Τετάρτη 8 Ιουνίου 2022

ΓΗ ΠΟΥ ΧΑΝΕΤΑΙ, της Τζούλια Φίλιπς

 

ΓΗ ΠΟΥ ΧΑΝΕΤΑΙ, της Τζούλια Φίλιπς

Είδος: Μυθιστόρημα (Κοινωνικό-Αστυνομικό)

Μετάφραση: ΙΩΑΝΝΑ ΗΛΙΑΔΗ

Εκδόσεις: ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ

Σελίδες: 459

 


«Ένα αυγουστιάτικο απόγευμα, στην ακτογραμμή της χερσονήσου της Καμτσάτκα στο βορειοανατολικό άκρο της Ρωσίας, δύο κοριτσάκια –αδελφές, οκτώ και έντεκα χρόνων- εξαφανίζονται. Καθώς οι εβδομάδες δίνουν τη θέση τους στους μήνες και η αστυνομική έρευνα αποβαίνει άκαρπη, ο απόηχος της εξαφάνισης φτάνει απ’ άκρη σ’ άκρη αυτής της σφιχτοδεμένης κοινότητας, με τις γυναίκες να είναι αυτές που νιώθουν βαθύτερα τον φόβο και την απώλεια.

Μέσα από τη θαυμάσια χορογραφημένη αφήγηση, με το νήμα της εξαφάνισης στο φόντο, και σε πρώτο πλάνο τις εξαιρετικά σκιαγραφημένες γυναικείες μορφές και το γλαφυρά απεικονισμένο τοπίο της αποµακρυσµένης σιβηρικής χερσονήσου της Καμτσάτκα, η συγγραφέας µεταφέρει τους αναγνώστες σ’ αυτόν τον παράξενο και σαγηνευτικό τόπο, πλάθοντας εικόνες σκληρής οµορφιάς, και κατορθώνει να αποδώσει τις πολυπλοκότητες μιας περιοχής, όπου οι κοινωνικές και εθνοτικές εντάσεις σιγοβράζουν από καιρό, και όπου οι ξένοι συχνά είναι οι πρώτοι που θα κατηγορηθούν.

Το αριστοτεχνικό αυτό μυθιστόρημα, γραμμένο με ενσυναίσθηση και φαντασία, διερευνά τους περίπλοκους οικογενειακούς και κοινοτικούς δεσμούς σε μια Ρωσία διαφορετική από οτιδήποτε έχουμε δει ως τώρα και καθηλώνει τον αναγνώστη.» [Οπισθόφυλλο]

 

Η ΓΗ ΠΟΥ ΧΑΝΕΤΑΙ, της Τζούλια Φίλιπς, είναι ένα εξαιρετικό μυθιστόρημα, αριστοτεχνικά γραμμένο, με αξιοθαύμαστη ενσυναίσθηση, ακρίβεια και πρωτοτυπία. Θα σταθώ σ’ αυτό το τελευταίο χαρακτηριστικό, λέγοντας πως κατ’ αρχήν δεν πρέπει να περιμένετε ένα τυπικό μυθιστόρημα μυστηρίου, πράγμα που σαφώς θα το κατέτασσε στην κατηγορία του αστυνομικού.  Η συγγραφέας, πέρα από το πρόβλημα που ζητάει τη λύση του, επεκτείνεται στην τοπική κοινωνία και στις προσωπικές ιστορίες των πολλών χαρακτήρων της, χτίζει τα προφίλ τους και περιγράφει τις κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες που επικρατούν, με περισσή οξυδέρκεια, πράγμα που ευλόγως θα το κατέτασσε, επίσης, στην σφαίρα του κοινωνικού μυθιστορήματος.


Πρωτότυπη είναι και η επιλογή του τόπου της ιστορίας στη ΓΗ ΠΟΥ ΧΑΝΕΤΑΙ. Πρόκειται για την μακρινή Χερσόνησο Καμτσάτκα, η οποία  βρίσκεται στην Βόρειο-Ανατολική Ρωσία, πάνω από την Ιαπωνία και κάτω από την Αλάσκα -ανήκει στην Ρωσική Ομοσπονδία. Βρέχεται από τον Ειρηνικό Ωκεανό, την Βερίγγειο Θάλασσα και τη Θάλασσα του Οχότσκ.




Είναι γη παγωμένη για πολλούς μήνες το χρόνο, σεισμογενής, με ενεργά ηφαίστεια, ιαματικές πηγές και θερμοπίδακες. Απομονωμένη και δύσβατη. Προσβάσιμη μόνο μέσω θαλάσσης ή αέρος, καθώς  διαθέτει μόνο δύο βασικούς δρόμους κακής ποιότητας, μήκους 1.500 χλμ. Πρωτόγονης ομορφιάς, με πλούσια χλωρίδα και πανίδα. Η άγρια πανίδα της περιλαμβάνει αρκούδες, φώκιες, θαλασσίους λέοντες, φάλαινες όρκες και εκατοντάδες είδη πουλιών που φωλιάζουν στις ακτές.

