ΠΡΙΝ ΧΑΘΟΥΝ ΤΑ ΠΟΥΛΙΑ, της Charlotte McConaghy
Μυθιστόρημα
Μετάφραση: Κλαίρη Παπαμιχαήλ
Εκδόσεις: Μεταίχμιο, 2021
Σελίδες: 389
Οπισθόφυλλο:
«Η Φράνι Στόουν ανέκαθεν ήταν ικανή να αγαπήσει αλλά ανίκανη να μείνει.
Αφήνοντας πίσω της τα πάντα εκτός από τον ερευνητικό εξοπλισμό της, φτάνει στη
Γροιλανδία με έναν και μοναδικό σκοπό: να ακολουθήσει τα τελευταία αρκτικά
γλαρόνια που έχουν απομείνει στον κόσμο, στην τελευταία τους, ίσως, αποδημία
στην Ανταρκτική. Η Φράνι πείθει το πλήρωμα ενός αλιευτικού σκάφους να την πάρει
μαζί του και έτσι σαλπάρουν ενώ απομακρύνονται όλο και περισσότερο από τη
στεριά και την ασφάλεια. Καθώς όμως η ιστορία της Φράνι αρχίζει να ξετυλίγεται
–ένας παθιασμένος έρωτας, μια απούσα οικογένεια, ένα ολέθριο έγκλημα– γίνεται
ξεκάθαρο ότι κυνηγάει πολλά περισσότερα από τα πουλιά. Όταν τα σκοτεινά μυστικά
της Φράνι αποκαλύπτονται, θα κληθεί να αποφασίσει τι είναι διατεθειμένη να
ρισκάρει για μια ακόμα ευκαιρία εξιλέωσης. Επικό και βαθύ, σπαρακτικό και
λυτρωτικό, το ΠΡΙΝ ΧΑΘΟΥΝ ΤΑ ΠΟΥΛΙΑ, είναι μια ωδή στους άγριους τόπους και σε
έναν κόσμο που χάνεται, αλλά και μια ιστορία για τη δυνατότητα της ελπίδας
ενάντια σε όλες τις πιθανότητες, που κόβει την ανάσα.»
Το
μυθιστόρημα είναι χωρισμένο σε τρία μέρη και 29 κεφάλαια. Η αφήγηση, σε πρώτο
πρόσωπο και χρόνο ενεστώτα, έχει αμεσότητα και βοηθάει τον αναγνώστη να
ταυτιστεί. Η εξιστόρηση στο παρόν εναλλάσσεται με αναδρομές στο παρελθόν, και
οι τόποι όπου διαδραματίζονται τα γεγονότα είναι διαφορετικοί, αναλόγως με τον
χρόνο στον οποίο αναφέρονται:
Στο
παρόν, η δράση ξεκινάει από το Τασιιλάκ της Γροιλανδίας, συνεχίζει στον Βόρειο
Ατλαντικό, τη Νέα Γη και Λαμπραντόρ, στον Ισημερινό, ακολουθεί τις Ακτές της
Βραζιλίας, τις Ακτές της Αργεντινής, έως τον Νότιο Ατλαντικό, την Ανταρκτική
και τις θάλασσές της.
Στις
αναδρομές στο παρελθόν η δράση εξελίσσεται στην Ιρλανδία (Γκολγουέι, φυλακές
Λίμερικ, Ντούλιν και Δουβλίνο), στη Νέα
Νότια Ουαλία της Αυστραλίας, το Τροντχάιμ Νορβηγίας, το Εθνικό Πάρκο
Γελοουστόουν των ΗΠΑ, και τα Εθνικά Πάρκα Εδιμβούργου και Κέρνγκορμς της
Σκωτίας.
Αφηγήτρια
της ιστορίας είναι η 35χρονη Φράνι, η οποία έχει θέσει στόχο ζωής να
ακολουθήσει το τελευταίο ίσως ταξίδι των τελευταίων αρκτικών γλαρονιών, στην
αποδημία τους για την Ανταρκτική.
