Πέμπτη 13 Απριλίου 2023

ΧΡΕΩΣΤΕΣ ΣΤΑ ΝΙΑΤΑ, Μαργαρίτας Φρονιμάδη-Ματάτση

 

ΧΡΕΩΣΤΕΣ ΣΤΑ ΝΙΑΤΑ, της ΜΑΡΓΑΡΙΤΑΣ ΦΡΟΝΙΜΑΔΗ-ΜΑΤΑΤΣΗ

Κατάθεση νωπής μαρτυρίας στη μνήμη της Λιλής Ιακωβίδη για τα 35 χρόνια από το θάνατό της

Εκδόσεις: ΚΕΝΤΡΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΕΚΔΟΣΕΩΝ ΧΑΡΗ ΠΑΤΣΗ, 2020

Σελίδες: 89

 




Το δοκίμιο «ΧΡΕΩΣΤΕΣ ΣΤΑ ΝΙΑΤΑ», με την υπογραφή της Κορινθίας ποιήτριας, Μαργαρίτας Φρονιμάδη-Ματάτση, αποτελεί, όπως αναφέρεται και στο εξώφυλλο, κατάθεση νωπής μαρτυρίας στη μνήμη μιας σημαντικής Ελληνίδας ποιήτριας και συγγραφέα, στενής φίλης του Κωστή Παλαμά,  της ΛΙΛΗΣ ΠΑΤΡΙΚΙΟΥ-ΙΑΚΩΒΙΔΗ, για τα 35 χρόνια από το θάνατό της. Και, για να δανειστώ τον τίτλο του πρώτου κεφαλαίου του βιβλίου, είναι το «χρονικό μιας ευλογίας», το χρονικό της συνάντησης αυτών των δύο γυναικών.

Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή:

Βρισκόμαστε στις αρχές του 1971 και δυο γυναίκες, διαφορετικής ηλικίας και τρόπου ζωής, διαφορετικού τόπου και περιβάλλοντος, μέλλεται να συναντηθούν, να διασταυρώσουν τους δρόμους τους. Η μία, ηλικιωμένη, φτασμένη ποιήτρια στον Αθηναϊκό κύκλο, έχει αξιωθεί συναναστροφές και φιλίες με σημαντικά πρόσωπα, με ιερά τέρατα της Τέχνης. Έχει δοκιμάσει τις δυσκολίες του γάμου, τις ευθύνες της μάνας και της οικογένειας και έχει βιώσει τραγικές απώλειες. Η άλλη μια έφηβη μαθήτρια, της Δ! εξαταξίου Γυμνασίου, ορμητική, ενθουσιώδης, διψασμένη για μάθηση, γνώση και δημιουργία, και ωστόσο αρκετά ώριμη ώστε να διαισθανθεί μια πνευματική συγγένεια μεταξύ τους.

Πρόκειται για την καταξιωμένη ποιήτρια Λιλή Ιακωβίδη και την μαθήτρια Μαργαρίτα Φρονιμάδη, που έχει ήδη νιώσει τη φλόγα της ποίησης να οδηγεί το χέρι της στα πρώτα της ποιήματα. Με κάποιον τρόπο, οι δύο γυναίκες θα συναντηθούν και θα δεθούν, όπως η ζωή ξέρει να δένει τους ανθρώπους, φέρνοντας τη μία στο δρόμο της άλλης.

«Τάμα ζωής», χαρακτηρίζει η συγγραφέας το βιβλίο της «ΧΡΕΩΣΤΕΣ ΣΤΑ ΝΙΑΤΑ», τάμα να προσεγγίσει και να αποκαλύψει πτυχές της προσωπικότητας της Λιλής Ιακωβίδη. Ένα τάμα που άργησε να εκπληρωθεί, λόγω των πολλαπλών ρόλων της, ως σύγχρονης γυναίκας και ποιήτριας, η οποία θέλησε να ανταποκριθεί σε όλους αυτούς τους ρόλους με ευσυνειδησία και αγάπη.

Ωστόσο, σε μια «αναγκαία αλλά και αναπόφευκτη» αναδρομή στο παρελθόν και στην περίπου δεκαετή επικοινωνία της με την Λιλή Ιακωβίδη, η συγγραφέας αποφάσισε από την απλή σκέψη και επιθυμία, να περάσει στην πράξη, στην πραγματοποίηση δηλαδή του «τάματος» που είχε κάποτε υποσχεθεί μυστικά στην ποιήτρια και στον εαυτό της, με αποτέλεσμα το παρόν ενδιαφέρον σε μαρτυρίες πόνημά της.

Το βιβλίο χωρίζεται άτυπα σε δύο μέρη.

Στο πρώτο μέρος η Μαργαρίτα Φρονιμάδη-Ματάτση αφηγείται με ειλικρίνεια και ζέση, πώς οι συμπτώσεις, τα γεγονότα και κυρίως η σπίθα μέσα της την οδήγησαν στην πόρτα της Λιλής Ιακωβίδη. Μιας προσωπικότητας της Ποίησης, με ευγενική μορφή, γλυκό χαμόγελο, διεισδυτική ματιά και αριστοκρατική λεπτότητα, η οποία θα γινόταν στη συνέχεια, όπως λέει η ίδια, πνευματική μάνα, πηγή έμπνευσης και φάρος, που θα την επηρέαζε στο «δυσκολοπερπάτητο» μονοπάτι της Ποίησης.

Περιγράφει την μετέπειτα επικοινωνία τους, με συναίσθημα και ακρίβεια, εστιάζοντας σε χαρακτηριστικές λεπτομέρειες, που φωτίζουν σε βάθος την προσωπικότητα της Λιλής. Μας μιλάει για την άγνωστη Λιλή που είχε ακουστά και για τη Λιλή που γνώρισε από κοντά. Για τα ραντεβού και τις συναντήσεις τους, και τον διαφορετικό κάθε φορά τόπο (λόγω των μετακομίσεων της Λιλής). Για τις σπουδές της ίδιας της συγγραφέα στη Φλωρεντία, και την προσωρινή, όπως αποδείχτηκε αργότερα, απομάκρυνση από τη Μούσα της Ποίησης.

