«ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗ», Σπύρος Πετρουλάκης
Μυθιστόρημα
Εκδόσεις ΜΙΝΩΑΣ, 2022
Δυο ιστορίες εκτυλίσσονται εκ παραλλήλου στο βιβλίο αλλά σε
διαφορετικό χρόνο, η μία στο παρελθόν πριν εκατό περίπου χρόνια, από το
1900-1922, και η άλλη στη σημερινή εποχή.
Ο κύριος τόπος και των δύο ιστοριών είναι τα Χανιά και
συγκεκριμένα, η πόλη των Χανίων, η Ιερά Μονή της Παναγιάς Ακρωτηριανής και η
Ιερά Μονή Αγίου Ιωάννου του Ερημίτου, ενώ μικρό αλλά σημαντικό και καθοριστικό
μέρος των ιστοριών εκτυλίσσεται στη Σμύρνη.
Με θαυμαστή δεξιότητα ο Σπύρος Πετρουλάκης αφηγείται τις
ιστορίες του τη μια πάνω στην άλλη. Προχωράει η μία στο παρόν, προχωράει και η
άλλη στο παρελθόν. Μικρότερα, χρονικά, τα βήματα της μιας στο παρόν,
μεγαλύτερα, ως όφειλαν, της άλλης στο παρελθόν. Δεν είναι τυχαίο που η ιστορία
της σημερινής εποχής είναι κατά τι μικρότερη, διότι όπως καταλαβαίνουμε είναι
το όχημα για να αφηγηθεί ο συγγραφέας την ιστορία και τα πάθη του Ιωάννη, όπως
υποδηλώνει εύστοχα ο τίτλος του βιβλίου.
Τα σημεία έναρξης κάθε νέου βήματος είναι υπολογισμένα με
ακρίβεια, έτσι ώστε με κάθε ερώτημα που προκύπτει στη σημερινή εποχή, ο
αναγνώστης να συμμετέχει στην προσπάθεια να ανιχνεύσει τις απαντήσεις στο
παρελθόν, και σταδιακά, χωρίς να χάσει ούτε για μια στιγμή το ενδιαφέρον του,
να φτάσει στο τέλος της, όταν θα έχουν απαντηθεί όλα τα ερωτήματα, θα έχει
βρεθεί η αλήθεια και θα επέλθει με κάποιο τρόπο η λύτρωση, η αναγκαία κάθαρση.
Στη σημερινή εποχή λοιπόν, ο συγγραφέας μάς μεταφέρει στα
Χανιά, στην Ιερά Μονή της Παναγιάς Ακρωτηριανής. Εκεί, ο συντηρητής έργων
τέχνης Σταύρος Βεγράκης, ο οποίος έχει κληθεί από τον ηγούμενο, πατέρα
Σπυρίδωνα, ανακαλύπτει μια αριστουργηματική και συνάμα «βλάσφημη» εικόνα, που
κανείς δεν θα περίμενε να βρίσκεται σ’ ένα μοναστήρι. Ποιος είναι, άραγε, ο
άγνωστος δημιουργός της, του οποίου την τέχνη χαρακτηρίζει ένας γνήσιος και
απαράμιλλος ρεαλισμός, και κυρίως πώς έφτασε να ακολουθήσει μια τόσο τολμηρή
τεχνική στις αγιογραφίες του; Λίγο αργότερα, σε ένα ταξίδι του στη Σμύρνη,
εντελώς απρόσμενα, ο Σταύρος θα βρει την άκρη του νήματος της ιστορίας. Με την
επιστροφή του στα Χανιά, βήμα-βήμα, θα αποκαλυφθεί στον ίδιο αλλά και στον
αναγνώστη, μια τραγική ιστορία, βαθιά θαμμένη στη μνήμη της πόλης.
Ο συγγραφέας επιλέγει να κάνει μια δυναμική αρχή της αφήγησης
στο βιβλίο, με την ιστορία στο παρελθόν, στα Χανιά, το 1900, περιγράφοντας
ολοζώντανα τη δύσκολη κατάσταση που αντιμετωπίζει με τον μόλις πέντε μηνών γιο
της, η Τριανταφυλλένια, η οποία παρά το όμορφο όνομά της, αποδεικνύεται ικανή
για σκληρές αποφάσεις και τρομαχτική, και τώρα κατά την επίσκεψή της στο γιατρό αλλά και
αργότερα. Το μωρό της γεννήθηκε με ατροφικό το δεξιό χέρι, στην απόληξη του
οποίου υπήρχαν κάποιες σάρκινες προεξοχές αντί για δάχτυλα, σαν ακάνθινος
ήλιος. Χωρίς ίχνος απελπισίας ή δισταγμού, ζητάει από τον γιατρό να του το
κόψει! Τα πάθη του μικρού Ιωάννη έχουν κυριολεκτικά αρχίσει…
Πώς θα πορευτεί στη ζωή του, όταν μέσα σε έναν κόσμο που τον
αντιμετωπίζει ως «παράουρο», κακοφτιαγμένο, άχρηστο, έναν κόσμο που τον
περιφρονεί, τον εκμεταλλεύεται και τον κακοποιεί, η ίδια του η μάνα είναι η
πρώτη που τον απορρίπτει και ρίχνει τον λίθο του αναθέματος;
Όμως, στη ζωή υπάρχουν οι άγριοι, οι άξεστοι και οι κακοί,
υπάρχουν και οι συνετοί, οι καλοί και οι φιλάνθρωποι. Έτσι, ο πατέρας
Καλλίνικος, αδερφός της μάνας του, της Τριανταφυλλένιας, θα γλιτώσει τον Ιωάννη
από το υγρό και σκοτεινό υπόγειο, όπου τον φυλακίζει η μητέρα του, για να μην
τον βλέπει, για να μην τον βλέπουν, για να μη ζωγραφίζει, για να μη ζει. Θα τον
πάρει μαζί του στην Ιερά Μονή της Παναγιάς της Ακρωτηριανής και θα τον
φροντίζει όσο μπορεί και όσο του επιτρέπει η συντηρητικότητα και το απόλυτο του
λειτουργήματός του και των γύρω του.