Το
αρκτικό γλαρόνι ή στέρνα (Sterna paradisaea) αναπαράγεται κατά τη διάρκεια
του αρκτικού καλοκαιριού, από την Ισλανδία μέχρι την Αλάσκα. Πριν πέσει η
πολύμηνη νύχτα το φθινόπωρο, τα γλαρόνια πετούν προς το Νότο για να φτάσουν τελικά
στην άλλη άκρη της Γης. Ανάμεσα στον Απρίλιο και το Μάιο, παίρνουν το δρόμο της
επιστροφής. Τα αρκτικά γλαρόνια δεν ακολουθούν
ευθύγραμμη πορεία πάνω από τον Ατλαντικό, αλλά
μια
διαδρομή σε σχήμα «S», επειδή
εκμεταλλεύονται
τα συστήματα ανέμων που επικρατούν.
Το
απίστευτο ταξίδι τους χαρτογραφήθηκε χάρη στις μικροσκοπικές συσκευές
εντοπισμού που ανέπτυξε η βρετανική αποστολή στην Ανταρκτική (British Antarctic Survey): έχουν βάρος μόλις 1,4
γραμμάρια, περίπου όσο ένας συνδετήρας, τοποθετούνται στο πόδι των πτηνών και
καταγράφουν καθημερινά τη θέση τους. Τα αποθηκευμένα δεδομένα ανακτώνται, όταν
οι ερευνητές αιχμαλωτίζουν τις στέρνες μετά την επιστροφή τους στα πάτρια εδάφη.
Οι
ορνιθολόγοι γνώριζαν ότι τα αρκτικά γλαρόνια πετούν κάθε χρόνο αποστάσεις-ρεκόρ
ανάμεσα στην Αρκτική και την Ανταρκτική, δεν γνώριζαν όμως ότι τα μικρά αυτά
πτηνά διανύουν στην πραγματικότητα 80.000 χλμ σε κάθε μετανάστευση μετ’ επιστροφής.
«Πρόκειται για ασύλληπτο κατόρθωμα για ένα πουλί που ζυγίζει
λίγο περισσότερο από 100 γραμμάρια», λένε οι ερευνητές.
Δεδομένου
ότι τα αρκτικά γλαρόνια ζουν έως και 34 χρόνια, η συνολική απόσταση που
διανύουν στη ζωή τους μπορεί να φτάνει τα 2,4 εκατομμύρια χιλιόμετρα, όσο τρία
ταξίδια στο φεγγάρι μετ’ επιστροφής. «Επιπροσθέτως, όποτε
τα αρκτικά γλαρόνια βρίσκονται στους πόλους είναι καλοκαίρι, και επομένως
βλέπουν ετησίως το φως του ήλιου περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο πλάσμα.
Η αφήγηση,
λοιπόν, ξεκινάει στο σήμερα στη
Γροιλανδία, στο Τασιιλάκ, κατά την περίοδο φωλιάσματος. Η Φράνι, έχοντας
τοποθετήσει τους δακτυλίους γεωεντοπισμού στα πόδια τριών πουλιών, αναζητάει
ένα αλιευτικό σκάφος που θα μπορούσε να την πάρει μαζί του, ώστε να ακολουθήσει
τα πουλιά στο ταξίδι τους. Καταφέρνει να πείσει τον καπετάνιο του αλιευτικού «Σάγκανι»
(Κοράκι), τον Ένις Μαλόουν, από την Αλάσκα, 49 ετών, ότι ακολουθώντας τα πουλιά
θα οδηγηθεί να πιάσει «τη χρυσή ψαριά». Έτσι η Φράνι εντάσσεται στο ετερόκλητο
πλήρωμα που το αποτελούν ο υποπλοίαρχος Άνικ, ο Μπάζιλ, ο Μάλαχαϊ με τον
Ντέισιμ και η μηχανικός Λέα, νέοι στην ηλικία, καθώς και ο 65άρης Σάμιουελ.
