Κυριακή 23 Οκτωβρίου 2022

«ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗ», Σπύρος Πετρουλάκης

 

«ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗ», Σπύρος Πετρουλάκης

Μυθιστόρημα

Εκδόσεις ΜΙΝΩΑΣ, 2022

 


Δυο ιστορίες εκτυλίσσονται εκ παραλλήλου στο βιβλίο αλλά σε διαφορετικό χρόνο, η μία στο παρελθόν πριν εκατό περίπου χρόνια, από το 1900-1922, και η άλλη στη σημερινή εποχή.

Ο κύριος τόπος και των δύο ιστοριών είναι τα Χανιά και συγκεκριμένα, η πόλη των Χανίων, η Ιερά Μονή της Παναγιάς Ακρωτηριανής και η Ιερά Μονή Αγίου Ιωάννου του Ερημίτου, ενώ μικρό αλλά σημαντικό και καθοριστικό μέρος των ιστοριών εκτυλίσσεται στη Σμύρνη.

Με θαυμαστή δεξιότητα ο Σπύρος Πετρουλάκης αφηγείται τις ιστορίες του τη μια πάνω στην άλλη. Προχωράει η μία στο παρόν, προχωράει και η άλλη στο παρελθόν. Μικρότερα, χρονικά, τα βήματα της μιας στο παρόν, μεγαλύτερα, ως όφειλαν, της άλλης στο παρελθόν. Δεν είναι τυχαίο που η ιστορία της σημερινής εποχής είναι κατά τι μικρότερη, διότι όπως καταλαβαίνουμε είναι το όχημα για να αφηγηθεί ο συγγραφέας την ιστορία και τα πάθη του Ιωάννη, όπως υποδηλώνει εύστοχα ο τίτλος του βιβλίου.

Τα σημεία έναρξης κάθε νέου βήματος είναι υπολογισμένα με ακρίβεια, έτσι ώστε με κάθε ερώτημα που προκύπτει στη σημερινή εποχή, ο αναγνώστης να συμμετέχει στην προσπάθεια να ανιχνεύσει τις απαντήσεις στο παρελθόν, και σταδιακά, χωρίς να χάσει ούτε για μια στιγμή το ενδιαφέρον του, να φτάσει στο τέλος της, όταν θα έχουν απαντηθεί όλα τα ερωτήματα, θα έχει βρεθεί η αλήθεια και θα επέλθει με κάποιο τρόπο η λύτρωση, η αναγκαία κάθαρση.

Στη σημερινή εποχή λοιπόν, ο συγγραφέας μάς μεταφέρει στα Χανιά, στην Ιερά Μονή της Παναγιάς Ακρωτηριανής. Εκεί, ο συντηρητής έργων τέχνης Σταύρος Βεγράκης, ο οποίος έχει κληθεί από τον ηγούμενο, πατέρα Σπυρίδωνα, ανακαλύπτει μια αριστουργηματική και συνάμα «βλάσφημη» εικόνα, που κανείς δεν θα περίμενε να βρίσκεται σ’ ένα μοναστήρι. Ποιος είναι, άραγε, ο άγνωστος δημιουργός της, του οποίου την τέχνη χαρακτηρίζει ένας γνήσιος και απαράμιλλος ρεαλισμός, και κυρίως πώς έφτασε να ακολουθήσει μια τόσο τολμηρή τεχνική στις αγιογραφίες του; Λίγο αργότερα, σε ένα ταξίδι του στη Σμύρνη, εντελώς απρόσμενα, ο Σταύρος θα βρει την άκρη του νήματος της ιστορίας. Με την επιστροφή του στα Χανιά, βήμα-βήμα, θα αποκαλυφθεί στον ίδιο αλλά και στον αναγνώστη, μια τραγική ιστορία, βαθιά θαμμένη στη μνήμη της πόλης.

Ο συγγραφέας επιλέγει να κάνει μια δυναμική αρχή της αφήγησης στο βιβλίο, με την ιστορία στο παρελθόν, στα Χανιά, το 1900, περιγράφοντας ολοζώντανα τη δύσκολη κατάσταση που αντιμετωπίζει με τον μόλις πέντε μηνών γιο της, η Τριανταφυλλένια, η οποία παρά το όμορφο όνομά της, αποδεικνύεται ικανή για σκληρές αποφάσεις και τρομαχτική, και τώρα κατά  την επίσκεψή της στο γιατρό αλλά και αργότερα. Το μωρό της γεννήθηκε με ατροφικό το δεξιό χέρι, στην απόληξη του οποίου υπήρχαν κάποιες σάρκινες προεξοχές αντί για δάχτυλα, σαν ακάνθινος ήλιος. Χωρίς ίχνος απελπισίας ή δισταγμού, ζητάει από τον γιατρό να του το κόψει! Τα πάθη του μικρού Ιωάννη έχουν κυριολεκτικά αρχίσει…

Πώς θα πορευτεί στη ζωή του, όταν μέσα σε έναν κόσμο που τον αντιμετωπίζει ως «παράουρο», κακοφτιαγμένο, άχρηστο, έναν κόσμο που τον περιφρονεί, τον εκμεταλλεύεται και τον κακοποιεί, η ίδια του η μάνα είναι η πρώτη που τον απορρίπτει και ρίχνει τον λίθο του αναθέματος;

Όμως, στη ζωή υπάρχουν οι άγριοι, οι άξεστοι και οι κακοί, υπάρχουν και οι συνετοί, οι καλοί και οι φιλάνθρωποι. Έτσι, ο πατέρας Καλλίνικος, αδερφός της μάνας του, της Τριανταφυλλένιας, θα γλιτώσει τον Ιωάννη από το υγρό και σκοτεινό υπόγειο, όπου τον φυλακίζει η μητέρα του, για να μην τον βλέπει, για να μην τον βλέπουν, για να μη ζωγραφίζει, για να μη ζει. Θα τον πάρει μαζί του στην Ιερά Μονή της Παναγιάς της Ακρωτηριανής και θα τον φροντίζει όσο μπορεί και όσο του επιτρέπει η συντηρητικότητα και το απόλυτο του λειτουργήματός του και των γύρω του.

