιαρη εδώ:



Παρασκευή 2 Σεπτεμβρίου 2016

Η ΖΩΗ ΕΙΝΑΙ ΑΓΡΙΑ...

ΥΠΑΡΧΕΙ ΛΟΓΟΣ, στο magic bus της Σεμίνας Διγενή,
Εφημερίδα Realnews, Κυριακή, 28 Αυγούστου 2016

Γράφει η ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΜΠΟΥΛΙΑΡΗ


Οι "Ευρυδίκες" μου


Παιδί ακόμα, συνάντησα την πρώτη Ευρυδίκη σε μια γειτονιά δίπλα στις γραμμές του τραίνου στον Πειραιά. Μοιραζόμαστε την ίδια εσωτερική αυλή.
Μια μέρα ακούστηκε ότι ο άντρας της δοκίμασε να της βάλει φωτιά ρίχνοντάς της οινόπνευμα. Δεν το πίστεψα. Όμως, εκείνη κυκλοφορούσε για καιρό μετά με μαντίλι στο κεφάλι.

Η άλλη Ευρυδίκη ήταν η «αστεφάνωτη» στην άκρη της αυλής.
Ένα μεσημέρι την είδα που έκλαιγε. Επιθυμούσε την οικογένειά της, μια οικογένεια, ένα παιδί. Όμως ο γάμος ήταν «αντίθετος με τις πεποιθήσεις του φίλου της».
Αυτή μού είπε: «Η ζωή είναι άγρια κι αν σε βρει μπόσικη, σε τσακίζει σαν κλαδί».

Η τρίτη Ευρυδίκη ήταν η μαμά μιας συμμαθήτριάς μου. Ο άντρας της ήταν ναυτικός και πότης. Όποτε επέστρεφε στο σπίτι του, εκείνη κυκλοφορούσε με μαύρα γυαλιά.
Το σούρουπο ανέβαινα στην ταράτσα κι αγνάντευα τα φουγάρα των εργοστασίων.
Με φανταζόμουν δικηγόρο να υπερασπίζεται τις Ευρυδίκες στο δικαστήριο με ευγλωττία ηθοποιού. Ονειρευόμουν ότι έδινα φωνή και δύναμη στα πληγωμένα παιδιά, στις φυλακισμένες γυναίκες.

Αυτό προσπάθησα με την Ευρυδίκη του βιβλίου μου «Δραπέτες του ονείρου»  που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις Εκδόσεις Ωκεανός.  Συνέβαλαν κι άλλα στη γέννησή της, αλλά δεν μπορώ να τα αποκαλύψω όλα. Βλέπετε, ο συγγραφέας τρέφεται από τα μυστικά του…





Βρείτε τους Δραπέτες του ονείρου εδώ:




Βρείτε την Αγγελική Μπούλιαρη και τα βιβλία της εδώ:
http://www.goodreads.com/author/show/6448557





Κυριακή 10 Ιουλίου 2016

ΕΧΕ ΤΟ ΝΟΥ ΣΟΥ! ΠΡΟΣΠΑΘΗΣΕ ΝΑ ΕΙΣΑΙ ΕΥΤΥΧΙΣΜΕΝΟΣ!


Βρίσκεσαι στο Νοσοκομείο Αττικόν. Σε μια δύσκολη μονάδα, αυτή των μεταμοσχεύσεων. Ασθενείς και συνοδοί περιμένουν υπομονετικά τη σειρά τους για να τους δει ο γιατρός, φορώντας τις απαραίτητες μάσκες. Κόβεις βόλτες πάνω-κάτω στο διάδρομο για να σπρώξεις τα λεπτά, τα μισάωρα, τις ώρες. Και ξαφνικά βλέπεις αυτό το κείμενο κολλημένο στο τζάμι. Αρχίζεις να διαβάζεις, και βυθίζεσαι. Δεν ξεχνιέσαι, απλώς φωτίζεις τον γκριζωπό διάδρομο, ζεσταίνεις το χέρι του μικρού παιδιού μέσα σου. Ίσως να μαντεύεις τον συντάκτη, αλλά δεν τον ξέρεις, ούτε αναφέρεται κάπου. Όπως και να έχει... "Έχε το νου σου!"   


"Προχώρα ήρεμα ανάμεσα στον θόρυβο και τη βιασύνη, και αναλογίσου πόση ειρήνη μπορεί να υπάρξει μέσα στην ησυχία.

Όσο σου είναι δυνατόν, και δίχως υποταγή, προσπάθησε να έχεις αγαθές σχέσεις με τους ανθρώπους.

Λέγε την αλήθεια σου ήρεμα και καθαρά. Άκουγε τους άλλους, ακόμα και τους πληκτικούς και αμαθείς – έχουν και αυτοί τη δική τους ιστορία…

Να αποφεύγεις τα επιθετικά και θορυβώδη άτομα, είναι μια ενόχληση για το πνεύμα.

Εάν συγκρίνεις τον εαυτό σου με άλλους, υπάρχει κίνδυνος να γίνεις ματαιόδοξος ή πικραμένος, γιατί πάντα θα υπάρχουν καλύτεροι ή χειρότεροι από σένα.