Σε ένα
ταξίδι όμως τα πράγματα δεν εξελίσσονται πάντα όπως τα έχουμε σχεδιάσει. Σχεδόν
κάθε φορά, κάτι θα προκύψει, κάτι ξαφνικό και απρόβλεπτο. Έτσι και τώρα, στο
ταξίδι του αλιευτικού «Σάγκανι», τα γεγονότα θα είναι πολλά και καταιγιστικά,
και οι δυσκολίες που θα κληθούν όλοι να αντιμετωπίσουν, μεγάλες έως
ανυπέρβλητες. Πώς θα μπορούσε άλλωστε να προγραμματίσει κανείς στην εντέλεια το
ταξίδι ενός σκάφους στον Ατλαντικό Ωκεανό με τα μεγάλα βάθη και τα αντίρροπα
ρεύματα;
Με την
επιβίβαση της Φράνι στο αλιευτικό Σάγκανι και τον απόπλου, αρχίζει μια
συγκλονιστική περιπέτεια με δύο όψεις. Η μία όψη αφορά όχι μόνο στην επιβίωση
και τον αγώνα των ανθρώπων να κυριαρχήσουν, να τιθασεύσουν τη θάλασσα και τα
άλλα στοιχεία της Φύσης, οι μεν ναυτικοί για να βρουν τους πόρους που θα
θρέψουν την οικογένειά τους, η δε Φράνι για να εκπληρώσει το σκοπό της, αλλά
αφορά επίσης στην επιβίωση των θαλασσίων πλασμάτων και των αποδημητικών πτηνών,
μέχρι να/και προκειμένου να φτάσουν στον προορισμό τους.
Η δεύτερη όψη αυτής της περιπέτειας αφορά στον εσωτερικό κόσμο της ηρωίδας και στην διαρκή πάλη της με το τραυματικό παρελθόν της, με την ιδιοσυγκρασία της που την καθιστά ανήμπορη να στεριώσει σε έναν τόπο και να παραμείνει κοντά στον άνθρωπο που αγαπά, αν και δεν παύουν στιγμή τα βαθιά αισθήματά της γι’ αυτόν, αντιθέτως την ωθεί στην περιπλάνηση και σε ριψοκίνδυνες, σχεδόν αυτοκτονικές, κινήσεις, και γενικά στην πάλη της με τον κρυφό, σκοτεινό εαυτό της. Κάποια στιγμή θα γίνει αντιληπτό ότι επιδιώκει κάτι περισσότερο από την πορεία των γλαρονιών. Το παρελθόν της Φράνι και οι εσωτερικές συγκρούσεις της φανερώνονται σταδιακά στον αναγνώστη, μέσω των τακτικών αναδρομών της ίδιας στα παρελθόντα χρόνια, και μέσω των γραπτών της εξομολογήσεων.
Ο κεντρικός χαρακτήρας είναι φυσικά η Φράνι Στόουν-Λιντς και ακολουθούν ο Νάιαλ Λιντς και ο πλοίαρχος Ένις Μαλόουν.
Η Φράνι
είναι μια ξεχωριστή ηρωίδα, μοντέρνα, ασυνήθιστη, την τρώνε οι πατούσες της για
νέους δρόμους, περιπλανήσεις και περιπέτειες. Αγαπάει τα ζώα, τα πουλιά, τα
ψάρια, όλο το ζωικό βασίλειο. Πρόκειται για μια αγάπη με σκληρό τίμημα, όπως
αποδεικνύεται. Αντιλαμβάνεται με θλίψη
ότι τα ζώα πεθαίνουν και σύντομα θα είμαστε ολομόναχοι σ’ αυτόν εδώ τον
πλανήτη. Αναρωτιέται τι θα συμβεί όταν βρεθούμε σ’ αυτή τη μοναξιά.