Ο Ιωάννης έχει μέσα στην αθώα ψυχή του την αγάπη για την πέντε χρόνια μικρότερή του Περιχάν, με την οποία ερωτεύονται μέχρις εσχάτων, παρά την δίνη της ανασφάλειας και των τραγικών ιστορικών γεγονότων. Μέσα του καίει επίσης η θεία φλόγα της ζωγραφικής που τον κρατάει ζωντανό, του δίνει πείσμα και εφευρετικότητα. Ζωγραφίζει με ό,τι μέσο μπορεί να βρει, με κάρβουνο, με φυτά, με ασβέστη που μαζεύει από τους δρόμους, άμμο από τον πάτο φαραγγιού, κοκκινόχωμα, ακόμα και κοχύλια που τα θρυμματίζει στο πέτρινο γουδοχέρι. Ο νεαρός ζωγράφος, ένας «ατελής» άνθρωπος, πασχίζει να φτάσει στην τελειότητα και τολμά το αδιανόητο, αδιαφορώντας για το τίμημα. Βλασφημία ή ωδή στον έρωτα είναι η δημιουργία του;

Εκτός από τον πατέρα Καλλίνικο, η ζωή φέρνει στο δρόμο του μια σπουδαία γυναίκα που θα γίνει δασκάλα του και θα τον στηρίξει σε δύσκολες στιγμές, θα γίνει γι’ αυτόν φως, ελπίδα, καταφυγή. Είναι η Φλωρεντίνη Καλούτση-Σκουλούδη, ζωγράφος, γλύπτρια, πιανίστρια, ιδρύτρια Λυκείου Ελληνίδων (1890-1971).

Υπάρχουν κι άλλοι χαρακτήρες, όπως η Γελντά στα Χανιά, η Δημητρούλα αργότερα στη Σμύρνη, αλλά και κάποιοι σε σύντομο πέρασμα από τη ζωή του Ιωάννη, οι οποίοι δείχνουν ενδιαφέρον γι’ αυτόν και του προσφέρουν μια διέξοδο από τις δυσκολίες της στιγμής που φαίνονται ανυπέρβλητες. Είναι άνθρωποι που δείχνουν καλοσύνη, μια καλοσύνη απαραίτητη για την επιβίωση του Ιωάννη, ο οποίος την δέχεται όπως ο διψασμένος για νερό, νιώθει τεράστια ευγνωμοσύνη και  είναι πάντα πρόθυμος να ξεπληρώσει όπως μπορεί. Μας συγκινεί αυτή η προθυμία του στην περίπτωση της Φλωρεντίνης, όταν επιστρέφει χωρίς δισταγμό τα δανεικά που της χρωστούσε, παρόλο που βρίσκονται μαζί με την Περιχάν σε εξαιρετικά δεινή θέση.

Θα είναι αρκετά τα πρόσωπα αυτά και η φλόγα της δημιουργίας, για να φανερώσουν τον ήλιο στη σκοτεινή ζωή του Ιωάννη; Τι δυσκολίες, τι πόνο, τού επιφυλάσσει ακόμα η ζωή; Φαίνεται πως θα έχει να αντιπαλέψει πολλά ακόμη, γι’ αυτό σε μια συνταρακτική σκηνή (στη σελ.232), από τις πολλές που διαθέτει το βιβλίο, ο Ιωάννης σαν ορμητικός χείμαρρος εξωτερικεύει τον ψυχικό πόνο της μέχρι τότε ζωής του. Μιλάει για την αγάπη που δεν γνώρισε, τη βία που έζησε, τους καλογέρους που καταστρέφουν ό,τι αγαπά και ζωγραφίζει, ακόμα και για την εξομολόγηση. Δεν έχει να εξομολογηθεί αμαρτίες, δεν έβλαψε ποτέ κανέναν, αντιθέτως, λέει, ίσως εν γνώσει της ασέβειας που διαπράττει, και υπό το κράτος της αγανάκτησης, ο Θεός έχει να εξομολογηθεί σ’ εκείνον ‘για τις πίκρες που τού έπεψε’.

Εκτός από τον Ιωάννη, τον ήρωα του βιβλίου, και τους άλλους χαρακτήρες, στο βιβλίο σημαντική θέση κατέχουν οι τέχνες. Πρώτη η τέχνη της ζωγραφικής φυσικά και της αγιογραφίας, της μουσικής, της λαϊκής παράδοσης, της συντήρησης έργων τέχνης,  του τραγουδιού, και τέλος, κατά τη γνώμη μου, στο φόντο σταθερή η τέχνη της Αγάπης. Της Αγάπης για την Τέχνη, αλλά και κυρίως για τον Συνάνθρωπο!

 

Το βιβλίο του Σπύρου Πετρουλάκη ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗ είναι πραγματικά ένα πλούσιο βιβλίο. Πλούσιο σε ιδέες, θέματα και θέσεις, σε ανθρωπιά και συναισθήματα. Μέσα από την ιστορία και τα πάθη του αγγελικού Ιωάννη, ο συγγραφέας θίγει πολλά θέματα, ανθρώπινα και πάντα επίκαιρα, και ανοίγει δρόμους και παραδρόμους, γεωγραφικούς, ιστορικούς, κοινωνικούς, που οδηγούν τον αναγνώστη στη σκέψη και τον προβληματισμό, την ενσυναίσθηση και την αυτογνωσία.

Στα θέματα που θίγονται στο βιβλίο, υπάρχουν διαφορές ανάμεσα στο τότε και το σήμερα, υπάρχουν και ομοιότητες:

Ο πόλεμος είναι άγριο πράγμα.

Οι λαοί δεν έχουν να χωρίσουν κάτι μεταξύ τους. Είναι η πολιτική και οι πολιτικοί που διχάζουν.

Οι άνθρωποι είναι ίδιοι απέναντι στον πόλεμο, το θάνατο και την αρρώστια.