Η συγγραφέας, με ζωντανές περιγραφές, μας ξεναγεί στο ταξίδι της γνωριμίας τους. Μεταφερόμαστε στο μικρό διαμέρισμα της Λιλής Ιακωβίδη και βλέπουμε με ευχάριστη έκπληξη, πώς μια καταξιωμένη ποιήτρια σκύβει, όχι μόνο με στοργή, αγάπη, ακόμα και θαυμασμό, πάνω σε μια μαθήτρια και τα πρώτα ποιητικά της βήματα, αλλά και σαν να νιώθει ότι έχει χρέος απέναντί της. Σαν να είναι δηλαδή ένας συνειδητός χρεώστης στα νιάτα, όπως καλό θα ήταν να νιώθουμε όλοι μας.

Στην ζωντανή αφήγησή της παρεμβάλλονται παλιές φωτογραφίες και τρία σημαντικά ντοκουμέντα: Άρθρο της Λιλής Ιακωβίδη, στην εφημερίδα Βραδυνή, 17-01-1972, με τίτλο «Χρεώστες στα νιάτα-Μια ζωντανή ανάμνηση», από το οποίο δανείστηκε η συγγραφέας τον τίτλο του δοκιμίου της. Ακολουθεί συνέντευξη της Λιλής Ιακωβίδη στο περιοδικό Πάνθεον, για τη Στήλη «Ό,τι πήρε το μάτι μας απ’ τις σημερινές γυναίκες», με τίτλο «Έβλεπα τον ποιητή κάθε Τετάρτη», αρχές 1971.  Τέλος,  άρθρο στην εφημερίδα ΕΘΝΟΣ, με την αναγγελία του θανάτου της, στις 12/11/1985, με τίτλο «Έσβησε χτες η Λιλή του Παλαμά».

Και το πρώτο μέρος του βιβλίου, τελειώνει, ως φόρος τιμής στην ποιήτρια, με τις Εκδηλώσεις μνήμης στο πρόσωπο της Λιλής Πατρικίου-Ιακωβίδη, οι οποίες φωτίζουν το πολύπλευρο έργο της, ως λογοτέχνιδας και ως δυναμικής γυναικείας προσωπικότητας, και πραγματοποιήθηκαν με εισήγηση και ενέργειες της ίδιας της συγγραφέα του δοκιμίου, Μαργαρίτας Φρονιμάδη-Ματάτση, από την Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών.

Ακολουθεί το δεύτερο μέρος του βιβλίου με ένδεκα ανέκδοτες χειρόγραφες επιστολές, καρτ-ποστάλ, αφιερώσεις, καθώς και επτά χειρόγραφα ποιήματα της Λιλής Ιακωβίδη, τα οποία έστειλε η ίδια στην νεαρή τότε ποιήτρια Ρίτα Φρονιμάδη.

Είναι γνωστό ότι ένας συγγραφέας, με την σκιαγράφηση των ηρώων του και την ανάπτυξη του θέματός του, αποκαλύπτει ταυτοχρόνως και εμμέσως και τον δικό του εαυτό. Παρομοίως, το βιβλίο της Μαργαρίτας Φρονιμάδη-Ματάτση, «ΧΡΕΩΣΤΕΣ ΣΤΑ ΝΙΑΤΑ», αποκαλύπτει επίσης πτυχές της δικής της προσωπικότητας, καθώς η ίδια σκιαγραφεί την προσωπικότητα της Λιλής Ιακωβίδη και αναφέρεται στα κοινά τους σημεία. Στη ροή της αφήγησής της, λοιπόν, επισημαίνονται δύο άξιες προσοχής αναφορές της, σε δύο άλλα, πλην της Λιλής Ιακωβίδη, πρόσωπα, που βρέθηκαν στη ζωή της κατά την εφηβική της ηλικία και για τα οποία αναγνωρίζει ότι με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, βοήθησαν στην πνευματική της εξέλιξη και ωριμότητα.

Η πρώτη αναφορά είναι σε έναν «εκλεκτό και πεφωτισμένο», όπως τον αποκαλεί, δάσκαλό της, πράγμα που φανερώνει ότι από μικρή διψούσε για μάθηση και είχε τις κεραίες της έτοιμες να απορροφήσουν τη γνώση, ενώ η δεύτερη αναφορά είναι σε συγγενικό της πρόσωπο, το οποίο παρείχε στήριξη και πνευματική τροφή στην ίδια και στην αδερφή της, κατά τα γυμνασιακά τους χρόνια.

Βρίσκω συγκινητικές και ελπιδοφόρες τις μνείες στα παραπάνω πρόσωπα. Επειδή περιπτώσεις σαν κι αυτές υπενθυμίζουν ότι πάντα υπάρχουν ανάμεσά μας, έστω και λίγοι ή σπανιότεροι, άνθρωποι ξεχωριστοί, εμπνευσμένοι και κυρίως δοτικοί. Και, κυρίως, πάντα υπάρχουν παιδιά και νέοι που θα ωφεληθούν από την δοτική προσωπικότητά τους, θα βρουν έμπνευση, ώθηση, διέξοδο. (Είναι βεβαίως μια σχέση αμφίδρομη, καθώς και οι παλαιότεροι ωφελούνται από τη δίψα για γνώση και δημιουργία που έχουν τα νιάτα).