Έχει έκταση 270.000 τ. χλμ. και είναι αραιοκατοικημένη. Η πλειοψηφία των 322.000 κατοίκων είναι Ρώσοι, ενώ υπάρχουν και 13.000 αυτόχθονες (Βόρειες φυλές, όπως Κοριάκες, Εβένοι, Τσούκτσι, Νεμελάν, Ιτελμένοι). Ο μισός και πλέον πληθυσμός είναι συγκεντρωμένος στην πρωτεύουσα Πετροπάβλοφσκ (180.000 κάτοικοι), η οποία είναι χτισμένη σε ένα λεκανοπέδιο που ορίζεται από ηφαίστεια και βουνά, μπροστά τον κόλπο Αβάτσα. Είναι εκεί ακριβώς, σε μια ακτή του κόλπου Αβάτσα, όπου χάνονται τα ίχνη των δύο αδερφών. Η πόλη δεν συνδέεται με κανένα οδικό δίκτυο εξωτερικού, το αεροδρόμιό της ονομάζεται Γιελίζοβο και βρίσκεται σε απόσταση 32 χλμ.



Εκτός από το Πετροπάβλοφσκ, άλλες δύο τοποθεσίες κατέχουν σημαντική θέση στο μυθιστόρημα: Η μία είναι η Παλάνα, στα δυτικά της χερσονήσου Καμτσάτκα, όπου βρίσκεται ο μεγαλύτερος οικισμός των αυτοχθόνων Κοριάκων, με 4.000 κατοίκους. Διαρρέεται από τον ομώνυμο ποταμό, απέχει περισσότερο από 500 χλμ. από το Πετροπάβλοφσκ και διαθέτει αεροδρόμιο.

Η άλλη τοποθεσία είναι το Έσο, ένα χωριό στο κεντρικό τμήμα της χερσονήσου Καμτσάτκα, από τα πιο γραφικά χωριά της Ρωσίας. Διοικητικό κέντρο της περιφέρειας. Απέχει 320 χλμ. από το Πετροπάβλοφσκ και 6.500 χλμ. από τη Μόσχα. Βρίσκεται στη σύγκλιση δύο ποταμών, του Μπίστραγια και του Ούκσικαν. Διαθέτει ιαματικές πηγές οι οποίες θερμαίνουν μια εξωτερική πισίνα στο κεντρικό τμήμα του χωριού. Εκεί βρίσκονται το Φυσικό Πάρκο Μπιστρίνσκι και το Εθνογραφικό Μουσείο Μπιστρίνσκι, το μοναδικό εθνογραφικό μουσείο της Καμτσάτκα. Το Εθνογραφικό Μουσείο τεκμηριώνει τις παραδόσεις και την αρχιτεκτονική των αυτοχθόνων λαών, Εβένων και Κοριάκων, καθώς και εκείνες των Ρώσων και Κοζάκων εποίκων.








Η δομή του μυθιστορήματος χαρακτηρίζεται επίσης από πρωτοτυπία. Χωρίζεται σε δώδεκα κεφάλαια με το όνομα του κάθε μήνα στη σειρά, ξεκινώντας από τον Σεπτέμβριο, οπότε χάθηκαν οι δύο μικρές αδερφές Σολόφσκαγια. Αφιερώνει ένα ξεχωριστό κεφάλαιο στην Πρωτοχρονιά και καταλήγει στον Ιούλιο του επομένου έτους.


Στο πρώτο κεφάλαιο του Σεπτεμβρίου, η συγγραφέας εστιάζει στην σχέση των δύο ανηλίκων κοριτσιών, στην βόλτα τους στην ακτή και τέλος στην εξαφάνισή τους, με εγκιβωτισμένη μια φοβερή και παράξενη ιστορία για τη γη που χάθηκε, την πόλη που την πήρε η θάλασσα, την οποία αφηγείται η μεγαλύτερη αδερφή, η Αλιόνα, στην μικρότερη Σοφία. Ταυτοχρόνως, έχουμε μια εξαιρετική περιγραφή του τοπίου. Μέσα σε δέκα σελίδες πληροφορούμαστε πολλά για τον τόπο όπου συνέβη το γεγονός, το Πετροπάβλοφσκ, πρωτεύουσα της Καμτσάτκα. 