Να χαίρεσαι τις επιτυχίες σου και τα όνειρά σου. Κράτα το ενδιαφέρον σου για την δουλειά σου, όσο ταπεινή και αν είναι. Είναι ένα πραγματικό απόκτημα μέσα στις εναλλαγές της τύχης.

Να είσαι προσεκτικός στις δουλειές σου, γιατί ο κόσμος είναι γεμάτος από απάτες. Αλλά αυτό να μην σε τυφλώνει και στις αρετές που υπάρχουν. Υπάρχουν πολλοί άνθρωποι με ανώτερα ιδανικά, και πάντα η ζωή είναι γεμάτη από ηρωισμούς.

Να είσαι ο πραγματικός εαυτός σου. Και προπαντός να μην υποκρίνεσαι στοργή. Ούτε, όμως, να είσαι κυνικός με την αγάπη, γιατί παρ’ όλη την ξηρασία και την απογοήτευση, αυτή πάντα ξεφυτρώνει σαν την αιώνια πρασινάδα.

Δέξου με καλοσύνη την εμπειρία των ετών και παραχώρησε με χάρη τα πράγματα στα νιάτα.

Καλλιέργησε την δύναμη του πνεύματός σου για να προφυλαχθείς πίσω από την ασπίδα του σε μια ξαφνική κακοτυχία. Αλλά μην βασανίζεις τον εαυτό σου με έγνοιες για το τι θα γίνει. Πολλοί φόβοι είναι αποκυήματα κόπωσης και μοναξιάς.

Είσαι και εσύ παιδί του σύμπαντος, όπως είναι τα δένδρα και τα άστρα, και έχεις κι εσύ το δικαίωμα να βρίσκεσαι εδώ. Και είτε το καταλαβαίνεις είτε όχι, αναμφίβολα το σύμπαν φανερώνεται όπως πρέπει. Γι’ αυτό, να βρίσκεσαι σε ειρήνη με τον Θεό σου, όπως εσύ Τον φαντάζεσαι ότι είναι, και παρ’ όλους τους κόπους και τους αγώνες σου μέσα σε αυτή τη φοβερή δίνη της ζωής, προσπάθησε να είναι ήρεμη η ψυχή σου…

Παρ’ όλη την υποκρισία, τη μονοτονία και τα γκρεμισμένα όνειρα, αυτός ο κόσμος εξακολουθεί να είναι ωραίος.

Έχε το νου σου! Προσπάθησε να είσαι ευτυχισμένος!"


Βρείτε την Αγγελική Μπούλιαρη και τα βιβλία της εδώ: 

Τετάρτη 26 Μαρτίου 2014

Ο ΞΑΔΕΡΦΟΣ ΑΝΤΩΝΗΣ ΚΑΙ Η ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ ΣΤΟ ΕΞΟΧΙΚΟ - Διήγημα