Αν και ίσως
δεν είναι εύκολο για τον αναγνώστη να ταυτισθεί με την τολμηρή και γενναία
Φράνι, ωστόσο τού κινεί το ζωηρό ενδιαφέρον, την περιέργεια και την συμπόνοια
από την αρχή, και τα διατηρεί κυριολεκτικά μέχρι την τελευταία σελίδα. Κάποιες
φορές η Φράνι τον τρομάζει κιόλας με τις παράξενες αντιδράσεις και τις
ριψοκίνδυνες πράξεις της, ωστόσο τον προβληματίζει, τον κάνει να σκεφτεί και
σχεδόν τον αναγκάζει να ανοίξει τα μάτια του, να δει και να αντιμετωπίσει την
πραγματικότητα, να αναρωτηθεί για τις
ευθύνες που αναλογούν στον καθένα.
Η ίδια σε
κάποιο σημείο της αφήγησης παραδέχεται: «…είμαι παρορμητική και ευμετάβλητη και
αεικίνητη, αυτές όμως είναι καλοσυνάτες λέξεις για μια πιο στυγνή αλήθεια».
Ποια είναι αυτή η «στυγνή αλήθεια» και πότε θα φανερωθεί;
Γράφει
γράμματα στον αγαπημένο σύζυγό της, τον Νάιαλ, για να μοιραστεί μαζί του αυτά
που ζει και νιώθει, αλλά ποτέ δεν τα στέλνει, με αποτέλεσμα η στοίβα τους να μεγαλώνει.
Προσπαθεί να μην θυμάται τα λάθη, αλλά μόνο τις γλυκές στιγμές μαζί του και να
περιμένει ότι θα ζήσουν μαζί και άλλες όμορφες στιγμές.
Στις
σελίδες του:
Υπάρχουν
λογοτεχνικές αναφορές στον Σάιμους Χίνι, τον Μπάιρον, τον Κιτς, τη Μάργκαρετ
Άτγουντ, και τον Πέρση ποιητή Ρουμί, με τα λόγια του οποίου, «Ξέχνα την
ασφάλεια. Ζήσε εκεί όπου φοβάσαι να ζήσεις», ξεκινάει το βιβλίο.
Η βία και
η τρυφερότητα εναλλάσσονται αδιάκοπα.
Η
παρόρμηση για την περιπλάνηση αντιπαρατίθεται με την ανάγκη για μια σταθερή
εστία και την ανάγκη να ανήκει κανείς κάπου.
Η
περιπλάνηση διαφοροποιείται από τη φυγή.
Υπενθυμίζεται
ότι το οικογενειακό περιβάλλον παίζει τον πιο σημαντικό ρόλο στην υγιή ανάπτυξη
του παιδιού, ότι το παιδί χρειάζεται τους γονείς του, την σταθερότητα, την
αγάπη και την προστασία τους, για να έχει την αίσθηση ότι ανήκει κάπου και να
αποκτήσει αυτοπεποίθηση και υπευθυνότητα, έτσι ώστε να ανθίσουν όλα τα καλά που
φέρει μέσα του.
Τονίζεται,
επίσης, ο ρόλος των οικογενειακών μυστικών, που υποσκάπτουν τη συναισθηματική
ισορροπία του παιδιού, και πόσο μακρύς και δύσκολος είναι ο δρόμος για την
επούλωση ενός παιδικού τραύματος.
Δίνεται
απάντηση στο ερώτημα της αληθινής αγάπης, και ναι, η αληθινή αγάπη, η άνευ όρων
και με απόλυτο σεβασμό αγάπη, είναι δύσκολη και γι’ αυτόν το λόγο, σπάνια, όμως
υπάρχει. Το βιβλίο είναι ένας ύμνος στην αγάπη για έναν άνθρωπο και έναν
πλανήτη.