Οι πληροφορίες είναι εντέχνως διασκορπισμένες μέσα στην αφήγηση της συγγραφέα και μας μιλούν για το μεγάλο σεισμό του 1997, για τις πενταώροφες σοβιετικές πολυκατοικίες, τους ουρανοξύστες, τη βραχώδη ακτή με τους υπαίθριους πωλητές φαγητού και τα περιστασιακά σκουπίδια της παραλίας, το νεώριο, την κεντρική πλατεία με το άγαλμα του Λένιν και στο βάθος την μπλε κορυφή ενός ηφαιστείου. 

Αξίζει να σημειωθεί ότι η Τζούλια Φίλιπς στις περιγραφές της δεν παραλείπει καμία αίσθηση. Περιγράφει τα χρώματα, τα σχήματα, τις μυρωδιές, τους ήχους, την τραχύτητα, με την ίδια ακρίβεια με την οποία διεισδύει στον εσωτερικό κόσμο των γυναικών της ιστορίας της και μέσα από εκείνες αποκαλύπτει επίσης τον αντρικό κόσμο που τις περιβάλλει.

Στα κεφάλαια που ακολουθούν όμως,  η συγγραφέας παύει να ακολουθεί την τύχη των δύο κοριτσιών, όπως θα περίμενε κανείς σε ένα τυπικό αστυνομικό μυθιστόρημα. Η ΓΗ ΠΟΥ ΧΑΝΕΤΑΙ της Τζούλια Φίλιπς δεν ακολουθεί  την αναμενόμενη διαδρομή με κατεύθυνση την επίλυση του μυστηρίου, αντιθέτως, στα αμέσως επόμενα κεφάλαια εισάγονται νέοι χαρακτήρες και νέες ιστορίες, ειπωμένες από την οπτική γωνία διαφορετικών αφηγητών και πάντα με φόντο την εξαφάνιση, ενώ η συγγραφέας εστιάζει στο πώς διαμορφώθηκε η κοινωνική και συναισθηματική ζωή, κυρίως των γυναικών που επηρεάστηκαν, αμέσως ή εμμέσως, από την τραγωδία της εξαφάνισης των ανηλίκων κοριτσιών.

Οι χαρακτήρες του βιβλίου είναι είτε εργαζόμενες γυναίκες, μητέρες, σύζυγοι, χωρισμένες, είτε νεαρές κοπέλες που αποζητούν τον έρωτα, την ασφάλεια, την ευτυχία. Είναι, επίσης άντρες, οι περισσότεροι πιεσμένοι από την ανάγκη της επιβίωσης, ή της επιτυχίας, προαγωγής και εξέλιξης στην εργασία τους, συγγενείς, σύζυγοι ή ερωτικοί σύντροφοι των γυναικών που πρωταγωνιστούν.

Οι χαρακτήρες δεν είναι τυχαίοι και οι περισσότεροι επανεμφανίζονται αργότερα με μικρότερο ή μεγαλύτερο ρόλο. H συγγραφέας δεν διευκολύνει τον αναγνώστη ως προς τη σχέση των χαρακτήρων αναμεταξύ τους, ούτε ως προς το ρόλο που διαδραμάτισαν ή θα διαδραματίσουν στην ιστορία, μέχρι την επίλυση του μυστηρίου. Νομίζω, όμως, ότι σταδιακά ο αναγνώστης μαντεύει τη σύνδεση και σχέση των προσώπων με την εξαφάνιση καθώς και το λόγο ύπαρξης διαφόρων, τυχαίων ή φαινομενικά ασήμαντων, λεπτομερειών.

Στις ιστορίες αυτές των δώδεκα κεφαλαίων/μηνών, η συγγραφέας, ενώ πλέκει το νήμα του μυστηρίου της εξαφάνισης, ταυτοχρόνως αναπαριστά πιστά τη ζωή στην απομονωμένη και δύσβατη περιοχή της χερσονήσου Καμτσάτκα. Αποκαλύπτει τα μειονεκτήματα της ζωής στην πόλη, τις κακουχίες της ζωής στην ύπαιθρο, τις κοινωνικές ανισότητες, τον ρατσισμό, τον μισογυνισμό, τη φανερή ή λανθάνουσα βία, τις διακρίσεις εις βάρος των μεταναστών και των αυτοχθόνων φυλών, τις αντιπαλότητες μεταξύ ξένων, Ρώσων και γηγενών, και τις πολιτικές σκοπιμότητες.




Εν κατακλείδι, η Τζούλια Φίλιπς έχει τον απόλυτο έλεγχο της ιστορίας της. Δεν ξεχνά τους χαρακτήρες της, δεν ξεχνά τα κορίτσια που χάθηκαν, τους τόπους και τις λεπτομέρειες, και μας οδηγεί με απίστευτη δεξιοτεχνία σε ένα συναρπαστικό, καθηλωτικό τέλος, παραδίδοντάς μας, χωρίς αμφιβολία, ένα πλήρες, άρτιο βιβλίο, ένα πραγματικό συγγραφικό κομψοτέχνημα.