Εφτάμισι το πρωί κι ένα μυστικό ξυπνητήρι ήχησε μέσα στο κεφάλι της. Ώρα να σηκωθεί, να πάρει τα πρωινά φάρμακα και να φροντίσει τη Μοίρα. Με μισόκλειστα μάτια, τέντωσε αργά τα κουρασμένα μέλη της και, ω, πάνω στην έκταση του χεριού της, αμέσως θυμήθηκε το πιο σημαντικό, να ετοιμάσει ένα εορταστικό, στο μεγαλύτερο μέρος του ελληνικό δείπνο, για τον αγαπημένο της ξάδερφο, τον Αντώνη. Θα τους επισκεπτόταν μαζί με την Αγγλίδα σύζυγό του Ρέιτσελ και τις δύο έφηβες κόρες τους, Σόνια και Στέφη.
Είχαν περάσει χρόνια από την τελευταία φορά που τους είχαν δει. Τότε τα κορίτσια ήταν μικρά, και ο εξωτερικός χώρος του σπιτιού τους με τον κήπο δεν είχε ακόμα διαμορφωθεί, υπήρχαν διάσπαρτες πέτρες στο κτήμα και ξεχασμένα σίδερα και καλώδια, κι εκείνη ως κλασική ελληνίδα θεία έτρεχε ξοπίσω τους ανήσυχη για να προλάβει κάποιο ενδεχόμενο μικρό ατύχημα. Στη συνέχεια, ο Αντώνης αναζητώντας μια καλύτερη τύχη για τον ίδιο και την οικογένειά του, βρέθηκε από το Λονδίνο στο Παρίσι για να καταλήξει οριστικά πια στις Βρυξέλλες. Όλα αυτά τα χρόνια ήταν πολύ απασχολημένος με την καριέρα του και με την προσαρμογή της οικογένειας στις καινούργιες συνθήκες, έτσι ο περιορισμένος ελεύθερος χρόνος δεν του είχε επιτρέψει μια επίσκεψη στην ξαδέρφη με την οποία τόσες ασχολίες και μυστικά είχαν μοιραστεί στα χρόνια της δικής τους εφηβείας.
Πάντα ήταν πολύ κοντά η Λένη με τον Αντώνη. Μοναχοπαίδια και τα δύο, εκείνη τον έβλεπε σαν τον μικρότερο αδερφό της κι εκείνος σαν τη μεγαλύτερη αδερφή του. Ποτέ δεν μπήκε κάτι ανάμεσά τους για να διαταράξει την ειρηνική πορεία της σχέσης τους. Αν και γενικά λέγεται ότι οι γυναίκες δεν τα πάνε καλά με τις άλλες γυναίκες έστω και συγγενείς τους, ο ερχομός της Ρέιτσελ στη ζωή του Αντώνη και ο δεκαπενταετής έγγαμος βίος του σχεδόν τίποτα δεν άλλαξε στη φιλία τους, και η ατμόσφαιρα ανάμεσα στις νέες, δικές τους οικογένειες παρέμενε με αραιές επαφές, κυρίως τηλεφωνικές, σταθερά αγαπητή και χαρούμενη.
Όπως και να ’χε, η Λένη ήξερε ότι τους άρεσαν ιδιαίτερα κάποια φαγητά, έτσι άρχισε γρήγορα να οργανώνει ένα ενδιαφέρον μενού στο μυαλό της, σημειώνοντας σ’ ένα κομμάτι χαρτί τις ανάλογες αγορές.
Άνοιξε την πόρτα της εισόδου και το εκτυφλωτικό καλοκαιρινό ηλιόφως όρμησε μέσα στο σπίτι. Η Μοίρα την περίμενε κιόλας απέξω, στην κορυφή της λευκής μαρμάρινης σκάλας, κάτασπρη και πεντακάθαρη, καθισμένη κομψά στα πίσω της πόδια. Ποτέ παραπονούμενη, ή ανυπόμονη και νευρική, την κάρφωνε με τα πράσινα μάτια της με τον συνηθισμένο περήφανο και αξιοπρεπή τρόπο της.
Μ’ αυτόν τον ίδιο τρόπο την είχε κοιτάξει την πρώτη φορά που την συνάντησε στην ίδια ακριβώς θέση. Είχε μόνο νιαουρίσει δυο φορές, η στάση και το βλέμμα της έδειχναν ευγένεια και ηπιότητα, κι ήταν σαν να έλεγε: «Χρειάζομαι βοήθεια, αλλά δεν απαιτώ ούτε επαιτώ. Απλώς σου το ζητάω ευγενικά. Μπορείς να με βοηθήσεις». Η Λένη αμέσως ξέχασε ότι όχι πολύ καιρό πριν είχε πει στον άντρα της και τους γιους της ότι είχε κουραστεί να υιοθετεί κατοικίδια που είτε τους εγκατέλειπαν είτε ακόμα χειρότερα  πέθαιναν, με αποτέλεσμα όλοι να στενοχωριούνται – όταν ήταν μικρότερα τα αγόρια, έκλαιγαν σε κάθε νέο ατύχημα και η ίδια έψαχνε για τον κατάλληλο τάφο ώστε να αναπαύονται οι ψυχούλες τους εν ειρήνη. Έσκυψε και χάιδεψε απαλά τη μαλακή της γούνα. Τόσο όμορφη! Την αγάπησε αμέσως. Ήταν έγκυος.