Ως παράδειγμα μιας τέτοιας δοτικής προσωπικότητας, η συγγραφέας του βιβλίου δίνει την ποιήτρια Λιλή Πατρικίου-Ιακωβίδη, της οποίας τα κείμενα και οι πράξεις βρίσκονται σε αρμονία και συνέπεια, καθώς η ίδια σε διάφορες περιστάσεις αναγνωρίζει εμπράκτως στους νέους το θάρρος τους να προχωρήσουν μπροστά και να ζήσουν όπως επιθυμούν, μακριά από τον πόλεμο και το μίσος, με ελευθερία και ειρήνη. Μια μικρή γεύση των παραπάνω παίρνουμε και από το άρθρο της Λιλής Ιακωβίδη το οποίο αναφέρθηκε παραπάνω, «Χρεώστες στα νιάτα-Μια ζωντανή ανάμνηση», και στο οποίο φανερώνεται η αγάπη της για τα νιάτα και τη ζωή, καθώς επίσης και οι απόψεις της για το πολύτιμο του χρόνου, της αγάπης και της ειρήνης.

Αρκετά είναι όσα ενώνουν τις δύο ποιήτριες, τη Λιλή Πατρικίου-Ιακωβίδη και την Μαργαρίτα Φρονιμάδη-Ματάτση, κυρίως όμως τις ενώνει η αγάπη για την Ποίηση και τον Άνθρωπο, καθώς και οι πολλαπλοί ρόλοι που ανέλαβαν όχι μόνο ως γυναίκες, αλλά και ως πολίτες με συνείδηση και με συνειδητή ανάληψη ευθυνών, εν αντιθέσει με κάποιους αιρετούς, για τους οποίους η δεύτερη διαπιστώνει σε ένα ποίημά της: «Διάχυτη η βούληση αποφυγής των ευθυνών…», ενώ στη συνέχεια αναρωτιέται: «Ποιος θα χρεωθεί τη στέρηση του φωτός, του αέρα, της επικοινωνίας με τον πάνω κόσμο;»

Κι εδώ, ανάμεσα στο ρήμα «θα χρεωθεί» που χρησιμοποιεί η Μαργαρίτα Φρονιμάδη-Ματάτση στο ποίημά της, και στο ουσιαστικό «χρεώστες» που χρησιμοποιεί η Λιλή Πατρικίου-Ιακωβίδη στον τίτλο του άρθρου της, υπάρχει ένα σημαντικό κοινό σημείο ανάμεσα στις δυο ποιήτριες, αυτό του χρέους. Μοιράζονται την ίδια πεποίθηση, ότι είμαστε όλοι χρεώστες στα νιάτα, ότι οφείλουμε να κάνουμε αυτόν τον κόσμο καλύτερο για τα παιδιά μας  και τα παιδιά των παιδιών μας, μέσω της Τέχνης αλλά και της φυσικής μας παρουσίας.

Στο σημείο αυτό, θα ήθελα να τονίσω ότι πέρα από τις αξιόλογες μαρτυρίες που έχουν κατατεθεί στο βιβλίο για την Λιλή Ιακωβίδη, ως  λογοτέχνιδα και ως άνθρωπο, εξίσου σημαντικό είναι πως οι «ΧΡΕΩΣΤΕΣ ΣΤΑ ΝΙΑΤΑ» δίνουν μια αφορμή στους αναγνώστες και φίλους της Ποίησης, παλιούς και νέους, να ανακαλύψουν, είτε για πρώτη φορά είτε εκ νέου, μια σημαντική γυναικεία μορφή της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας.

Κλείνοντας, θα αναφέρω ότι για την ποίηση της Λιλής Ιακωβίδη γράφτηκε: «Η ποίηση της Λιλής Ιακωβίδη δονείται από ένα πάθος αγάπης, που άλλοτε αγκαλιάζει κάθε ανθρώπινη ύπαρξη, χωρίς διάκριση, και άλλοτε παίρνει πιο προσωπικούς τόνους, τρυφερούς ή φλογερούς, ως αγάπη της μάνας στο παιδί της, ή ως φλόγα που καίει την καρδιά και το κορμί μιας πολύ ερωτευμένης γυναίκας». (Η Ελληνική Ποίηση-Ανθολογία Γραμματολογία, Εκδόσεις ΣΟΚΟΛΗ,1989)

Παραθέτω δυο μικρά αποσπάσματα:

Απόσπασμα από  την ΕΛΛΗΝΙΔΑ

« Αντιγόνη, το γέρο το γονιό σου

Τον τυφλό συνοδεύεις και σωπαίνεις.

Κι ως σωπαίνεις ακούς ολόγυρά σου

Γη και ουρανό να ψάλλουν το όνομά σου.

Ιφιγένεια φοράς το νυφικό σου

Στη θυσία για να γείρεις το λαιμό σου.

Και Ηλέκτρα, εσύ, προσμένεις απ’ τα ξένα,

Λυτρωτή, δικαιοκρίτη, το βλαστάρι

Το αρσενικό της ρίζας…»

Απόσπασμα από το ερωτικό Η ΑΝΟΙΞΗ ΘΑ ’ΡΘΕΙ, (αφιερωμένο στον ποιητή Μ.Μ.)

«Η άνοιξη θα ’ρθεί

Την άγιαν ώρα που στην πόρτα θα ακουστεί

Σαν όνειρο γλυκό το χτύπημά σου

Και θα φαντάξη η μέρα θεία γιορτή,

Με ήλιο της ολοπόρφυρο τον έρωτά σου.»

 

Πρώτη Δημοσίευση: https://www.fractalart.gr/chreostes-sta-niata/ 

Παρουσίαση στη Δημοτική Βιβλιοθήκη Λουτρακίου 19/03/2023


 












 

Κυριακή 19 Μαρτίου 2023

«Μοιρόγραφτο», Γιάννης Πανούσης - Una persona libera

 

 


«Μοιρόγραφτο», Γιάννης Πανούσης

ΕΚΔΟΣΕΙΣ Ι. ΣΙΔΕΡΗΣ, 2018

Σελίδες 126

 



ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ

Ήταν μεγάλη μου τιμή που κλήθηκα να παρουσιάσω την 1η Νοεμβρίου 2019, στο Πνευματικό Κέντρο Περαχώρας-Λουτρακίου, την Ποιητική Συλλογή «Μοιρόγραφτο», από τις εκδόσεις Ι. Σιδέρης, του καθηγητή Γιάννη Πανούση, τον οποίο εκτιμώ και θαυμάζω απεριόριστα, αν και μέχρι τότε τον ήξερα εκ του μακρόθεν μόνο, μόλις εκείνο το βράδυ κάναμε τη γνωριμία μας. Υπήρξε, ωστόσο, ο αγαπημένος καθηγητής της κόρης μου στο Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο, και όσο για μένα, διάβαζα πάντα με μεγάλο ενδιαφέρον κείμενά του στον τύπο. Με είχε εντυπωσιάσει η συνήθειά του να ξεκινάει τα άρθρα του με μικρά ποιητικά αποσπάσματα, και απ’ αυτό είχα καταλάβει ότι αγαπούσε την ποίηση, αγνοούσα όμως ότι και ο ίδιος ήταν ποιητής, εφόσον η ποίησή του κυκλοφορούσε με ψευδώνυμο.

Στην αρχή της ποιητικής του συλλογής Μοιρόγραφτο, ο καθηγητής Γιάννης Πανούσης αποποιείται την ιδιότητα του ποιητή - κάτι βεβαίως με το οποίο ο αναγνώστης θα διαφωνήσει απολύτως – δηλώνοντας ότι γράφει ποιήματα, γιατί μ’ αυτόν τον τρόπο δίνει στην ψυχή του υπόσταση και ταυτόχρονα επικοινωνεί με τον άγνωστο Χ συνάνθρωπο/συμπολίτη, πράγμα που τού είναι αρκετό για να αισθανθεί μέλος μιας κοινωνίας, που αν και απογοητευμένη, πάντα θα βρίσκει τρόπο/χρόνο για να διαβάσει έναν στίχο και να πάρει δύναμη να ξαναγεννηθεί (Από-ποίηση, σελ.9).

Ακολουθώντας αυτή του τη δήλωση,  ας μου επιτραπεί να προχωρήσω κι εγώ σε μια αποποίηση ιδιότητας. Ουδέποτε, δήλωσα ότι είμαι κριτικός λογοτεχνίας, αναλύτρια ή δοκιμιογράφος. Υπήρξα, όμως, από τότε που έμαθα τις πρώτες λέξεις, φανατική αναγνώστρια και δηλώνω εμπράκτως μαθήτρια δια βίου. Θα προσπαθήσω, λοιπόν, ως αναγνώστρια, να σας ξεναγήσω στον κόσμο του Μοιρόγραφτου, με τον τρόπο που ξενάγησα τον ίδιο μου τον εαυτό στις σελίδες του, και που μοιάζει πιστεύω με τον τρόπο που ο Ποιητής μας έγραψε τα ποιήματά του: Με αγάπη.

Μετά τη μελέτη των σχεδόν 100 (για την ακρίβεια 94) ποιημάτων της συλλογής, τα οποία εκπλήσσουν και γοητεύουν για το συναίσθημα και την ειλικρίνεια των στίχων, τη λιτή και ουσιαστική έκφραση, τους συνειρμούς, την ευθύτητα των απόψεων, την τόλμη έκθεσης και τη γενναιότητα της γραφής, τα διέκρινα νοητά σε τρεις μεγάλες κατηγορίες:


Α) ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΣΧΕΣΕΩΝ και ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ γενικώς:

 Στη συλλογή «Μοιρόγραφτο» είναι πολλά τα ποιήματα που αναφέρονται στις ανθρώπινες σχέσεις και τα συναισθήματα, γι’ αυτό κι εγώ τα ονόμασα «των ανθρωπίνων σχέσεων και της αγάπης», επειδή όντως περιγράφουν εκδηλώσεις έγνοιας και τρυφερά συναισθήματα και ορίζουν την αγάπη ως το θεμελιώδες αίσθημα, καθώς και τις σχέσεις που βασίζονται στην αγάπη, ως τις πιο ουσιαστικές και σημαντικές στη ζωή. Η αγάπη αυτή, όπως διαφαίνεται στους στίχους του ποιητή, είναι ανεξάντλητη. Δεν έχει περιορισμούς ως προς τον αριθμό και την ιδιότητα των αγαπωμένων. Τη βλάπτουν οι μαθηματικοί υπολογισμοί και οι προσδοκίες ανταπόδοσης, ενώ την αναζωογονεί η συγχώρεση. Γι’ αυτό, συμπεραίνει, «Αγάπη ολοκληρωτικά, αν και όχι πάντοτε αλληλεγγύως»: (Amor omnibus idem [H αγάπη είναι σε όλους ίδια], σελ. 15)

Η αληθινή αγάπη είναι γενναιόδωρη. Και υπάρχει ανάμεσα στα αγαπημένα πρόσωπα ένα πρόσωπο μοναδικό και αναντικατάστατο, που μπορεί να αγαπάει μ’ αυτόν τον τρόπο και μας προστατεύει πάντα, ακόμα κι όταν δεν είναι παρόν: Η γλυκιά μορφή της Μάνας (Μάνα, σελ. 31). Ξεκινώντας από αυτή τη θεμελιακή μορφή της μητέρας, η αγάπη εκτείνεται στο σύντροφο, τα παιδιά, την οικογένεια, τους συνανθρώπους μας. Στο ποίημα Β-Π-Κ, σελ.116, παρακολουθούμε μια οικογένεια όπου οι άνθρωποι κοιτάζονται κατάματα, δεν έχουν ανάγκη οπτικές τρίτων, ο πατέρας ανοίγει δρόμο στο φως, η μητέρα κλείνει το δρόμο στον πόνο και το φόβο, το ένα μέλος φροντίζει και ενθαρρύνει το άλλο με τον δικό του τρόπο, γενικά ο καθένας δίνει τον καλύτερο εαυτό του, και γι’ αυτό φέγγουν όλοι όμορφοι και με αυτοπεποίθηση, ο καθένας στα μάτια των άλλων. Τέλος, στο ποίημα Μπέλα-Ζακλίν, σελ. 108, θαυμάζουμε μιαν αξιοζήλευτη αφοσίωση μεταξύ δύο – όχι απαραιτήτως ανθρωπίνων – υπάρξεων.

Σήμερα όλοι ζούμε στην εποχή της καλπάζουσας τεχνολογίας. Ακόμη και οι πιο ανίδεοι ή απορριπτικοί κάνουν καθημερινή χρήση μικρών τεχνολογικών θαυμάτων. Ως γνωστόν, ένας από τους σκοπούς της τεχνολογίας, στον οποίο βασίστηκαν κατά κόρον οι διαφημιστικές καμπάνιες των διαφόρων εταιρειών, ήταν να μειώσει τις πραγματικές αποστάσεις και να φέρει τους ανθρώπους πιο κοντά. Το πέτυχε; Μήπως ήδη ζούμε στο «γενναίο νέο κόσμο» του Άλντους Χάξλεϊ; Στο ποίημα με τίτλο Τεχνο-α-λογία, σελ. 50-51, ο ποιητής, με την προσθήκη του στερητικού «α» ανάμεσα στα δύο συνθετικά μέρη της λέξης, που ήδη προσδίδει την έννοια του παράλογου στη λέξη, υπαινίσσεται την απομάκρυνση και την έλλειψη ουσιαστικής επικοινωνίας μέσα σε ένα περιβάλλον ύψιστης τεχνολογίας.

Η Γη χρειάζεται ξανά προστασία από τον πολιτισμό της φωτιάς και του σιδήρου, ενώ η ισορροπία ανθρώπου και πλανήτη βρίσκεται στην αρμονική συνύπαρξη του ανθρώπου με τη φύση, μας υπενθυμίζει ο ποιητής, δείχνοντας αγάπη για τη Φύση και περιβαλλοντική ευαισθησία, με το ποίημα: Αλληγορικό [Η σοφία της Γης], σελ. 38-39

 

Β) ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ-ΠΟΛΙΤΙΚΑ:

 Η ποίηση του Γιάννη Πανούση στη συλλογή Μοιρόγραφτο δεν αναπτύσσεται μόνον γύρω από τον άξονα των ανθρωπίνων σχέσεων και συναισθημάτων, αλλά και γύρω από την Πολιτεία/Κράτος, ως υπέρτατη θεσμική οντότητα και ως οργανωμένη και αντιπροσωπευτική έκφραση των πολιτών της. Τον απασχολεί το όριο της Ελευθερίας και αναρωτιέται αν αυτή είναι τελικά «δώρον άδωρον», ενώ τον διακατέχει ο τρόμος της Ιστορίας.

Σε πολλά ποιήματα της συλλογής διακρίνουμε το ενδιαφέρον, την ανησυχία και τον προβληματισμό του Ποιητή για θέματα όπως η άσκηση της εξουσίας, η αλαζονεία  και η φθορά των κατεχόντων την εξουσία, το ποιόν της ηγεσίας, καθώς και οι ευθύνες τόσο των πολιτικών όσο και των πολιτών.

Τον ποιητή ενδιαφέρουν τα μέγιστα οι ευθύνες μιας δημοκρατικής διακυβέρνησης, τις οποίες μοιράζει ανάμεσα στους πολιτικούς και τους πολίτες, αν και όχι εξίσου. Κάποιος ευθύνεται περισσότερο, γιατί αυτός χαράζει το δρόμο και προχωράει πρώτος: Εκδοχές και παραδοχές, σελ. 62  

Η έλλειψη ηθικής στην ηγεσία, το βλαβερό ποιόν του μη-δημοκράτη ηγεμόνα και οι ευθύνες του, πρωτίστως απέναντι στους νέους, προβληματίζουν τον ποιητή: Κάτοπτρον μη δημοκράτη ηγεμόνα, σελ. 90 

Δεν μας έτυχαν, τους επιλέξαμε. Η ευθύνη του πολίτη για το ποιος (θέλει να) τον κυβερνάει:  Αν, σελ. 40                                               

Η εγκατάλειψη των στόχων, η απώλεια της φιλίας, η λήθη και η αλλαγή στο πέρασμα του χρόνου, εκφράζονται με νοσταλγική διάθεση στις Υπόγειες καταστάσεις, σελ. 79

Τη νοσταλγία του ποιητή για τα παιδικά και νεανικά του χρόνια αλλά και την απογοήτευσή του, τόσο για τις αλλαγές που επιφέρει ο πανδαμάτωρ χρόνος στους ανθρώπους, όσο και για τη διάψευση των προσδοκιών της γενιάς του διακρίνουμε στο ποίημα Οι μη ανήκοντες, σελ. 59. Παρόλα αυτά ελπίζει ακόμα.

Στο ποίημα Η άδεια σχολική τάξη, σελ. 68, παρακολουθούμε μια αποκαθήλωση εικόνων και φωτογραφιών ηρώων, (στο όνομα τίνος, άραγε;) και έναν δάσκαλο κουρασμένο και ανήμπορο να αντιδράσει, που επωμίζεται το βάρος της ντροπής για την αδυναμία του.

Με την Ωδή στην πατρίδα, σελ. 125, ο ποιητής εκφράζει την απενοχοποιημένη αγάπη του προς την πατρίδα του. Ας σημειώσουμε ότι αυτό το ποίημα κλείνει τη συλλογή Μοιρόγραφτο.


Γ) ΑΥΤΟΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑ:

Είναι γνωστό ότι η ενασχόληση με την πολιτική ενέχει κινδύνους. Συχνά διακινδυνεύει κανείς να ξεχάσει αρχές και πιστεύω, να παραμελήσει αγαπημένα πρόσωπα και πράγματα, να χάσει τη σύνδεση με τον εσώτερο εαυτό του. Όμως, στον Γιάννη Πανούση, αρκεί κάτι μικρό, απλό, καθημερινό, για να του υπενθυμίσει σημαντικά πράγματα και αλήθειες της ζωής: Αυτοβιογραφικό, σελ. 28

Στην ποιητική συλλογή «Μοιρόγραφτο» περιλαμβάνονται αρκετά ποιήματα σαν κι αυτό που μόλις προανέφερα, σε πρώτο πρόσωπο, με τα οποία ο ποιητής εκθέτει απόψεις του, θέσεις και αλήθειες. Ας δούμε, λοιπόν, τι δηλώνει ο ίδιος ο ποιητής για τον εαυτό του μέσα από κάποιους στίχους του:

 

  • Δεν θέλω ν’ ασχοληθεί με τη ζωή μου ο ιστορικός του μέλλοντος. Μου αρκεί να μ’ αγαπάνε οι άνθρωποι του καιρού μου. (Res futurae [Μελλοντικό πράγμα], σελ. 17)

 

  • Δεν βρίσκω ούτε ένα λόγο να γίνω «Ήρωας» σ’ ένα σύστημα που τιμάει τους ευλύγιστους και τους εύκαμπτους, τους δειλούς και τους άφωνους. Μου αρκεί να με νιώθουν ως μικρό ήρωα οι άνθρωποι που αγαπώ και προστατεύω. (Μικρός Ήρωας, σελ. 23)

 

  • Πάντοτε ήθελα να είμαι με τους άλλους κι όχι μ’ αυτούς που με κολάκευαν ή με τρομοκρατούσαν. Η θέση μου -εντοπισμένη με GPS ακριβείας- βρισκόταν στο σημείο [αλληλο]αναίρεσης των πολιτικών τους αντιθέσεων, των υστερόβουλων προθέσεων και των υπόγειων αναθέσεων. (Persona libera [Ελεύθερο Πρόσωπο], σελ. 20)

 

  • Για να τελειώνω μια για πάντα με τους προβληματισμούς, τις απορίες, τα σχόλια φίλων και λιγότερο φίλων «Δεν είμαι στην υπηρεσία κανενός. Ούτε καν του εαυτού μου». (Δήλωση, σελ. 27)

 

  • Την πορεία της ζωής μου την χάραξαν οι δικές μου αντι-φάσεις και όχι οι γραμμές των βεβαιοτήτων των ισχυρών. (Ο στίβος, σελ. 26)

 

  • Τόσα ήξερα. Τόσα πίστευα. Τόσα έδωσα. Τόσα άντεξα. Τόσα άξιζα. Για τα υπόλοιπα ας με κρίνουν οι Θεοί των ανθρώπινων λαθών και το DNA των λαθών της φύσης. (Απολογισμός, σελ. 113)

 



Γιάννης Πανούσης: Una persona libera

Μέσα από τα ποιήματα της συλλογής Μοιρόγραφτο, ξεπροβάλλει το πορτρέτο του καθηγητή και ποιητή Γιάννη Πανούση. Θα δανειστώ τον τίτλο του ποιήματός του Persona libera [Ελεύθερο Πρόσωπο], σελ. 20), και θα πω: Αυτός είναι ο Γιάννης Πανούσης,  una persona libera, ένα έντιμο και ελεύθερο άτομο, που δίνει προτεραιότητα στις ανθρώπινες σχέσεις και του οποίου ο λόγος και η τέχνη συμβαδίζουν με τις πράξεις.

Πιστεύει ότι η αγάπη είναι η ουσία της ύπαρξης και θεωρεί την προστασία των αγαπημένων του βασική προτεραιότητα γι’ αυτόν. Θεωρεί ότι η ελευθερία και η εντιμότητα είναι προσωπική επιλογή του καθενός μας, και δεν έχουμε παρά να συμφωνήσουμε μαζί του. Χαράζει τη δική του πορεία ανεξάρτητα από τις γραμμές των ισχυρών και κρατάει αποστάσεις από την εξουσία για να μη χάσει την κριτική του δυνατότητα. Δεν υπηρετεί κανέναν, ούτε καν τον εαυτό του.

Στοχάζεται, φιλοσοφεί, εμβαθύνει, αγωνιά, ελπίζει. Και καταθέτει με θάρρος και ειλικρίνεια τις απόψεις του. Είναι ένας σκεπτόμενος πολίτης, ένας ψύχραιμος Έλληνας, που αγωνιά τόσο για την καθημερινότητα, όσο και για το αβέβαιο μέλλον των παιδιών αυτής της χώρας.

Ονειρεύεται αλλά δεν αιθεροβατεί. Απομονώνεται για τη μοναχική, δημιουργική τελετή της Ποίησης, αλλά ζει, τοποθετείται και δρα εντός της κοινωνίας. Πάντα σε ετοιμότητα, με όλες τις κεραίες του, διανοητικές και συναισθηματικές, τεντωμένες, για να συλλάβει επερχόμενες αλλαγές στην κοινωνία, το περιβάλλον, τον άνθρωπο και τον πολιτισμό.

Τον ευχαριστούμε θερμά για την προσφορά του στη ζωή μας με όλες τις ιδιότητες που κατέχει (Καθηγητής, Συγγραφέας, Ποιητής, Αρθρογράφος, Πολιτικό Ον) και του ευχόμαστε: Πάντα γερός, δημιουργικός, δυναμικός και εν εγρηγόρσει!

 

Αγγελική Μπούλιαρη
Φιλόλογος-συγγραφέας
angelbouliari@gmail.com
https://the-yellow-buses.blogspot.com/

 

Πρώτη δημοσίευση: https://www.fractalart.gr/moirografto-giannis-panousis/


Σάββατο 11 Μαρτίου 2023

ΟΤΑΝ ΗΜΟΥΝ ΔΑΣΚΑΛΟΣ, του Αποστόλη Καλαντζή

Όταν ήμουν (κι εγώ) δάσκαλος 

Γράφει ο Αποστόλης Καλαντζής, 

Συνταξιούχος εκπαιδευτικός Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης.



Φτωχή η πατρίδα μου η Ήπειρος. Το έδαφος αχαμνό και το χώμα λιγοστό. Άντε να προκόψουν σπορές και οπωρικά. Οι γονείς μου, αγρότες. « Άϊντε να μάθεις γράμματα», μου είπαν. Έγινα δάσκαλος.

Στις αρχές του 1964 πρωτοδιορίστηκα στην επαρχία Βάλτου Αιτωλοακαρνανίας. Χωριά με φανταστικά τοπία, σπουδαία ιστορία και υπέροχους ανθρώπους. Τοποθετήθηκα στην Παυλιάδα, έναν συνοικισμό του χωριού «Γιάννης Σταθάς», που παλιότερα ονομάζονταν Δούνιστα.

Το χωριό αυτό έπαιξε σπουδαίο ρόλο κατά την επανάσταση του 1821, καθώς αποτελούσε αρματολίκι με οπλαρχηγό τον Δημήτρη Καραΐσκο ή Καραϊσκάκη. Σύμφωνα με κάποιες πηγές, ο Δημήτρης Καραΐσκος ήταν πατέρας του στρατηγού Γεωργίου Καραϊσκάκη και μιας καλογριάς, γι’ αυτό αργότερα τον έλεγαν «ο γιός της καλογριάς».

Στην Παυλιάδα, υπήρχε κανονικό Σχολείο με μια αίθουσα κι ένα γραφείο που το χρησιμοποιούσε ο δάσκαλος για κατοικία. Όταν πρωτόρθα στο χωριό, με καλωσόρισαν δυο καλοκάγαθοι γείτονες, ο μπάρμπα-Κώστας Σιατής και η κυρά-Χαρίκλεια, και με βεβαίωσαν με μεγάλη προθυμία ότι θα με συνδράμουν σε ό,τι χρειαστώ.

Οι χωριανοί, φτωχοί άνθρωποι, ήταν αγρότες με λίγα χωραφάκια και λίγα ζωντανά. Κατά τους χειμερινούς μήνες, για να ενισχύσουν το εισόδημά τους, πήγαιναν και έσκαβαν για να βγάλουν ρεικόριζα (ρίζα από ρείκια) που την πουλούσαν σε έμπορο για κατασκευή τσιμπουκιών. Αγαθοί άνθρωποι, με δέχτηκαν με καλοσύνη και παρ’ όλη τη φτώχια τους, ήταν πολύ φιλόξενοι. Στις γιορτές όλοι τους με καλούσαν για να φάμε στο σπίτι τους. 

Σ’ ένα σπίτι ήταν το κοινοτικό τηλέφωνο που λειτουργούσε και σαν καφενείο. Το διατηρούσε ένας γέρος, ο μπάρμπα-Μήτσος Σιατής, επειδή ο γιός του ο Αντρέας ήταν συνεχώς στα χωράφια και στα ζωντανά. Κάθε απόγευμα πήγαινα στο καφενείο και παίζαμε κολτσίνα με τον μπάρμπα-Μήτσο. Το έπαθλο ήταν ένα λουκούμι. Συνέχεια με κέρδιζε ο μπάρμπα-Μήτσος. Μια από τις πολλές φορές κέρδισα κι εγώ και λέω στη Θειά-Μήτσαινα: «Φέρε μου το λουκούμι κι έναν σπάγκο». «Τι τον θέλεις το σπάγκο;» με ρωτάει. «Να το κρεμάσω στην κερασιά του σχολείου», της λέω. Ο μπάρμπα-Μήτσος έσκασε στα γέλια.

Το χωριό δεν είχε εκκλησία παρά ένα εξωκλήσι. Παρακάλεσα τον παπά-Γιάννη από τον Σταθά να έρχεται μια φορά το μήνα στο ξωκκλήσι για λειτουργία, επειδή η Παυλιάδα ήταν μια ώρα μακριά από τον Σταθά, και μου ήταν δύσκολο να πηγαίνω τα παιδιά εκεί. Εκείνος αρνούνταν με τη δικαιολογία ότι η υγεία του δεν του το επέτρεπε. 

Μια μέρα που περνούσε από το χωριό ο παπάς, ο μπάρμπα-Μήτσος του φώναξε: «Εεε, εσύ με τα μαύρα φουστάνια, ξέχασες την αποστολή σου… Εμείς δεν είμαστε χριστιανοί;» Ο παπάς τάχυνε το βήμα του και εξαφανίστηκε.

Του Αγίου Κωνσταντίνου γιόρταζαν πολλοί χωριανοί. Ένας απ’ αυτούς ήταν και ο Κώστας Κατσούλης που είχε ένα κοπάδι γίδια. Έρχονταν τακτικά τα βράδια στο Σχολείο να μάθει νέα από ένα μικρό τρανζίστορ που είχα. Ήταν η εποχή που ο Γκαγκάριν πήγε στο διάστημα και το ενδιαφέρον όλων μας ήταν μεγάλο γι’ αυτό το επίτευγμα. «Θα σε καλούσα στη γιορτή μου, αλλά δεν έχω σπίτι και μένω σε καλύβα», μου είπε. «Αύριο, Κώστα, θα έρθω να φάμε μαζί», του υποσχέθηκα. Η χαρά του ήταν απερίγραπτη. Οι δε χωριανοί σχολίαζαν το γεγονός που ο δάσκαλος προτίμησε την καλύβα του Κατσούλη και όχι τα σπίτια τους.

Πολλά διηγούνταν οι χωριανοί για έναν παπά της περιοχής. Ο παπάς αυτός ήταν πολύ ψηλός και γεροδεμένος με στεντόρεια φωνή. Ο ευλογημένος ήταν λίγο άτσαλος στις κινήσεις του και μια φορά, όπως ανέμιζε το θυμιατό του, χύθηκε το λάδι από το καντήλι στο κεφάλι του.

Μια άλλη φορά, όπως διάβαζε τα αναστάσιμα «ανέστη Χριστός και πεπτώκασι δαίμονες…», θέλοντας να το καταλάβουν καλύτερα οι πιστοί, είπε «Αναστήθηκε ο Χριστός με πεντακόσιους διαβόλους…».

Άλλη φορά πάλι, διάβαζε από το ευαγγέλιο τη βίβλο γενέσεως Ιησού Χριστού, «Αβραάμ εγέννησε τον Ισαάκ, Ισαάκ δε εγέννησε τον Ιακώβ, κ.λ.π.», και δίπλα του ένα παιδί του έφεγγε με το κερί. Σε κάποια στιγμή το χέρι του παιδιού κουράστηκε και χαμήλωσε το κερί. «Φέξε, ωρέ, να ιδούμε ποιος διάολος γέννησε τον άλλον… Ακούς εκεί άντρες και να γεννάνε;» Δεν μπορούσε να καταλάβει ότι ο άντρας γεννά και η γυναίκα τίκτει.

Μερικές φορές πήγαινε και λειτουργούσε σ’ ένα ξωκλήσι. Πριν από τη λειτουργία έστηνε παγίδες για να πιάσει κοτσύφια. Άνοιγε την πλαϊνή πόρτα και παρακολουθούσε. Μεταξύ «Κύριε ελέησον», έλεγε στο κοτσύφι: «Τσίμπα διάβολε!» Και οι χωριανοί που ήξεραν τη μανία του με τις παγίδες, σχολίαζαν: «Ο παπάς το ένα μάτι το έχει στο ευαγγέλιο και τ’ άλλο στην παγίδα…»

Πολλές φορές πήγαινα τα παιδιά στην εκκλησία του διπλανού χωριού, την Αρωνιάδα. Εκεί ήταν παπάς ο παπά-Νταλάκος. Ένας σεβάσμιος γέροντας, αφοσιωμένος στο έργο του και ποτέ δεν έπαιρνε χρήματα από τους χωριανούς για θανάτους, βαπτίσεις ή μνημόσυνα. Είχε, όμως, μια αδυναμία. Έπαιζε στο καφενείο πρέφα. Μόλις τελείωνε τη λειτουργία και έλεγε το «Δι ευχών…», μας έλεγε: «Άϊστε, δασκάλοι, πάρτε την κι έρχομαι». Ένας καλόγερος τον κατέδωσε στο Δεσπότη, ότι ο παπάς παίζει χαρτιά.

Ήρθε μια Κυριακή ο Δεσπότης και μετά τη λειτουργία καθίσαμε όλοι στο καφενείο. «Μου είπαν ότι παίζεις χαρτιά παπά-Σωτήρη», του είπε. «Παίζω, αλλά ξέρεις με ποιους παίζω;» «Με ποιους;» ρώτησε ο Δεσπότης. «Με τους δασκάλους παίζω, γιατί η πρέφα θέλει τρεις, οι δυο δάσκαλοι κι εγώ. Αν δεν τους παίξω εγώ, θα μας φύγουν οι δάσκαλοι», του είπε. Ο Δεσπότης συμφώνησε και συγχώρησε τον παπά-Σωτήρη.

Απέναντι από την Παυλιάδα, είναι το βουνό Καλάνα, στις παρυφές του οποίου βρίσκεται το χωριό Χαλκιόπουλοι. Κάθε 15 Μάη οι κάτοικοι γιορτάζουν τη μνήμη του αγίου Αντρέα, του ερημίτη. Ο άγιος γεννήθηκε στο χωριό Μονοδένδρι της Ηπείρου. Παντρεύτηκε και απέκτησε παιδιά. Εγκατέλειψε, όμως, οικογένεια και περιουσία για να ζήσει ερημίτης, για την αγάπη του Χριστού. Πέντε, περίπου, χιλιόμετρα βορειοανατολικά του χωριού ανακαλύφθηκε η σπηλιά στην οποία έζησε ο άγιος. Από το σημείο αυτό απολαμβάνει κανείς μια καταπληκτική θέα, έχοντας μπροστά του «πιάτο» τη Λίμνη των Κρεμαστών.

Η εποχή εκείνη, παρά τη φτώχια και τις στερήσεις, ήταν μια ανέμελη εποχή χωρίς άγχος. Οι ξωμάχοι αντιμετώπιζαν τις δυσκολίες της ζωής με χιούμορ κι έβλεπες στα πρόσωπά τους μια ηρεμία και στα χείλη τους ένα χαμόγελο.


ΥΓ. 1: Ο τίτλος που πονήματος τούτου (Όταν ήμουν δάσκαλος) ανήκει στον συγγραφέα από την Κρήτη, Ιωάννη Κονδυλάκη. Πολύ νέος κι αυτός διορίστηκε δάσκαλος στα χωριά της Κρήτης, στις αρχές του 20ου αιώνα. Από τότε μέχρι και τη δεκαετία του ’60, οι συνθήκες για την εκπαίδευση στην ύπαιθρο της Ελλάδας δεν διέφεραν και πολύ από εκείνες που περιγράφει ο Κονδυλάκης.

ΥΓ. 2: Οι καλοσυνάτοι αυτοί γείτονες, ο μπάρμπα-Κώστας Σιατής και η κυρά-Χαρίκλεια, ήταν ο παππούς και η γιαγιά της συγγραφέως και ποιήτριας Αγγελικής Μπούλιαρη.

Α.Κ.

Πρώτη δημοσίευση: https://www.loutraki365.gr/blog/post/otan-imoyn-daskalos