Πάντα υπάρχει δυσπιστία απέναντι σε ένα καινούργιο φάρμακο για μια νέα ασθένεια, όπως το 1920 δυσπιστούσαν για τα φάρμακα κατά της πανούκλας.

Συντηρητισμός και δεισιδαιμονίες υπάρχουν και σήμερα.

Όλοι είμαστε παιδιά της γης, πρόσκαιροι, φιλοξενούμενοι.

Σε κάθε κοινωνία μεγάλη ή μικρή θα συναντήσεις όλους τους τύπους ανθρώπων.

Το θείο πάθος της Τέχνης ΔΕΝ υπερνικά πάντα τις δυσκολίες και την επιφυλακτικότητα του κόσμου.

Και το σημαντικότερο θέμα που θίγει ο συγγραφέας, παραδίδοντάς μας έναν συγκλονιστικό, «ατελή» Ιωάννη, είναι το θέμα της διαφορετικότητας. Παλιά, οι άνθρωποι αντιμετώπιζαν το «ατελές» και το «διαφορετικό» με αισθήματα αποστροφής και κακίας, ακόμα και εκδίκησης. Σήμερα η συμπεριφορά μας έχει αλλάξει, το αποδεχόμαστε και το στηρίζουμε. Συχνά, όμως, η αποδοχή αυτή βρίσκεται μόνο στα λόγια. Στην πράξη υπερισχύουν κρυμμένες φοβίες για τα παραπάνω και δυσκολευόμαστε να ανοίξουμε την αγκαλιά και την καρδιά μας.

Εν κατακλείδι, το βιβλίο ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗ, είναι ένα πολύ δυνατό βιβλίο. Δεξιοτεχνικά γραμμένο, με πολύ καλή επιμέλεια, τοποθετημένο σε σωστό ιστορικό πλαίσιο, πιστή απόδοση της εποχής και της ντοπιολαλιάς που φέρνει μια οικειότητα με τον τόπο και τα πρόσωπα, με ωραία γλώσσα, ζωντανές εικόνες τόπων και περιγραφές καταστάσεων, άρτιους χαρακτήρες, συνταρακτικά γεγονότα και καθηλωτικές σκηνές, προσφέρει στον αναγνώστη αγωνία και συγκίνηση. Ο Ιωάννης του έχει ψυχή αγγέλου. Ο αναγνώστης θα τον συμπονέσει, θα τον αγαπήσει βαθιά. Δεν θα τον ξεχάσει. Θα τον κρατήσει στην καρδιά του. Είναι ένας χαρακτήρας που θα κερδίσει με το σπαθί του μια θέση ανάμεσα στους ξεχωριστούς και αγαπημένους ήρωες της σύγχρονης Ελληνικής Λογοτεχνίας.

 

Αγγελική Μπούλιαρη-Αργυράκη*

Φιλόλογος-Συγγραφέας

angelbouliari@gmail.com

 * Η Αγγελική Μπούλιαρη-Αργυράκη σπούδασε Ελληνική και Αγγλική Φιλολογία, Δημιουργική Γραφή και Ψυχολογία στο Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, και Λογοτεχνική Μετάφραση στο Βρετανικό Συμβούλιο, καθώς επίσης Μετάφραση Παιδικής Λογοτεχνίας και την Ιταλική Γλώσσα. Στο παρελθόν εργάστηκε ως ιδιωτική υπάλληλος και ως καθηγήτρια στη Μέση Εκπαίδευση. Έχει εκδώσει μυθιστορήματα, διηγήματα, ποίηση. Τελευταίο της έργο το μυθιστόρημα «Δραπέτες του ονείρου» από τις εκδόσεις Ωκεανός.

Πρώτη δημοσίευση:  https://www.fractalart.gr/kata-ioanni/


Φωτογραφίες από την παρουσίαση του βιβλίου στο Πνευματικό Κέντρο Εξαμιλίων, στις 16 Μαΐου 2022.

















Τετάρτη 8 Ιουνίου 2022

ΓΗ ΠΟΥ ΧΑΝΕΤΑΙ, της Τζούλια Φίλιπς

 

ΓΗ ΠΟΥ ΧΑΝΕΤΑΙ, της Τζούλια Φίλιπς

Είδος: Μυθιστόρημα (Κοινωνικό-Αστυνομικό)

Μετάφραση: ΙΩΑΝΝΑ ΗΛΙΑΔΗ

Εκδόσεις: ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ

Σελίδες: 459

 


«Ένα αυγουστιάτικο απόγευμα, στην ακτογραμμή της χερσονήσου της Καμτσάτκα στο βορειοανατολικό άκρο της Ρωσίας, δύο κοριτσάκια –αδελφές, οκτώ και έντεκα χρόνων- εξαφανίζονται. Καθώς οι εβδομάδες δίνουν τη θέση τους στους μήνες και η αστυνομική έρευνα αποβαίνει άκαρπη, ο απόηχος της εξαφάνισης φτάνει απ’ άκρη σ’ άκρη αυτής της σφιχτοδεμένης κοινότητας, με τις γυναίκες να είναι αυτές που νιώθουν βαθύτερα τον φόβο και την απώλεια.

Μέσα από τη θαυμάσια χορογραφημένη αφήγηση, με το νήμα της εξαφάνισης στο φόντο, και σε πρώτο πλάνο τις εξαιρετικά σκιαγραφημένες γυναικείες μορφές και το γλαφυρά απεικονισμένο τοπίο της αποµακρυσµένης σιβηρικής χερσονήσου της Καμτσάτκα, η συγγραφέας µεταφέρει τους αναγνώστες σ’ αυτόν τον παράξενο και σαγηνευτικό τόπο, πλάθοντας εικόνες σκληρής οµορφιάς, και κατορθώνει να αποδώσει τις πολυπλοκότητες μιας περιοχής, όπου οι κοινωνικές και εθνοτικές εντάσεις σιγοβράζουν από καιρό, και όπου οι ξένοι συχνά είναι οι πρώτοι που θα κατηγορηθούν.