Το απόγευμα, όταν έφτασαν τα ξαδέρφια και οι ανιψιές, μετά τις αγκαλιές, τα φιλιά και τα ξεφωνητά χαράς, κάθισαν όλοι στην ευρύχωρη βεράντα, να πάρουν πρώτα καφέ ή τσάι συνοδευμένα από σπιτίσιο κέικ και μπισκότα. Συζητούσαν και γελούσαν και με απόλαυση παρακολουθούσαν ένα από τα πιο μαγευτικά ελληνικά τοπία και ηλιοβασιλέματα. Η θέα από κει ήταν εκπληκτική. Πρώτα απλωνόταν ο κήπος μπροστά τους, το καύχημα της Λένης, μιας και είχε φυτέψει τα περισσότερα από τα ψηλά δέντρα με τα ίδια της τα χέρια, έπειτα τα μάτια ταξίδευαν μακρύτερα στα χωράφια με τα ελαιόδεντρα, το γρασίδι διάστικτο από μαργαρίτες, παπαρούνες, αγριολούλουδα και θάμνους, περνούσαν την κύρια οδό που οδηγούσε στο κέντρο της πόλης και τέλος έφταναν στην μακριά ακτογραμμή, όπου αντάμωναν τη θάλασσα με τα ποικίλα χρώματα και την κυκλοθυμική διάθεση, μα και τον ήλιο, δίσκο πορφυροκόκκινο με κίτρινες πινελιές, να βυθίζεται βιαστικά και θαυμάσια μέσα στα βαθιά σκουρογάλαζα νερά, στο άνοιγμα ανάμεσα στα δυο αντιμέτωπα ακρωτήρια. Ήταν μια δύση μεγαλοπρεπής. Λίγοι τόποι μπορούσαν να ανταγωνιστούν αυτόν εδώ στο ηλιοβασίλεμα, αλλά ήταν αμφίβολο αν μπορούσαν να το νικήσουν.
Όλα προοιώνιζαν ένα τέλειο βράδυ.
Με αρωματικά κεριά καλωσόρισαν τη νύχτα, με νόστιμους μεζέδες, σπαγγέτι με θαλασσινά και γευστικό ντόπιο κρασί, και ανάμεσα στα αστεία, τις αναμνήσεις και τα πειράγματα, ήρθε η κουβέντα και στις καλοκαιρινές διακοπές. «Γιατί δεν έρχεστε να περάσετε μια βδομάδα μαζί μας; Θα είστε φιλοξενούμενοί μας και σίγουρα θα περάσουμε υπέροχα!» προσκάλεσε η Λένη τον ξάδερφο Αντώνη και την οικογένειά του, κι εκείνοι δέχτηκαν με ενθουσιασμό.
Και ξαφνικά, μέσα σε μια στιγμή, επικράτησε χάος στην παρέα στο τραπέζι. Η Ρέιτσελ και οι κόρες της, η Σόνια και η Στέφη, ξαφνικά πετάχτηκαν όρθιες σπρώχνοντας με δύναμη πίσω τις καρέκλες τους που έπεσαν με πάταγο στα πλακάκια, ύστερα άρχισαν να στριγγλίζουν και να ουρλιάζουν και να τρέχουν γύρω-γύρω από το τραπέζι για να αποφύγουν την επίθεση κάποιου εχθρού που οι υπόλοιποι – η Λένη, ο άντρας της, ο Σπύρος,  και οι δύο γιοί τους, ο Κώστας και ο Χρήστος, με τις φίλες τους – δεν μπορούσαν να δουν.
Ο ξάδερφος Αντώνης παρακολουθούσε βουβός και φανερά αμήχανος μη γνωρίζοντας τι να πει και τι να κάνει. Όλοι τους παρακολουθούσαν μπερδεμένοι. Υπέθεσαν ότι κάποιο έντομο ή κάποιο άλλο μικρό πλάσμα είχε εμφανιστεί ξαφνικά και τις είχε τρομάξει και χαμογέλασαν με κατανόηση. Αχ, αυτές οι υπερβολικές αντιδράσεις των ανθρώπων της πόλης που έχουν αποξενωθεί ακόμα και από τα απλά είδη της Φύσης…
Η Μοίρα ήταν το επικίνδυνο πλάσμα! Όχι, όχι, δεν την φοβούνταν, έλεγαν ανάμεσα σε φωνές και κραυγές, μορφασμούς και νευρικά τινάγματα των χεριών, αλλά, να, όλες τους, και οι τρεις τους, έβρισκαν αηδιαστικές τις γάτες, ανατρίχιαζαν και στην απλή θέα τους! Η Λένη αναγκάστηκε να πάρει τη Μοίρα στην αγκαλιά της και να την μεταφέρει έξω στον κήπο, ενώ ο άντρας της προσπάθησε να καθησυχάσει τις επισκέπτριες, λέγοντας πως η Μοίρα ήταν μια πολύ πράα και φιλική γάτα που είχε πρόσφατα γεννήσει μερικά πανέμορφα γατάκια. Μάταια. Το καθήκον να τις ηρεμήσει αποδεικνυόταν πολύ πιο δύσκολο απ’ ότι είχε αρχικά υποθέσει. Η τρομαγμένη ομάδα των τριών γυναικών βρισκόταν σε συνεχή επιφυλακή για μια νέα επανεμφάνιση της Μοίρας, με δυσκολία πρόσεχαν τις πιατέλες με τα φαγητά, δεν συμμετείχαν σε άλλη συζήτηση και δεν απόλαυσαν στο ελάχιστο το υπόλοιπο του δείπνου. Ούτε και οι παγωμένοι οικοδεσπότες, φυσικά.
Παρέλειψαν τα φρούτα και τα επιδόρπια και μετά από λίγο με μάλλον φανερή ανακούφιση σηκώθηκαν να φύγουν. Ευχαρίστησαν τη Λένη και την οικογένειά της για όλα και τους προσκάλεσαν με κάποια τυπικότητα στο νέο τους διαμέρισμα στην Αθήνα. Βέβαια, η Λένη επανέλαβε με ειλικρινή προθυμία την πρόσκληση να περάσουν κάποιες από τις ημέρες των καλοκαιρινών διακοπών μαζί τους στην εξοχή, αλλά εκείνοι μουρμούρισαν ότι ακόμη δεν ήξεραν πού και για πόσον καιρό θα πήγαιναν φέτος το καλοκαίρι, και βιάστηκαν να μπουν στο αυτοκίνητό τους και να φύγουν.
Η Λένη έμεινε να κοιτάζει το αυτοκίνητο που απομακρυνόταν. Ο Σπύρος την πλησίασε και πέρασε το μπράτσο του στους ώμους της. «Έλα, πάμε μέσα», είπε, «έπιασε ψύχρα, θα κρυώσεις».
Η Λένη τον κοίταξε στα μάτια. «Ξέρεις», είπε μελαγχολικά, «δεν νομίζω ότι θα δεχτούν ποτέ αυτή την πρόσκληση. Ούτε κάποια άλλη».