Ο Ιωάννης έχει μέσα στην αθώα ψυχή του την αγάπη για την πέντε
χρόνια μικρότερή του Περιχάν, με την οποία ερωτεύονται μέχρις εσχάτων, παρά την
δίνη της ανασφάλειας και των τραγικών ιστορικών γεγονότων. Μέσα του καίει
επίσης η θεία φλόγα της ζωγραφικής που τον κρατάει ζωντανό, του δίνει πείσμα
και εφευρετικότητα. Ζωγραφίζει με ό,τι μέσο μπορεί να βρει, με κάρβουνο, με
φυτά, με ασβέστη που μαζεύει από τους δρόμους, άμμο από τον πάτο φαραγγιού, κοκκινόχωμα,
ακόμα και κοχύλια που τα θρυμματίζει στο πέτρινο γουδοχέρι. Ο νεαρός ζωγράφος,
ένας «ατελής» άνθρωπος, πασχίζει να φτάσει στην τελειότητα και τολμά το
αδιανόητο, αδιαφορώντας για το τίμημα. Βλασφημία ή ωδή στον έρωτα είναι η
δημιουργία του;
Εκτός από τον πατέρα Καλλίνικο, η ζωή φέρνει στο δρόμο του μια
σπουδαία γυναίκα που θα γίνει δασκάλα του και θα τον στηρίξει σε δύσκολες
στιγμές, θα γίνει γι’ αυτόν φως, ελπίδα, καταφυγή. Είναι η Φλωρεντίνη
Καλούτση-Σκουλούδη, ζωγράφος, γλύπτρια, πιανίστρια, ιδρύτρια Λυκείου Ελληνίδων
(1890-1971).
Υπάρχουν κι άλλοι χαρακτήρες, όπως η Γελντά στα Χανιά, η
Δημητρούλα αργότερα στη Σμύρνη, αλλά και κάποιοι σε σύντομο πέρασμα από τη ζωή
του Ιωάννη, οι οποίοι δείχνουν ενδιαφέρον γι’ αυτόν και του προσφέρουν μια διέξοδο
από τις δυσκολίες της στιγμής που φαίνονται ανυπέρβλητες. Είναι άνθρωποι που
δείχνουν καλοσύνη, μια καλοσύνη απαραίτητη για την επιβίωση του Ιωάννη, ο
οποίος την δέχεται όπως ο διψασμένος για νερό, νιώθει τεράστια ευγνωμοσύνη και είναι πάντα πρόθυμος να ξεπληρώσει όπως
μπορεί. Μας συγκινεί αυτή η προθυμία του στην περίπτωση της Φλωρεντίνης, όταν
επιστρέφει χωρίς δισταγμό τα δανεικά που της χρωστούσε, παρόλο που βρίσκονται
μαζί με την Περιχάν σε εξαιρετικά δεινή θέση.
Θα είναι αρκετά τα πρόσωπα αυτά και η φλόγα της δημιουργίας,
για να φανερώσουν τον ήλιο στη σκοτεινή ζωή του Ιωάννη; Τι δυσκολίες, τι πόνο,
τού επιφυλάσσει ακόμα η ζωή; Φαίνεται πως θα έχει να αντιπαλέψει πολλά ακόμη,
γι’ αυτό σε μια συνταρακτική σκηνή (στη σελ.232), από τις πολλές που διαθέτει
το βιβλίο, ο Ιωάννης σαν ορμητικός χείμαρρος εξωτερικεύει τον ψυχικό πόνο της
μέχρι τότε ζωής του. Μιλάει για την αγάπη που δεν γνώρισε, τη βία που έζησε,
τους καλογέρους που καταστρέφουν ό,τι αγαπά και ζωγραφίζει, ακόμα και για την
εξομολόγηση. Δεν έχει να εξομολογηθεί αμαρτίες, δεν έβλαψε ποτέ κανέναν,
αντιθέτως, λέει, ίσως εν γνώσει της ασέβειας που διαπράττει, και υπό το κράτος
της αγανάκτησης, ο Θεός έχει να εξομολογηθεί σ’ εκείνον ‘για τις πίκρες που τού
έπεψε’.
Εκτός από τον Ιωάννη, τον ήρωα του βιβλίου, και τους άλλους
χαρακτήρες, στο βιβλίο σημαντική θέση κατέχουν οι τέχνες. Πρώτη η τέχνη της
ζωγραφικής φυσικά και της αγιογραφίας, της μουσικής, της λαϊκής παράδοσης, της
συντήρησης έργων τέχνης, του τραγουδιού,
και τέλος, κατά τη γνώμη μου, στο φόντο σταθερή η τέχνη της Αγάπης. Της Αγάπης
για την Τέχνη, αλλά και κυρίως για τον Συνάνθρωπο!
Το βιβλίο του Σπύρου Πετρουλάκη ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗ είναι πραγματικά
ένα πλούσιο βιβλίο. Πλούσιο σε ιδέες, θέματα και θέσεις, σε ανθρωπιά και
συναισθήματα. Μέσα από την ιστορία και τα πάθη του αγγελικού Ιωάννη, ο
συγγραφέας θίγει πολλά θέματα, ανθρώπινα και πάντα επίκαιρα, και ανοίγει
δρόμους και παραδρόμους, γεωγραφικούς, ιστορικούς, κοινωνικούς, που οδηγούν τον
αναγνώστη στη σκέψη και τον προβληματισμό, την ενσυναίσθηση και την αυτογνωσία.
Στα θέματα που θίγονται στο βιβλίο, υπάρχουν διαφορές ανάμεσα
στο τότε και το σήμερα, υπάρχουν και ομοιότητες:
Ο πόλεμος είναι άγριο πράγμα.
Οι λαοί δεν έχουν να χωρίσουν κάτι μεταξύ τους. Είναι η
πολιτική και οι πολιτικοί που διχάζουν.
Οι
άνθρωποι είναι ίδιοι απέναντι στον πόλεμο, το θάνατο και την αρρώστια.
Πάντα
υπάρχει δυσπιστία απέναντι σε ένα καινούργιο φάρμακο για μια νέα ασθένεια, όπως
το 1920 δυσπιστούσαν για τα φάρμακα κατά της πανούκλας.
Συντηρητισμός
και δεισιδαιμονίες υπάρχουν και σήμερα.
Όλοι
είμαστε παιδιά της γης, πρόσκαιροι, φιλοξενούμενοι.
Σε κάθε
κοινωνία μεγάλη ή μικρή θα συναντήσεις όλους τους τύπους ανθρώπων.
Το θείο
πάθος της Τέχνης ΔΕΝ υπερνικά πάντα τις δυσκολίες και την επιφυλακτικότητα του
κόσμου.
Και το
σημαντικότερο θέμα που θίγει ο συγγραφέας, παραδίδοντάς μας έναν συγκλονιστικό,
«ατελή» Ιωάννη, είναι το θέμα της διαφορετικότητας. Παλιά, οι άνθρωποι
αντιμετώπιζαν το «ατελές» και το «διαφορετικό» με αισθήματα αποστροφής και
κακίας, ακόμα και εκδίκησης. Σήμερα η συμπεριφορά μας έχει αλλάξει, το
αποδεχόμαστε και το στηρίζουμε. Συχνά, όμως, η αποδοχή αυτή βρίσκεται μόνο στα
λόγια. Στην πράξη υπερισχύουν κρυμμένες φοβίες για τα παραπάνω και
δυσκολευόμαστε να ανοίξουμε την αγκαλιά και την καρδιά μας.
Εν κατακλείδι, το βιβλίο ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗ, είναι ένα πολύ δυνατό
βιβλίο. Δεξιοτεχνικά γραμμένο, με πολύ καλή επιμέλεια, τοποθετημένο σε σωστό
ιστορικό πλαίσιο, πιστή απόδοση της εποχής και της ντοπιολαλιάς που φέρνει μια
οικειότητα με τον τόπο και τα πρόσωπα, με ωραία γλώσσα, ζωντανές εικόνες τόπων
και περιγραφές καταστάσεων, άρτιους χαρακτήρες, συνταρακτικά γεγονότα και
καθηλωτικές σκηνές, προσφέρει στον αναγνώστη αγωνία και συγκίνηση. Ο Ιωάννης
του έχει ψυχή αγγέλου. Ο αναγνώστης θα τον συμπονέσει, θα τον αγαπήσει βαθιά.
Δεν θα τον ξεχάσει. Θα τον κρατήσει στην καρδιά του. Είναι ένας χαρακτήρας που
θα κερδίσει με το σπαθί του μια θέση ανάμεσα στους ξεχωριστούς και αγαπημένους
ήρωες της σύγχρονης Ελληνικής Λογοτεχνίας.
Αγγελική Μπούλιαρη-Αργυράκη*
Φιλόλογος-Συγγραφέας
Φωτογραφίες από την παρουσίαση του βιβλίου στο Πνευματικό Κέντρο Εξαμιλίων, στις 16 Μαΐου 2022.