Το αριστοτεχνικό αυτό μυθιστόρημα, γραμμένο με ενσυναίσθηση και φαντασία, διερευνά τους περίπλοκους οικογενειακούς και κοινοτικούς δεσμούς σε μια Ρωσία διαφορετική από οτιδήποτε έχουμε δει ως τώρα και καθηλώνει τον αναγνώστη.» [Οπισθόφυλλο]

 

Η ΓΗ ΠΟΥ ΧΑΝΕΤΑΙ, της Τζούλια Φίλιπς, είναι ένα εξαιρετικό μυθιστόρημα, αριστοτεχνικά γραμμένο, με αξιοθαύμαστη ενσυναίσθηση, ακρίβεια και πρωτοτυπία. Θα σταθώ σ’ αυτό το τελευταίο χαρακτηριστικό, λέγοντας πως κατ’ αρχήν δεν πρέπει να περιμένετε ένα τυπικό μυθιστόρημα μυστηρίου, πράγμα που σαφώς θα το κατέτασσε στην κατηγορία του αστυνομικού.  Η συγγραφέας, πέρα από το πρόβλημα που ζητάει τη λύση του, επεκτείνεται στην τοπική κοινωνία και στις προσωπικές ιστορίες των πολλών χαρακτήρων της, χτίζει τα προφίλ τους και περιγράφει τις κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες που επικρατούν, με περισσή οξυδέρκεια, πράγμα που ευλόγως θα το κατέτασσε, επίσης, στην σφαίρα του κοινωνικού μυθιστορήματος.


Πρωτότυπη είναι και η επιλογή του τόπου της ιστορίας στη ΓΗ ΠΟΥ ΧΑΝΕΤΑΙ. Πρόκειται για την μακρινή Χερσόνησο Καμτσάτκα, η οποία  βρίσκεται στην Βόρειο-Ανατολική Ρωσία, πάνω από την Ιαπωνία και κάτω από την Αλάσκα -ανήκει στην Ρωσική Ομοσπονδία. Βρέχεται από τον Ειρηνικό Ωκεανό, την Βερίγγειο Θάλασσα και τη Θάλασσα του Οχότσκ.




Είναι γη παγωμένη για πολλούς μήνες το χρόνο, σεισμογενής, με ενεργά ηφαίστεια, ιαματικές πηγές και θερμοπίδακες. Απομονωμένη και δύσβατη. Προσβάσιμη μόνο μέσω θαλάσσης ή αέρος, καθώς  διαθέτει μόνο δύο βασικούς δρόμους κακής ποιότητας, μήκους 1.500 χλμ. Πρωτόγονης ομορφιάς, με πλούσια χλωρίδα και πανίδα. Η άγρια πανίδα της περιλαμβάνει αρκούδες, φώκιες, θαλασσίους λέοντες, φάλαινες όρκες και εκατοντάδες είδη πουλιών που φωλιάζουν στις ακτές.

Έχει έκταση 270.000 τ. χλμ. και είναι αραιοκατοικημένη. Η πλειοψηφία των 322.000 κατοίκων είναι Ρώσοι, ενώ υπάρχουν και 13.000 αυτόχθονες (Βόρειες φυλές, όπως Κοριάκες, Εβένοι, Τσούκτσι, Νεμελάν, Ιτελμένοι). Ο μισός και πλέον πληθυσμός είναι συγκεντρωμένος στην πρωτεύουσα Πετροπάβλοφσκ (180.000 κάτοικοι), η οποία είναι χτισμένη σε ένα λεκανοπέδιο που ορίζεται από ηφαίστεια και βουνά, μπροστά τον κόλπο Αβάτσα. Είναι εκεί ακριβώς, σε μια ακτή του κόλπου Αβάτσα, όπου χάνονται τα ίχνη των δύο αδερφών. Η πόλη δεν συνδέεται με κανένα οδικό δίκτυο εξωτερικού, το αεροδρόμιό της ονομάζεται Γιελίζοβο και βρίσκεται σε απόσταση 32 χλμ.



Εκτός από το Πετροπάβλοφσκ, άλλες δύο τοποθεσίες κατέχουν σημαντική θέση στο μυθιστόρημα: Η μία είναι η Παλάνα, στα δυτικά της χερσονήσου Καμτσάτκα, όπου βρίσκεται ο μεγαλύτερος οικισμός των αυτοχθόνων Κοριάκων, με 4.000 κατοίκους. Διαρρέεται από τον ομώνυμο ποταμό, απέχει περισσότερο από 500 χλμ. από το Πετροπάβλοφσκ και διαθέτει αεροδρόμιο.

Η άλλη τοποθεσία είναι το Έσο, ένα χωριό στο κεντρικό τμήμα της χερσονήσου Καμτσάτκα, από τα πιο γραφικά χωριά της Ρωσίας. Διοικητικό κέντρο της περιφέρειας. Απέχει 320 χλμ. από το Πετροπάβλοφσκ και 6.500 χλμ. από τη Μόσχα. Βρίσκεται στη σύγκλιση δύο ποταμών, του Μπίστραγια και του Ούκσικαν. Διαθέτει ιαματικές πηγές οι οποίες θερμαίνουν μια εξωτερική πισίνα στο κεντρικό τμήμα του χωριού. Εκεί βρίσκονται το Φυσικό Πάρκο Μπιστρίνσκι και το Εθνογραφικό Μουσείο Μπιστρίνσκι, το μοναδικό εθνογραφικό μουσείο της Καμτσάτκα. Το Εθνογραφικό Μουσείο τεκμηριώνει τις παραδόσεις και την αρχιτεκτονική των αυτοχθόνων λαών, Εβένων και Κοριάκων, καθώς και εκείνες των Ρώσων και Κοζάκων εποίκων.