Το διήγημα δημοσιεύτηκε στο Anemos Magazine την 14-03-2014





Τετάρτη 20 Νοεμβρίου 2013

ΔΙΑΦΟΡΟΙ ΤΥΠΟΙ ΕΚΔΟΤΩΝ ΚΑΙ ΤΑ ΟΧΙ ΤΟΥΣ (Η ΑΛΛΙΩΣ, ΣΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΧΑΜΕΝΟΥ ΕΚΔΟΤΗ)

  Φίλες και Φίλοι,

Σκέφτηκα σήμερα μια αλλιώτικη ανάρτηση. Αντί να μιλήσω για τις καλές κριτικές και τα θετικά σχόλια των δύο πρώτων μου βιβλίων ("Πόσο λαμπερός ο ήλιος, πόσο κίτρινα τα τρόλεϊ" και "Η αγάπη φυλαχτό"), να σας αποκαλύψω τις αρνήσεις που δέχτηκα προηγουμένως, τα Όχι που εισέπραξα από διάφορους εκδότες καθώς και την αιτιολογία τους (συχνά ασαφή και κάποιες φορές ανεύθυνη έως και κωμική).

Ξεκινάμε, λοιπόν!

1. Ο ευγενής εκδότης

"Διαβάσαμε με μεγάλη προσοχή το έργο σας που είχατε την καλοσύνη να μας προτείνετε για έκδοση και κυκλοφορία από τον εκδοτικό μας οίκο.
Το φορτωμένο πολυετές πρόγραμμά μας και ο περιορισμένος αριθμός βιβλίων που μπορούμε να κυκλοφορούμε κάθε έτος, δεν μας επέτρεψαν να συμπεριλάβουμε και το δικό σας έργο στα εκδοτικά μας σχέδια.
Σας ευχαριστούμε για την προτίμησή σας στον εκδοτικό μας οίκο και σας ευχόμαστε κάθε επιτυχία."


2. Ο... 'υπεύθυνος'

Εδώ δεν λάβαινα ούτε το πολυπόθητο τηλεφώνημα με το οποίο συνήθως σε ειδοποιούν για την αποδοχή του έργου σου, ούτε όμως και αρνητική επιστολή, και επειδή στο τηλέφωνο μου έδιναν ασαφείς απαντήσεις, αποφάσισα να επισκεφθώ αυτοπροσώπως τα γραφεία του εκδότη. Οποία έκπληξη με περίμενε! Το χειρόγραφο είχε χαθεί! Και καμία συγνώμη δεν συνόδευσε τη φράση αυτή.


3. Άρνηση με το γάντι

"Θα θέλαμε να σας εκφράσουμε τις ευχαριστίες μας για το ιδιαίτερα ενδιαφέρον δείγμα της δουλειάς σας που μας στείλατε.
Δυστυχώς όμως η έκδοση βιβλίων παρόμοιου θέματος δεν συγκαταλέγεται στα εκδοτικά σχέδια της εταιρίας, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά το άμεσο μέλλον.
Ευχαριστούμε και πάλι για την προτίμησή σας."

Σημείωση: Εδώ είχαμε "ιδιαίτερα ενδιαφέρον δείγμα δουλειάς", αλλά η έρημη "θεματολογία" τα στράβωσε πάλι.


4. Ο τυπικότατος

"Η επιτροπή των αναγνωστών μας διάβασε το έργο σας . Δυστυχώς δεν έχουμε τη δυνατότητα να το εντάξουμε στο εκδοτικό μας πρόγραμμα στο προσεχές μέλλον.
Υ.Γ. Με τά το πέρας έξι μηνών από την ημερομηνία της παρούσης επιστολής, εάν το κατατεθειμένο αντίτυπο του έργου σας δεν ζητηθεί, πολτοποιείται."

Σημείωση: Πάλι καλά που ενημερώθηκα για την πολτοποίηση. Σοβαρολογώ, το βρήκα έντιμο.


5. Ο γενναιόδωρος

 "Σας στέλνουμε το έργο σας, το οποίο είχατε την καλοσύνη να μας υποβάλετε για ανάγνωση. Μετά από πολύ προσεχτική θεώρηση του περιεχομένου, θα θέλαμε να σας πληροφορήσουμε ότι δεν μπορεί να ενταχθεί στις διάφορες σειρές μας.
Σας ευχαριστούμε για την προτίμηση που δείξατε στον εκδοτικό μας οίκο και ελπίζουμε ότι στο μέλλον θα μας υποβάλετε κάποιο άλλο δικό σας έργο. Όσο για το παρόν, πιστεύουμε ότι θα βρει σύντομα την τύχη που του αξίζει κάτω από μιαν άλλη στέγη."

Σημείωση: Γενναιόδωρος μεν, αλλά φυσικά, μακριά από μας και όπου θέλει ας πάει! 