 

ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ



Η Τζούλια Φίλιπς (Julia Phillips, 1989), διδάσκει δημιουργική γραφή στο Randolph College. Κείμενά της έχουν δημοσιευτεί σε: New York Times, Atlantic, Paris Review. Ζει στο Μπρούκλιν. Το βιβλίο ΓΗ ΠΟΥ ΧΑΝΕΤΑΙ είναι το πρώτο της μυθιστόρημα, ένα εντυπωσιακό κατά γενική ομολογία ντεμπούτο στο χώρο της Λογοτεχνίας, το οποίο εκτυλίσσεται στην μακρινή, απομονωμένη και δυσπρόσιτη χερσόνησο της Καμτσάτκα. Όπως εξηγεί η ίδια η συγγραφέας σε επιστολή της προς τους Έλληνες αναγνώστες, με αφορμή την έκδοση του βιβλίου της στην Ελλάδα, αγαπούσε τη Ρωσία από τότε που ήταν έφηβη. Πριν από την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, δεν θα ήταν εφικτό να επισκεφτεί κανείς την Καμτσάτκα, καθώς ήταν μια στρατιωτική βάση στην οποία δεν επιτρεπόταν η παρουσία ξένων. Κατόπιν, έγινε ένας προορισμός τουρισμού περιπέτειας για λίγους τυχερούς, και η Φίλιπς, όταν ήταν στο πανεπιστήμιο και μάθαινε τη ρωσική γλώσσα, ήθελε όσο τίποτε άλλο να καταφέρει να την επισκεφτεί. Έπειτα από αιτήσεις δύο χρόνων συνέβη αυτό που θεωρεί (και δικαιολογημένα) ως την μεγαλύτερη εύνοια της τύχης στη ζωή της: κέρδισε την υποτροφία για έρευνα με σκοπό τη συγγραφή ενός βιβλίου στη χερσόνησο. Έτσι επισκέφτηκε την Καμτσάτκα πρώτη φορά το 2011, κι ύστερα πάλι, με το προσχέδιο του μυθιστορήματος  ΓΗ ΠΟΥ ΧΑΝΕΤΑΙ ανά χείρας, το 2015. Το μυθιστόρημά της κέρδισε αμέτρητα βραβεία και υποψηφιότητες και συμπεριλήφθηκε στα καλύτερα βιβλία του 2019.

Στην ίδια επιστολή που ανέφερα παραπάνω, η Αμερικανίδα συγγραφέας καταλήγει ως εξής:

«…Όσο μακριά κι αν βρίσκεται ίσως η Καμτσάτκα από τον τόπου όπου μεγαλώσαμε εσύ ή εγώ, οι άνθρωποι που ζουν εκεί συνδέονται βαθιά μ’ εμάς, κι εμείς μ’ εκείνους. Όλοι παλεύουμε ενάντια στους ίδιους πόνους. Όλοι ξέρουμε τι σημαίνει να φοβάσαι — αλλά και τι σημαίνει να ελπίζεις. Εξάλλου, αν μια ολόκληρη κοινότητα μπορεί να ενωθεί για να βλάψει, τότε επίσης μπορεί να δράσει από κοινού για να βοηθήσει. Μπορούμε να ενώσουμε τις δυνάμεις μας για να σώσουμε ο ένας τον άλλο. Σ’ ευχαριστώ που διάλεξες να διαβάσεις αυτή την ιστορία. Σ’ ευχαριστώ για τη βοήθεια που προσφέρεις στους γύρω σου, όποια κι αν είναι. Εύχομαι το μέλλον σου να είναι γεμάτο καλά βιβλία, γενναιόδωρους φίλους, και συναρπαστικά ταξίδια (ίσως στην όμορφη Καμτσάτκα;)»

 

Πηγές:

https://www.metaixmio.gr

https://www.juliaphillipswrites.com/

www.wikipedia.org

https://mirc.ntua.gr/sites/default/files/KAMTSATKA.pdf

https://www.tovima.gr/2021/08/10/vimagazino/xersonisos-kamtsatka/

https://ekorenovsk.ru/el/kogda-luchshe-ehat-na-kamchatku-turistam-kamchatka-prakticheskaya-informaciya/



Πρώτη Δημοσίευση: https://www.loutraki365.gr/blog/post/i-aggeliki-mpoyliari-proteineigi-poy-hanetai-tis-tzoylia-filips

01-05-2022