Η δομή του μυθιστορήματος χαρακτηρίζεται επίσης από πρωτοτυπία. Χωρίζεται σε δώδεκα κεφάλαια με το όνομα του κάθε μήνα στη σειρά, ξεκινώντας από τον Σεπτέμβριο, οπότε χάθηκαν οι δύο μικρές αδερφές Σολόφσκαγια. Αφιερώνει ένα ξεχωριστό κεφάλαιο στην Πρωτοχρονιά και καταλήγει στον Ιούλιο του επομένου έτους.


Στο πρώτο κεφάλαιο του Σεπτεμβρίου, η συγγραφέας εστιάζει στην σχέση των δύο ανηλίκων κοριτσιών, στην βόλτα τους στην ακτή και τέλος στην εξαφάνισή τους, με εγκιβωτισμένη μια φοβερή και παράξενη ιστορία για τη γη που χάθηκε, την πόλη που την πήρε η θάλασσα, την οποία αφηγείται η μεγαλύτερη αδερφή, η Αλιόνα, στην μικρότερη Σοφία. Ταυτοχρόνως, έχουμε μια εξαιρετική περιγραφή του τοπίου. Μέσα σε δέκα σελίδες πληροφορούμαστε πολλά για τον τόπο όπου συνέβη το γεγονός, το Πετροπάβλοφσκ, πρωτεύουσα της Καμτσάτκα. 

Οι πληροφορίες είναι εντέχνως διασκορπισμένες μέσα στην αφήγηση της συγγραφέα και μας μιλούν για το μεγάλο σεισμό του 1997, για τις πενταώροφες σοβιετικές πολυκατοικίες, τους ουρανοξύστες, τη βραχώδη ακτή με τους υπαίθριους πωλητές φαγητού και τα περιστασιακά σκουπίδια της παραλίας, το νεώριο, την κεντρική πλατεία με το άγαλμα του Λένιν και στο βάθος την μπλε κορυφή ενός ηφαιστείου. 

Αξίζει να σημειωθεί ότι η Τζούλια Φίλιπς στις περιγραφές της δεν παραλείπει καμία αίσθηση. Περιγράφει τα χρώματα, τα σχήματα, τις μυρωδιές, τους ήχους, την τραχύτητα, με την ίδια ακρίβεια με την οποία διεισδύει στον εσωτερικό κόσμο των γυναικών της ιστορίας της και μέσα από εκείνες αποκαλύπτει επίσης τον αντρικό κόσμο που τις περιβάλλει.

Στα κεφάλαια που ακολουθούν όμως,  η συγγραφέας παύει να ακολουθεί την τύχη των δύο κοριτσιών, όπως θα περίμενε κανείς σε ένα τυπικό αστυνομικό μυθιστόρημα. Η ΓΗ ΠΟΥ ΧΑΝΕΤΑΙ της Τζούλια Φίλιπς δεν ακολουθεί  την αναμενόμενη διαδρομή με κατεύθυνση την επίλυση του μυστηρίου, αντιθέτως, στα αμέσως επόμενα κεφάλαια εισάγονται νέοι χαρακτήρες και νέες ιστορίες, ειπωμένες από την οπτική γωνία διαφορετικών αφηγητών και πάντα με φόντο την εξαφάνιση, ενώ η συγγραφέας εστιάζει στο πώς διαμορφώθηκε η κοινωνική και συναισθηματική ζωή, κυρίως των γυναικών που επηρεάστηκαν, αμέσως ή εμμέσως, από την τραγωδία της εξαφάνισης των ανηλίκων κοριτσιών.

Οι χαρακτήρες του βιβλίου είναι είτε εργαζόμενες γυναίκες, μητέρες, σύζυγοι, χωρισμένες, είτε νεαρές κοπέλες που αποζητούν τον έρωτα, την ασφάλεια, την ευτυχία. Είναι, επίσης άντρες, οι περισσότεροι πιεσμένοι από την ανάγκη της επιβίωσης, ή της επιτυχίας, προαγωγής και εξέλιξης στην εργασία τους, συγγενείς, σύζυγοι ή ερωτικοί σύντροφοι των γυναικών που πρωταγωνιστούν.

Οι χαρακτήρες δεν είναι τυχαίοι και οι περισσότεροι επανεμφανίζονται αργότερα με μικρότερο ή μεγαλύτερο ρόλο. H συγγραφέας δεν διευκολύνει τον αναγνώστη ως προς τη σχέση των χαρακτήρων αναμεταξύ τους, ούτε ως προς το ρόλο που διαδραμάτισαν ή θα διαδραματίσουν στην ιστορία, μέχρι την επίλυση του μυστηρίου. Νομίζω, όμως, ότι σταδιακά ο αναγνώστης μαντεύει τη σύνδεση και σχέση των προσώπων με την εξαφάνιση καθώς και το λόγο ύπαρξης διαφόρων, τυχαίων ή φαινομενικά ασήμαντων, λεπτομερειών.

Στις ιστορίες αυτές των δώδεκα κεφαλαίων/μηνών, η συγγραφέας, ενώ πλέκει το νήμα του μυστηρίου της εξαφάνισης, ταυτοχρόνως αναπαριστά πιστά τη ζωή στην απομονωμένη και δύσβατη περιοχή της χερσονήσου Καμτσάτκα. Αποκαλύπτει τα μειονεκτήματα της ζωής στην πόλη, τις κακουχίες της ζωής στην ύπαιθρο, τις κοινωνικές ανισότητες, τον ρατσισμό, τον μισογυνισμό, τη φανερή ή λανθάνουσα βία, τις διακρίσεις εις βάρος των μεταναστών και των αυτοχθόνων φυλών, τις αντιπαλότητες μεταξύ ξένων, Ρώσων και γηγενών, και τις πολιτικές σκοπιμότητες.




Εν κατακλείδι, η Τζούλια Φίλιπς έχει τον απόλυτο έλεγχο της ιστορίας της. Δεν ξεχνά τους χαρακτήρες της, δεν ξεχνά τα κορίτσια που χάθηκαν, τους τόπους και τις λεπτομέρειες, και μας οδηγεί με απίστευτη δεξιοτεχνία σε ένα συναρπαστικό, καθηλωτικό τέλος, παραδίδοντάς μας, χωρίς αμφιβολία, ένα πλήρες, άρτιο βιβλίο, ένα πραγματικό συγγραφικό κομψοτέχνημα.

 

ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ



Η Τζούλια Φίλιπς (Julia Phillips, 1989), διδάσκει δημιουργική γραφή στο Randolph College. Κείμενά της έχουν δημοσιευτεί σε: New York Times, Atlantic, Paris Review. Ζει στο Μπρούκλιν. Το βιβλίο ΓΗ ΠΟΥ ΧΑΝΕΤΑΙ είναι το πρώτο της μυθιστόρημα, ένα εντυπωσιακό κατά γενική ομολογία ντεμπούτο στο χώρο της Λογοτεχνίας, το οποίο εκτυλίσσεται στην μακρινή, απομονωμένη και δυσπρόσιτη χερσόνησο της Καμτσάτκα. Όπως εξηγεί η ίδια η συγγραφέας σε επιστολή της προς τους Έλληνες αναγνώστες, με αφορμή την έκδοση του βιβλίου της στην Ελλάδα, αγαπούσε τη Ρωσία από τότε που ήταν έφηβη. Πριν από την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, δεν θα ήταν εφικτό να επισκεφτεί κανείς την Καμτσάτκα, καθώς ήταν μια στρατιωτική βάση στην οποία δεν επιτρεπόταν η παρουσία ξένων. Κατόπιν, έγινε ένας προορισμός τουρισμού περιπέτειας για λίγους τυχερούς, και η Φίλιπς, όταν ήταν στο πανεπιστήμιο και μάθαινε τη ρωσική γλώσσα, ήθελε όσο τίποτε άλλο να καταφέρει να την επισκεφτεί. Έπειτα από αιτήσεις δύο χρόνων συνέβη αυτό που θεωρεί (και δικαιολογημένα) ως την μεγαλύτερη εύνοια της τύχης στη ζωή της: κέρδισε την υποτροφία για έρευνα με σκοπό τη συγγραφή ενός βιβλίου στη χερσόνησο. Έτσι επισκέφτηκε την Καμτσάτκα πρώτη φορά το 2011, κι ύστερα πάλι, με το προσχέδιο του μυθιστορήματος  ΓΗ ΠΟΥ ΧΑΝΕΤΑΙ ανά χείρας, το 2015. Το μυθιστόρημά της κέρδισε αμέτρητα βραβεία και υποψηφιότητες και συμπεριλήφθηκε στα καλύτερα βιβλία του 2019.

Στην ίδια επιστολή που ανέφερα παραπάνω, η Αμερικανίδα συγγραφέας καταλήγει ως εξής:

«…Όσο μακριά κι αν βρίσκεται ίσως η Καμτσάτκα από τον τόπου όπου μεγαλώσαμε εσύ ή εγώ, οι άνθρωποι που ζουν εκεί συνδέονται βαθιά μ’ εμάς, κι εμείς μ’ εκείνους. Όλοι παλεύουμε ενάντια στους ίδιους πόνους. Όλοι ξέρουμε τι σημαίνει να φοβάσαι — αλλά και τι σημαίνει να ελπίζεις. Εξάλλου, αν μια ολόκληρη κοινότητα μπορεί να ενωθεί για να βλάψει, τότε επίσης μπορεί να δράσει από κοινού για να βοηθήσει. Μπορούμε να ενώσουμε τις δυνάμεις μας για να σώσουμε ο ένας τον άλλο. Σ’ ευχαριστώ που διάλεξες να διαβάσεις αυτή την ιστορία. Σ’ ευχαριστώ για τη βοήθεια που προσφέρεις στους γύρω σου, όποια κι αν είναι. Εύχομαι το μέλλον σου να είναι γεμάτο καλά βιβλία, γενναιόδωρους φίλους, και συναρπαστικά ταξίδια (ίσως στην όμορφη Καμτσάτκα;)»

 

Πηγές:

https://www.metaixmio.gr

https://www.juliaphillipswrites.com/

www.wikipedia.org

https://mirc.ntua.gr/sites/default/files/KAMTSATKA.pdf

https://www.tovima.gr/2021/08/10/vimagazino/xersonisos-kamtsatka/

https://ekorenovsk.ru/el/kogda-luchshe-ehat-na-kamchatku-turistam-kamchatka-prakticheskaya-informaciya/



Πρώτη Δημοσίευση: https://www.loutraki365.gr/blog/post/i-aggeliki-mpoyliari-proteineigi-poy-hanetai-tis-tzoylia-filips

01-05-2022

Δευτέρα 4 Απριλίου 2022

ΤΟ ΜΟΝΟΠΑΤΙ ΤΟΥ ΑΛΑΤΙΟΥ, της Ρέϊνορ Γουίν

 

ΤΟ ΜΟΝΟΠΑΤΙ ΤΟΥ ΑΛΑΤΙΟΥ, της Ρέϊνορ Γουίν



Είδος: Μυθιστόρημα

Μετάφραση: Γωγώ Αρβανίτη

Σελίδες: 406

Εκδόσεις: ΚΛΕΙΔΑΡΙΘΜΟΣ, 2021

 Προσεγμένη έκδοση των εκδόσεων Κλειδάριθμος, από το εξώφυλλο-οπισθόφυλλο και τον τύπο του χαρτιού, μέχρι την μετάφραση, την οποία θεωρώ ότι είναι εξαιρετική, εύστοχη, με σωστά ελληνικά, και ότι εξυπηρετεί τέλεια τόσο την απρόσκοπτη ανάγνωση όσο και την λογοτεχνική απόδοση του κειμένου.

Όπως μας πληροφορεί το οπισθόφυλλο, ΤΟ ΜΟΝΟΠΑΤΙ ΤΟΥ ΑΛΑΤΙΟΥ, είναι μια αληθινή ιστορία, ένας ύµνος στη ζωή, στην αποδοχή της θλίψης και στην θεραπευτική δύναμη της φύσης. Τo μυθιστόρημα ανασυνθέτει την έννοια της εστίας, δείχνοντας πως όταν αυτή χαθεί, µπορεί να «ξαναχτιστεί» και να επαναπροσδιοριστεί µε τους πιο απρόσµενους τρόπους.

Η συγγραφέας Ρέινορ Γουίν, σύζυγος του Μοθ Γουίν και μητέρα των ενήλικων παιδιών τους, της Ρόουαν και του Τομ, μας παραδίδει ένα μυθιστόρημα που συναρπάζει και εμπνέει. Πρόκειται για την ημερολογιακή, ταξιδιωτική καταγραφή της προσωπικής τους οδύσσειας -δεν είναι τυχαίο ότι το βιβλίο ξεκινάει με μια αναφορά στην Ομήρου Οδύσσεια- μιας περιπέτειας την οποία επέλεξαν συνειδητά να βιώσουν, ενάντια σε όλες τις αντιξοότητες.

Το αγαπημένο ζευγάρι, στην ηλικία των πενήντα και κάτι σήμερα, σύντροφοι από τα πρώιμα νεανικά τους χρόνια, έχει περάσει τη ζωή του φροντίζοντας και ανακαινίζοντας μια αγροικία στην αγγλική εξοχή, την οποία έχουν μετατρέψει σε οικογενειακή επιχείρηση, με ζώα αγροκτήματος, λαχανόκηπους και φιλοξενία επισκεπτών, η οποία τους παρέχει την οικονομική δυνατότητα μιας ανεξάρτητης ζωής κοντά στην φύση.

Ωστόσο δεν είναι όλα ειδυλλιακά, αφού εδώ και έξι χρόνια ο Μοθ ταλαιπωρείται από ένα σοβαρό πρόβλημα υγείας, το οποίο διαγνώστηκε μόλις πρόσφατα: Πάσχει από CBD, Φλοιοβασική εκφύλιση, μια σπάνια νευροεκφυλιστική νόσο, η οποία προσβάλλει τον εγκεφαλικό φλοιό, οδηγεί σε μυϊκή ατροφία και απώλεια μνήμης, και έχει προσδόκιμο ζωής 6-8 χρόνια. Στην περίπτωση του Μοθ, μάλλον εξελίσσεται αργά και ίσως του δώσει παραπάνω από τα 2 χρόνια ζωής που στατιστικά του απομένουν.

Έτσι, λοιπόν, ενώ βρίσκονται σε αυτή την ηλικία και την δύσκολη κατάσταση υγείας του Μοθ, μια οικονομική τους επένδυση, κατόπιν συμβουλής ενός παλιού «φίλου» του Μοθ, αποδεικνύεται εντελώς αποτυχημένη. Στο Δικαστήριο όπου εκδικάζεται η υπόθεση, στο τέλος βρίσκονται να είναι οι ηττημένοι της υπόθεσης και χάνουν όλα όσα απέκτησαν μαζί όλα αυτά τα χρόνια, την αγροικία τους και κάθε μέσο βιοπορισμού.

Σε πέντε ημέρες θα προστεθούν κι αυτοί στην κατηγορία των αστέγων. Αυτό το γεγονός ωθεί την Ρέινορ να βρει όσο περισσότερες πληροφορίες μπορεί σχετικά με τον αριθμό των αστέγων, το στερεότυπο που διαμορφώνει την άποψη της πλειοψηφίας γι’ αυτούς, τα προβλήματα που συνήθως συνοδεύουν την κατάστασή τους, όπως αλκοολισμός και ναρκωτικά, και κατά πόσον αυτά τα προβλήματα οδηγούν στην έλλειψη στέγης ή προκύπτουν από αυτήν.

Εδώ ξεκινάει η επιλεγμένη και από τους δύο περιπέτεια της ζωής τους. Παίρνουν τη γενναία απόφαση να περπατήσουν 630 μίλια (1015 χιλιόμετρα) στο θαλασσοδαρμένο μονοπάτι που διατρέχει τη Νοτιοδυτική Ακτή της Αγγλίας, από το Μάινχεντ στο Σόμερσετ, μέχρι το Πουλ στο Ντόρσετ, μέσω Ντέβον και Κορνουάλης. Η διαδρομή τους θα περιλαμβάνει απάτητα μονοπάτια, ποτάμια, βαλτότοπους, λόφους, βράχους και παραλίες, και φυσικά κατασκήνωση στην άγρια φύση!


Η Ρέινορ ξαναδιαβάζει με προσοχή ένα βιβλίο σχετικό με το εγχείρημά τους: «500 μίλια βόλτα με τον σκύλο μου», του Μαρκ Γουόλινγκτον. Στη συνέχεια εφοδιάζονται με σκηνή, σακίδια, τρόφιμα και τον εύχρηστο ταξιδιωτικό οδηγό του Πάντι Ντίλον, «Το Μονοπάτι της Νοτιοδυτικής Ακτής».


Τα μόνα τους έσοδα είναι ένα εβδομαδιαίο ποσόν 48 λιρών από το Κράτος, το οποίο μπορούν να εισπράξουν από τα ΑΤΜ των κατοικημένων περιοχών της διαδρομής τους.

Η απόφασή τους να περπατήσουν αυτή την τεράστια απόσταση της Νοτιοδυτικής Ακτής είναι ταυτοχρόνως  μια απόφαση να προκαλέσουν τους εαυτούς τους, την αντοχή τους, τα όριά τους, την ίδια τη ζωή. Είναι η απόφαση ανθρώπων ελεύθερων, που, αν και δεν βοηθιούνται από την ηλικία και την οικονομική τους κατάσταση, δεν παραιτούνται από τη ζωή, αλλά αντιθέτως, αντιμετωπίζουν ακόμα και την πιο μεγάλη δυσκολία ως μια ευκαιρία να συνεχίσουν την περιπέτεια της ζωής.

Κι έτσι ο Μοθ και η Ρέι αποδύονται σε έναν αγώνα να εξοικειωθούν απολύτως με την Φύση και να ενσωματωθούν σε αυτήν. Μέσα από τη ζωή στη Φύση και τις αλλεπάλληλες δοκιμασίες, εξακολουθούν να μαθαίνουν, να προσπαθούν, να εξελίσσονται, να κατανοούν και να επικοινωνούν ουσιαστικά με τους συνανθρώπους τους.  Κι εκεί στην ερημιά τους, προτιμούν να μείνουν νηστικοί και διψασμένοι, παρά να αρνηθούν ένα φλιτζάνι τσάι σε έναν απρόσμενο επισκέπτη τους.

Αυτό που τόλμησαν να κάνουν είναι εξαιρετικό και θαρραλέο. Σε κάποιους, ίσως τους περισσότερους, μπορεί να φανεί απερίσκεπτο, ή ακόμα και παράλογο, όμως το Μονοπάτι της Νοτιοδυτικής Ακτής θα τους ανταμείψει με διάφορους τρόπους, όπως και το Μονοπάτι του Αλατιού θα ανταμείψει τον αναγνώστη. Όπως είπε η συγγραφέας: «Αυτό το ταξίδι μάς έμαθε να μην περνάμε τον χρόνο μας κοιτάζοντας προς τα πίσω με θυμό και προς τα μπρος με φόβο, αλλά να ζούμε αυτήν τη στιγμή, τώρα. Είναι το μόνο που έχουμε και, στην ουσία, το μόνο που χρειαζόμαστε.»

Σε συνέντευξή της στην LIFO.GR, όταν ρωτήθηκε πως θα ήταν η ζωή τους αν δεν είχαν ξεκινήσει αυτό το ταξίδι, η Ρέινορ απάντησε: «Είναι δύσκολο να φανταστώ πώς θα ήταν η ζωή μας χωρίς εκείνο το ταξίδι με τα πόδια. Σίγουρα δεν θα είχαμε ανακαλύψει ότι η υγεία του Μοθ θα μπορούσε να βελτιωθεί από το περπάτημα, και θα συνέχιζε να χειροτερεύει, όπως είχαν προβλέψει οι γιατροί. Αν δεν είχαμε κάνει το επόμενο βήμα, θα είχαμε μείνει με την αγωνία και τον φόβο και δεν θα είχαμε έρθει αντιμέτωποι με τη νέα μας ζωή. Αν δεν είχαμε περπατήσει, όπως το κάναμε, οι αρνητικές, καταστροφικές σκέψεις και τα συναισθήματα θα μπορούσαν να μας είχαν καθορίσει και δεν ξέρω πού θα είχαν οδηγήσει.»


 


Είναι ένα όμορφο βιβλίο, εξαιρετικά καλογραμμένο, και παρόλο που η επιλογή του ζευγαριού είναι δύσκολη και αφορά σε πολύ λίγους, είναι μια ιστορία που μπορεί να εμπνεύσει και να αλλάξει τον τρόπο που σκεπτόμαστε για τη ζωή, τον άνθρωπο και τη Φύση. Μας κάνει να θαυμάσουμε τους ανθρώπους που προσπαθούν και θριαμβεύουν πάνω στις αντιξοότητες, που ανακαλύπτουν και χρησιμοποιούν την κρυμμένη δύναμή τους για να ζήσουν. Μας κάνει να αναγνωρίσουμε πόσο τυχεροί είμαστε που έχουμε στέγη πάνω από το κεφάλι μας, που έχουμε ζεστό και ασφαλές σπιτικό και φαγητό στο τραπέζι μας, μας θυμίζει πόσο πολύτιμη είναι η ζωή μας, ακόμα και αν ζούμε μέσα σε μια ρουτίνα από την οποία λείπει ο παλιός νεανικός ενθουσιασμός.

Είναι μια αληθινή ιστορία που μας κάνει να εκτιμήσουμε και να νιώσουμε βαθιά ευγνωμοσύνη για αυτά που ήδη έχουμε: τη δουλειά μας, την ασφάλεια και την άνεση του σπιτιού μας, τους ανθρώπους που αγαπάμε και εμπιστευόμαστε. Επιπλέον, μάς δείχνει ότι μπορεί κανείς να κοιτάξει κατάματα την αρρώστια, ακόμα και τον θάνατο, αν είναι σε ειρήνη με τον εαυτό του, νιώθοντας μέρος ενός μεγαλύτερου συνόλου, και αποδεχόμενος τη ζωή όπως έρχεται, με οποιονδήποτε τρόπο ή μορφή.

 

ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ

Η Ρέινορ Γουίν, αφότου ολοκλήρωσε το µονοπάτι της νοτιοδυτικής ακτής, συνεχίζει να κάνει τακτικά πεζοπορίες µεγάλων αποστάσεων και να γράφει για τη φύση, την έλλειψη στέγης και το ελεύθερο κάµπινγκ. Ζει στην Κορνουάλη µε τον σύζυγό της Μοθ και τον σκύλο τους Μόντι. Το Μονοπάτι του Αλατιού είναι το πρώτο της βιβλίο. Μεταφράστηκε σε 19 γλώσσες, ήταν υποψήφιο στη βραχεία λίστα για το Costa Book Award και έχει πωλήσεις άνω του µισού εκατοµµυρίου αντιτύπων παγκοσµίως.

 

Φωτογραφία  από: https://www.theguardian.com/books/2020/aug/23/beyond-the-salt-path-it-felt-abnormal-to-live-in-a-village-among-other-people-raynor-winn                                                                                               

Συνέντευξη από: https://www.lifo.gr/culture/vivlio/monopati-toy-alatioy-i-alithini-istoria-dyo-astegon-poy-periplanioyntai-sti-bretania


  13 Φεβρουαρίου 2022- Πρώτη Δημοσίευση: 

https://www.loutraki365.gr/blog/post/i-aggeliki-mpoyliari-proteinei-monopati-toy-alatioy-tis-reinor-goyin