6. Ο... 'ειλικρινής'

"Κάντε υπομονή. Το καλό πράγμα αργεί να γίνει", επαναλάμβανε επί μήνες, χωρίς να αποδεσμεύει το χειρόγραφο (ήθελε, βλέπεις, αποκλειστικότητα) μόνο και μόνο για να πληροφορηθώ στο τέλος από τη γραμματέα ότι "Δυστυχώς, δεν θα συνεργαστούμε"!

 

7. Και ο... μαραθωνοδρόμος

"Σας ευχαριστούμε πολύ για το δείγμα της δουλειάς σας που μας αποστείλατε.
Αν και κρίνουμε ότι το έργο σας παρουσιάζει ορισμένο ενδιαφέρον και έχει αρκετά θετικά στοιχεία ως προς το είδος του, δυστυχώς δεν δυνάμεθα να το εντάξουμε στο εκδοτικό μας πρόγραμμα των προσεχών ετών, καθώς η θεματολογία του δεν εμπίπτει στα άμεσα ενδιαφέροντα του οίκου μας.
Ευχαριστούμε πολύ για την προτίμησή σας."

Σημείωση: Προσέξτε τις λέξεις "δείγμα" και "έργο"! Στην πραγματικότητα επρόκειτο και για τα δύο μυθιστορήματα, (Η αγάπη φυλαχτό, και Πόσο λαμπερός ο ήλιος Πόσο κίτρινα τα τρόλεϊ), τα οποία υποτίθεται ότι διάβασε - μάλλον απνευστί - εντός 15 (!) ημερών, πράγμα που όπως αντιλαμβάνεστε από το λίγο του χρόνου αλλά και από τον όγκο των δύο μυθιστορημάτων καθώς και την απουσία θέματος και τίτλων, είναι παραπάνω από φανερό ότι δεν είχε γίνει!
Τι να πω εξάλλου για "τα προσεχή έτη"; Ήταν σαφές ότι ο συγκεκριμένος κύριος, για δικούς του λόγους, ήθελε να με αποφύγει δια παντός
Επίσης προσέξτε τη λέξη "θεματολογία". Ποια ακριβώς ήταν η θεματολογία αρεσκείας του εκδότη; Δεν μου είχαν αναφέρει κάτι σχετικό, ώστε να αποφύγω κι εγώ τον κόπο. Γιατί εγώ ξέρω τι γράφω: Κοινωνικό μυθιστόρημα, αν πρέπει σώνει και καλά να το ορίσω. 


Για να είμαι δίκαιη, ωστόσο, η αιτιολογία της θεματολογίας χρησιμοποιήθηκε αρκετές φορές ως λόγος απόρριψης. Και απ' αυτό μπορεί κανείς εύκολα να συμπεράνει ότι οι σχέσεις μέσα στην οικογένεια, σχέσεις γονέων-παιδιών, η αυτοκτονία, η μοναξιά, ο φόβος και η συστολή, ο γάμος, το τέλμα της συμβίωσης και η πάλη των φύλων, η εργασία, ο έρωτας, η φιλία, η επιμονή και ο αγώνας για ευτυχία και ισορροπία - αυτά θίγονται στα δύο πρώτα βιβλία μου, όπως οι αναγνώστες τους γνωρίζουν - είναι 'ανάξια' πράγματα και δεν ενδιαφέρουν τους συγκεκριμένους εκδότες. 

Μάλιστα... Ακόμη αγνοώ ποια θέματα θα τους κέντριζαν το ενδιαφέρον, αλλά πια δεν με απασχολεί.
Αναφέρω πάντως, ότι ένας από τους παραπάνω εκδότες εκείνο τον καιρό κυκλοφόρησε και διαφήμιζε με τυμπανοκρουσίες έργο το οποίο ξεκινούσε με το μεσημεριανό ραχάτι στο κρεβάτι ενός άρρενα που ασχολείτο με την στύση του! Καλά, υποθέτω ότι, ναι, αυτή ήταν πραγματικά ενδιαφέρουσα θεματολογία! 



Βρείτε την Αγγελική Μπούλιαρη και τα βιβλία της εδώ:

http://www.anemosekdotiki.gr/pezografia/egw-agapw-auth-kapnizei.html

































































Πέμπτη 7 Μαρτίου 2013

ΟΙ ΜΕΛΙΤΖΑΝΕΣ



Η μητέρα είναι ένα πολύ δυναμικό και ανεξάρτητο άτομο. Το μυαλό της είναι θηλυκό, γεννάει ιδέες όλη την ώρα, ωστόσο η τόλμη και η αυταρχικότητά της θυμίζουν στρατηγό. Θα ήταν καλύτερα αν είχε γεννηθεί άντρας. Έτσι θα είχε επιβάλει τις απόψεις της και θα είχε πραγματοποιήσει πολλά σχέδιά της, που έμειναν στάσιμα, επειδή σκόνταφταν στην υπογραφή του συζύγου, που δεν ήταν διαθέσιμη. Απ’ αυτή την άποψη, οι δύο σύζυγοι της μητέρας μου μάλλον εμπόδιο ήταν στο δρόμο της.
Και οι δυο τους, ωστόσο, πέθαναν μόλις πέρασαν τα εξήντα. Κι αν τον πρώτο, τον πατέρα μου, τον είχε χωρίσει νωρίς, ελπίζοντας σε κάποιον καλύτερο, όταν αποδήμησε ο δεύτερος, βρισκόταν και η ίδια σε μια ώριμη ηλικία, αργά για καινούργια πλάνα για τον περισσότερο κόσμο. Μια φορά σκέφτηκα πως η πορεία της ως συζύγου στη ζωή ήταν προδιαγεγραμμένη, και της το είπα: «Αχ, μαμά. Όποιον και να διάλεγες από τους δύο, πάλι χήρα θα έμενες». Εννοούσα, φυσικά, ότι θα έμενε μόνη, χωρίς παρέα. Με κάρφωσε με αυστηρό βλέμμα και με ρώτησε σιβυλλικά: «Έτσι λες;» Υποθέτω, τώρα που το ξανασκέφτομαι, ότι δεν της άρεσε αυτή η εικόνα για τον εαυτό της, να είναι μια γυναίκα αδύναμη, που έχει την ανάγκη ενός άντρα.






 Αφού πέρασε η επιβαλλόμενη περίοδος πένθους, η μητέρα άρχισε να οδηγεί συστηματικά το αυτοκίνητο, να απολαμβάνει τον καφέ της με τη συνοδεία σιγαρέτων, και να ανακαινίζει το πατρικό της στην εξοχή. Όταν όλα ήταν έτοιμα, μας ανακοίνωσε ότι θα μετακόμιζε εκεί οριστικά. Ανησυχούσαμε αν μετά από μια ολόκληρη ζωή στην πόλη, θα κατάφερνε να προσαρμοστεί στην επαρχία, και ελπίζαμε ότι θα μοίραζε το χρόνο της ανάμεσα στην εξοχή και στην πόλη, όπου βρισκόμαστε τα παιδιά και τα εγγόνια της.

Σύντομα αποδείχτηκε ότι δεν συνέτρεχε κανένας λόγος ανησυχίας. Πέρα από την ενασχόληση με το σπίτι, η ενέργειά της διοχετεύθηκε στη φύση. Απόχτησε λαχανόκηπο όπου καλλιεργούσε λαχανικά της εποχής και όλων των ειδών τα μυρωδικά. Ένα ορνιθοτροφείο και μερικές χήνες προστέθηκαν στις ασχολίες της, ενώ την ‘οικογένεια’ συμπλήρωσε μία καρπερή γατούλα με έξι πανέμορφα γατάκια, που προς μεγάλη της χαρά, έτρεχαν να την υποδεχτούν, μόλις φαινόταν στο δρομάκι την καθορισμένη ώρα φαγητού, και την ακολουθούσαν σαν υπάκουα σκυλάκια!






Σύντομα, όμως, εξαφανίστηκαν και οι ελπίδες μας να μας επισκέπτεται στην πόλη. Βεβαίως, είχαμε επίγνωση ότι όπως δεν υπήρξε ποτέ η συμβατική μαμά, δεν θα γινόταν ούτε η συμβατική γιαγιά και ηλικιωμένη, αλλά και πάλι δυσκολευόμαστε να δεχτούμε ότι όλη της η ζωή ήταν τώρα ο λαχανόκηπος και τα πουλερικά, και ότι δεν περίσσευε καθόλου χρόνος για μας. Τα φυτά, έλεγε με τρόπο αυταρχικό που ουδεμία αντίρρηση ή διαμαρτυρία σήκωνε, χρειάζονταν συνεχή φροντίδα και η ίδια έπρεπε να είναι πάντα παρούσα, ώστε να τα προφυλάξει από τις αντίξοες καιρικές συνθήκες, όσο για τα ζωντανά, έπρεπε να έχουν τροφή και νερό σε καθημερινή βάση. Κανείς δεν μπορούσε να αναλάβει το καθήκον αυτό με τη δική της υπευθυνότητα.
 Και κατέληγε με την υπόδειξη να την επισκεφτούμε εμείς για να μας δει και να μας δώσει και το μερίδιό μας από τη σοδειά. Για ποιο λόγο άλλωστε κουραζόταν, αν όχι για να εφοδιάσει εμάς με φρέσκα λαχανικά και αυγά; Δεν είχε νόημα να μιλήσουμε για τις απαιτήσεις της οικογένειας, της εργασίας, των παιδιών του καθενός από μας. Τα δικά μας λεγόμενα ήταν υπό αμφισβήτηση, τα δικά της ποτέ.