Αναδεικνύεται
η αξία της φιλίας. Οι φιλικές σχέσεις που διαμορφώνονται πάνω στο «Σάγκανι», η
στήριξη, η συμπαράσταση και ο αλτρουισμός που επιδεικνύεται στις δύσκολες
καταστάσεις, πότε από τον έναν και πότε από τον άλλον, το δέσιμο της Φράνι με
τη Λέα και τον Ένις, μας συγκινούν βαθύτατα, και επιβεβαιώνουν αυτό που η ίδια
η Φράνι εξομολογείται σε κάποιο γράμμα της προς τον Νάιαλ: «… πιστεύω ότι
υπάρχει νόημα [στη ζωή] και ζει μέσα στη φροντίδα, στην προσπάθεια να κάνουμε
γλυκύτερη τη ζωή τόσο για μας όσο και για τους γύρω μας».
Εκτός από
το νόημα της ζωής, ο αναγνώστης θα διερωτηθεί και για την αξία της ζωής. Αξίζει
περισσότερο η ζωή μιας σπάνιας λευκής κουκουβάγιας ή ενός άλλου είδους, από τη
ζωή ενός ανθρώπου, ή το αντίθετο, και γιατί. Μια έμμεση διφορούμενη απάντηση
δίνεται σε κάποιο σημείο του βιβλίου: «Η επίδραση μιας ζωής μπορεί να
υπολογιστεί από το τι προσφέρει στον κόσμο και τι αφήνει πίσω, αλλά και από το
τι κλέβει από τον κόσμο».
Ο
αναγνώστης θα συνειδητοποιήσει επίσης την καταστροφή που επέφερε η υπεραλίευση
και γενικότερα η εξάντληση των φυσικών πόρων, εξ αιτίας της ανθρώπινης
απληστίας και κοιλιοδουλίας. Το βιβλίο είναι μια κραυγή για τα είδη του ζωικού
βασιλείου που χάνονται, για τη γη που ερημώνεται, για τον άνθρωπο που μοιραία,
αν συνεχίσει έτσι και δεν αλλάξει νοοτροπία και συμπεριφορά, θα καταδικαστεί
στη μοναξιά, στην ερημιά.
Το τέλος
του βιβλίου φέρνει εκτός από τη λύτρωση της ηρωίδας και ένα λυτρωτικό ελπιδοφόρο
συμπέρασμα για τον αναγνώστη και το μέλλον: «Δεν χάθηκαν όλα. Υπάρχει ακόμα
η άγρια φύση. Μπορούμε να τη φροντίσουμε, αν είμαστε αρκετά θαρραλέοι».
ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ:
Η
Charlotte McConaghy (Σάρλοτ ΜακΚόναχι) είναι συγγραφέας βιβλίων επιστημονικής
φαντασίας και fantasy. Έχει σπουδάσει σεναριογραφία στην Αυστραλία, και έχει
βραβευτεί από την Εταιρεία Αυστραλών Συγγραφέων (Australian Writer's Guild) για
το σενάριό της με τίτλο Fury. Ζει στο Σίδνεϊ, όπου ασχολείται και με διάφορα
τηλεοπτικά και κινηματογραφικά πρότζεκτ. Το «Πριν χαθούν τα πουλιά» είναι το
πρώτο της βιβλίο ενηλίκων, το οποίο προέκυψε από την αγάπη της συγγραφέα για
την άγρια φύση και την ανησυχία της για την εξελισσόμενη εξαφάνιση των ειδών.
ΠΗΓΕΣ:
·
https://wblog.wiki/el/Arctic_tern
· https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%91%CE%BD%CF%84%CE%B1%CF%81%CE%BA%CF%84%CE%B9%CE%BA%CE%AE
·
https://www.charlottemcconaghy.com/home
·
Συνέντευξη: https://poli-k.net/sarlot-makkonachi-oso-pio-poly-noiazo/
·
https://www.amazon.com/Life-Earth-Natural-David-Attenborough/dp/0316057452
Πρώτη δημοσίευση: https://www.loutraki365.gr/blog/post/i-aggeliki-mpoyliari-proteineiprin-hathoyn-ta-poylia-sarlot-makkonahi
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου