ΤΑ ΟΝΕΙΡΑ ΚΑΙ Η ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΟ ΠΑΡΕΛΘΟΝ ΕΝΟΣ ΣΥΓΧΡΟΝΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ (ΠΕΡΙΠΟΥ ΜΕΣΗΛΙΚΑ)*
Γράφει η Αγγελική Μπούλιαρη
Αυτός ο σύγχρονος άνθρωπος, ο περίπου μεσήλικας, είναι ο
ήρωας του μυθιστορήματος. Λέγεται Λάζαρος και είναι παντρεμένος. Έχει μια καλή
και εργαζόμενη σύζυγο, δύο υγιή και ζωηρά παιδιά και μια έστω και μέτρια
αμειβόμενη εργασία. Αν και αναγνωρίζει ότι λόγω της κρίσης πολλοί γύρω του
βρίσκονται σε χειρότερη θέση, επιστρέφει στο σπίτι από τη δουλειά πάντα
κουρασμένος, νευρικός και κατσούφης. Το χειλάκι του δεν σκάει εύκολα χαμόγελο.
Γιατί απλώς, ο Λάζαρος έχει πάψει να χαίρεται. Και έχει παραιτηθεί από
προσωπικές χαρές.
Έχει περιπέσει σε μια Λήθη η οποία τρέφεται από την μονοτονία
της οικογενειακής και εργασιακής ζωής, από τη ρουτίνα της καθημερινότητας. Αυτή
η καθημερινότητα περιγράφεται πειστικά και γλαφυρά, σχεδόν σχολαστικά, από τον
ταλαντούχο συγγραφέα μας, τον Άγγελο, για να δείξει πιστεύω τον πιεστικό τρόπο
ζωής και εργασίας που εγκλωβίζει τον άνθρωπο της εποχής μας στο άγχος, το στρες
και στα επουσιώδη πράγματα, ενώ ταυτόχρονα τον απομακρύνει από τα πραγματικά
σημαντικά που είναι οι ουσιαστικές ανθρώπινες σχέσεις.
Ως πατέρας ο Λάζαρος είναι παραπάνω από συνεπής στα καθήκοντά
του. Αγωνίζεται για να καλύψει όλες τις ανάγκες των παιδιών, πρακτικές και
συναισθηματικές, και προσπαθεί να οικοδομήσει σχέσεις αγάπης και ασφάλειας μαζί
τους. Όμως, ως σύζυγος, δεν κάνει την παραμικρή προσπάθεια προς την πλευρά της
συντρόφου του, την παρουσία της οποίας, επίσης, έχει πάψει να χαίρεται.
Σκέφτεται και δρα σαν να νομίζει ότι η σχέση με τη γυναίκα του μπορεί να
επανέλθει σε μια καλύτερη προηγούμενη κατάσταση από μόνη της, ως δια μαγείας, ή
έστω μονομερώς, με τις προσπάθειες της συντρόφου του μονάχα.
Όμως, καλώς ή κακώς, καλώς κατά τη γνώμη μου και πιστεύω τη
γνώμη των περισσοτέρων, ο κήπος της αγάπης ενός ζευγαριού χρειάζεται συνεχή
φροντίδα και πρόνοια, ακριβώς όπως το tango χρειάζεται δύο χορευτές. Εδώ, όμως
στην περίπτωση του ζευγαριού μας, του Λάζαρου και της Μαργαρίτας, έχουμε μια
μετάθεση της συζυγικής αγάπης και από τους δύο συντρόφους προς τα παιδιά τους. Ωστόσο, η ζωή, ο μεγάλος δάσκαλος, θα τους δείξει με
τον τρόπο της ότι αυτό όχι μόνο δεν αρκεί αλλά ούτε είναι σωστό, και η ευθύνη
είναι μοιρασμένη εξίσου.
Μια μικρή διέξοδος για το Λάζαρο, μια προσωπική ικανοποίηση,
είναι τα δέκα λεπτά που περνά κάθε πρωί μόνος στο μπαλκόνι του, παρακολουθώντας
το σκοτάδι να φεύγει και την ημέρα να έρχεται. Όταν ξημερώνει, αυτά τα δέκα
λεπτά, όπως ομολογεί ο ίδιος είναι τα δέκα καλύτερα λεπτά της μέρας, γιατί τα
λέει αληθινά με τον εαυτό του και κανείς δεν τον διακόπτει. Τότε απολαμβάνει σιωπή,
ενδοσκόπηση και ελευθερία. Παραδέχεται ακόμα ότι δεν ξέρει αν είναι
ευτυχισμένος ή δυστυχισμένος και αμφισβητεί αν η πορεία της ζωής του είναι
επιλογή του ή αν εξωγενείς παράγοντες τον έσπρωξαν εδώ.
Έχοντας ξεχάσει τη δράση, την αντίδραση, την προσπάθεια, τη
χαρά, και καθώς ο δρόμος της ζωής προς την ωριμότητα αποδεικνύεται κάπως
δύσκολος, ο Λάζαρος ψάχνει μέσα από το μονοπάτι της ονειροπόλησης το δικό του
καταφύγιο, τον προσωπικό του χωροχρόνο, σ’ εκείνα τα λίγα λεπτά που
παρακολουθεί το ξημέρωμα καπνίζοντας στο μπαλκόνι του. Και αρχίζει να
λοξοδρομεί προς το παρελθόν, όπου υπάρχει κάτι που δεν έχει διαγράψει η μνήμη
του και η καρδιά του. Είναι ο παλιός,
νεανικός και ανεκπλήρωτος έρωτάς του για την παράξενη, αντιφατική και
απρόβλεπτη Γλυκερία…
Άραγε, γιατί επιστρέφει ο Λάζαρος, γιατί επιστρέφουμε γενικά στο
παρελθόν; Ίσως επειδή υπάρχει πάντα μια ομίχλη σ’ αυτό το κομμάτι της ζωής μας,
ενώ η επιλεκτική μας μνήμη διαλέγει με καινούργια κριτήρια να φωτίσει ή να
σκιάσει παλιά πρόσωπα, γεγονότα και συναισθήματα. Ίσως επιστρέφουμε επειδή
εκείνο το «αν» και το «μήπως χρωστάμε μια ακόμα ευκαιρία» μας καταδιώκει, ενώ η
προοπτική να γυρίσουμε πίσω και να δράσουμε διαφορετικά, με άλλους όρους, άλλες
θέσεις και άλλα λόγια, μας ελκύει, μας δίνει ελπίδα και ζωντάνια.
Κι ενώ ο Λάζαρος βρίσκεται σ’ αυτή την κατάσταση ρουτίνας, αμφισβήτησης,
ονειροπόλησης και λοξοδρόμησης προς το παρελθόν, την πόρτα του χτυπούν το τέρας
της ανεργίας αλλά και η ίδια η Γλυκερία που επιστρέφει… Όπως όλοι
καταλαβαίνουμε, οι συνθήκες έχουν πλέον ωριμάσει εντελώς για τον ερχομό μιας
κρίσης, προσωπικής και συζυγικής-οικογενειακής στη ζωή του Λάζαρου. Τι θα
συμβεί; Ποιος θα νικήσει στην πάλη που θα ακολουθήσει, όπου οι ανατροπές
διαδέχονται η μία την άλλη; Δεν έχω πρόθεση να το αποκαλύψω, φυσικά.
Θα πω μόνο ότι ο Άγγελος δημιούργησε έναν πολύ ενδιαφέροντα,
ρεαλιστικό χαρακτήρα, ο οποίος μας είναι συμπαθής παρά τα όσα τυχόν «αντιπαθητικά»
κάνει. Ο Λάζαρος είναι ευαίσθητος, συναισθηματικός, σχεδόν άριστος πατέρας
(διατηρούμε μια δικαιολογημένη επιφύλαξη). Κατά βάση τον θεωρώ ειλικρινή, δείχνει
να εκτιμά τη σύζυγό του και απ’ όσο καταλαβαίνουμε υπήρξε και καλός υπάλληλος
στην εργασία του. Εξακολουθεί να μας είναι συμπαθής ακόμα και όταν ολισθαίνει
προς το ψέμα και την προσποίηση, όταν οι συνθήκες εργασίας αλλάζουν σε συνθήκες
ανεργίας. Αλλά και όσον αφορά στο θέμα του ανεκπλήρωτου έρωτά του, τον
συμπονάμε. Γιατί, αλήθεια, ποιος είναι αυτός που δεν κρύβει στα βάθη της ψυχής
του έναν τέτοιον έρωτα; Και ποιος δεν θα ήθελε να τον συναντήσει ξανά, να του
δοθεί ένα φιλί, ένα άγγιγμα, μια λέξη;
Κατανοούμε και τις ονειροπολήσεις του Λάζαρου. Άλλωστε δεν
είναι κακό να κάνει κανείς όνειρα. Αντιθέτως, επιβάλλεται. Τι θα κάναμε αν δεν
είχαμε την άκρη ενός ονείρου να πιαστούμε; Απλώς, στο δρόμο προς την ωριμότητα
χρειάζεται να τα αλλάζουμε…
Όμως μας θυμώνει κιόλας λίγο. Γιατί βλέπουμε μιαν αφέλεια,
μιαν ανωριμότητα, μια ευπιστία που τον τυφλώνουν (ίσως βέβαια και να θέλει να
τυφλωθεί) που εμάς καθώς τον παρακολουθούμε μέσα από τις σελίδες του βιβλίου,
μας κάνει να φοβόμαστε πως θα μπλέξει σε άσχημους μπελάδες και ίσως το τίμημα
να είναι πολύ βαρύ για να το αντέξει.
Συνοψίζοντας, θέλω να πω ότι απόλαυσα το μυθιστόρημα του
Άγγελου, ΟΤΑΝ ΞΗΜΕΡΩΝΕΙ, ιδιαιτέρως ως γυναίκα αναγνώστρια, επειδή οι άντρες
συγγραφείς δεν καταδέχονται συχνά να ασχοληθούν με θέματα όπως η οικογένεια, τα
παιδιά, η συζυγική ζωή. Εδώ, ο συγγραφέας μας, με το θέμα του, και προπαντός με
την τέχνη του και την αμεσότητα της γραφής του, κρατάει το ενδιαφέρον του
αναγνώστη αδιάπτωτο μέχρι την τελευταία σελίδα - για την ακρίβεια τον κρατάει
σε αγωνία, τον αγγίζει, τον συγκινεί και το κυριότερο τον βάζει σε σκέψεις γύρω
από θέματα, καταστάσεις και σχέσεις που αφορούν όλους μας μέσα στην σύγχρονη
πραγματικότητα.
Εκδόσεις Μιχάλη Σιδέρη, 2016
* Από την παρουσίαση του βιβλίου στο Charlotte - Wine Bar Bistro Cafe, Μικρολίμανο Πειραιά, στις 18 Ιανουαρίου 2017
Στον σύνδεσμο που ακολουθεί μπορείτε να ακούσετε όσα ειπώθηκαν τη βραδιά της παρουσίασης:
Παρουσίαση από Αγγελική Μπούλιαρη: από 08:40 έως 18:50
Παρουσίαση από Ιωάννα Κουτρολού: από 21:50 έως 28:30
Ακολουθεί συζήτηση Άγγελου Χαριάτη με το κοινό
https://www.mixcloud.com/panagiotis-sidiropoulos/%CF%8C%CF%84%CE%B1%CE%BD-%CE%BE%CE%B7%CE%BC%CE%B5%CF%81%CF%8E%CE%BD%CE%B5%CE%B9-%CF%84%CE%BF%CF%85-%CE%AC%CE%B3%CE%B3%CE%B5%CE%BB%CE%BF%CF%85-%CF%87%CE%B1%CF%81%CE%B9%CE%AC%CF%84%CE%B7-%CF%83%CF%84%CE%BF-caf%C3%A9-charlotte/
Δείτε το άλμπουμ της παρουσίασης
Ακούστε μαγνητοσκοπημένο υλικό εδώ: http://www.bookia.gr/index.php?action=Blog&post=2ed811ca-5974-4482-9161-129d4f7da449