Σε μια τέτοια επίσκεψή μου, ταξίδι-αστραπή, το περασμένο Καλοκαίρι - το μεσημέρι έφτασα και το επόμενο πρωί θα έφευγα - πέρα από την ώρα του απογευματινού καφέ, ελάχιστο άλλο χρόνο περάσαμε μαζί. Ήταν πολύ απασχολημένη με όλον αυτόν τον καινούργιο κόσμο που είχε δημιουργήσει και για τον οποίο ένιωθε πολύ περήφανη. Για να μάθω τα νέα της και να της μεταφέρω τα δικά μου, πήγαινα ξοπίσω της τρέχοντας, επειδή παρά την ηλικία της περπατάει πολύ γρήγορα και με στητό παράστημα, τόσο που μόλις το αντιλήφθηκα, έπαψα να ανησυχώ για το κάπνισμα και την υγεία της.  

Τη συνόδευσα, λοιπόν, μέχρι το φαρμακείο, όπου αγόρασε φάρμακα για δυο τρεις μόνους και ανήμπορους  ‘ηλικιωμένους’. Από κοντά της, στη συνέχεια, για να ταϊσει και να ποτίσει όλα τα ζωντανά, να συγκεντρώσει και να κλείσει στα σπιτάκια τους τις χήνες και τις κότες, προσέχοντας να μην της επιτεθεί ένας ωραίος αλλά μαχητικός πετεινός.



Επιστρέφοντας στο σπίτι, κι ενώ είχε πια σκοτεινιάσει για τα καλά, ήμουν σίγουρη πως είχαν τελειώσει οι κάθε είδους ασχολίες της και θα είχαμε επιτέλους την ευκαιρία να περάσουμε οι δυο μας ένα όμορφο βράδυ με την ησυχία μας. Μπροστά στην είσοδο του λαχανόκηπου, όμως, σταμάτησε απότομα. «Ανέβα εσύ στο σπίτι κι εγώ θα έρθω σε λίγο. Θέλω να μαζέψω λίγες μελιτζάνες για να τις πάρεις μαζί σου». Δεν είχε νόημα να της πω πως δεν χρειαζόταν να το κάνει αυτό ή να επιμείνω να της κάνω παρέα. Έκανε κρύο και ψύχρα, είπε αποφασιστικά, τα κουνούπια πάντα μου είχαν αδυναμία, οι τσουκνίδες θα έπρηζαν τα γυμνά πόδια μου και επιπλέον θα λέρωνα τα πέδιλά μου! Η ίδια ήταν εφοδιασμένη με γαλότσες, γάντια, μαχαίρι και φακό. Υπάκουσα.

Ανέβηκα στο σπίτι. Έφτιαξα ένα ζεστό ρόφημα και το έπινα παρακολουθώντας τις ειδήσεις στην τηλεόραση. Η ώρα περνούσε και η μητέρα ακόμη να φανεί. Έριξα μια εσάρπα στους ώμους και βγήκα στο μπαλκόνι από τη μεριά που έβλεπε στον κήπο. Μέσα στο απόλυτο σκοτάδι, υπήρχε μόνο ένα μικρό φως και μια ανθρώπινη σκιά που πηγαινοερχόταν από το ένα φυτό στο άλλο. Η μητέρα μου με το φακό της.

«Φτάνουν οι μελιτζάνες. Πόσες πια θα πάρω μαζί μου», είπα όσο πιο ήρεμα μπορούσα.
«Μελιτζάνες νομίζεις πως μαζεύω; Έχω άλλη δουλειά πιο σοβαρή να κάνω», απάντησε σκυμμένη πάνω από ένα φυτό, χωρίς να σηκώσει το κεφάλι της.
«Τι συμβαίνει;» ρώτησα παραξενεμένη.
«Είναι κάτι ζουζούνια που τρελαίνονται για τις μελιτζάνες».
«Και τι κάνεις;»
«Τα μαζεύω ένα-ένα από κάθε μελιτζανιά».
Έμεινα άναυδη. «Ένα-ένα! Τώρα πρέπει να το κάνεις αυτό; Δεν μπορείς να το κάνεις το πρωί;»
Γέλασε ειρωνικά. «Το βράδυ βγαίνουν, κι αν περιμένω το πρωί, δεν θα βρω ούτε μία μελιτζάνα στη θέση της. Κι είναι κρίμα. Τόσον καιρό τις περιποιούμαι και τις μεγαλώνω», είπε και εξακολούθησε να συλλέγει με προσοχή τα ζουζούνια.
«Και τι τα κάνεις τα ζουζούνια;» ρώτησα μη έχοντας συνέρθει από την έκπληξη.
«Τα μαζεύω εδώ σ’ ένα κουβαδάκι και θα τα πετάξω από την άλλη μεριά του δρόμου κοντά στο ποτάμι. Εκεί έχει πολλά βατόμουρα να φάνε!»


ΤΕΛΟΣ
ΥΓ1. Το διήγημα, ΟΙ ΜΕΛΙΤΖΑΝΕΣ, της Αγγελικής Μπούλιαρη, δημοσιεύθηκε στο περιοδικό 'Λόγων Παίγνια' στο 15ο τεύχος και μπορείτε να το διαβάσετε και εδώ, στη στήλη 'Περάστε στο σαλόνι':
http://www.logwn-paignia.gr/tauepsilon973chiomicronsigmaf-15.html
ΥΓ2. Φωτογραφίες πλην 5 και 11: Αγγελική Μπούλιαρη