Τρίτη 2 Οκτωβρίου 2012

ΔΕΝ ΜΕΤΡΑΕΙ ΚΑΝΕΙΣ, ΑΤΙΜΩΡΗΤΑ, ΤΟ ΧΡΟΝΟ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΑ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΑΛΛΟΥΣ…

                                                      
Απόσπασμα από τη νουβέλα "Εγώ αγαπώ, αυτή καπνίζει", που έδωσε και τον τίτλο στο βιβλίο:

Παρασκευή, 13 Οκτώβρη

Αγάπη πόσο δύσκολη είσαι!
Πόσα πολλά ζητάς!


Αυτήν ακριβώς την απαιτητική φύση της αγάπης σκέφτομαι, καθώς ψηλά από το διαμέρισμά μας στον έκτο όροφο, στέκομαι χαμένη ανάμεσα στην πρασινάδα των φυτών στη βεράντα, κι αφήνω το βλέμμα μου να ζητήσει παρηγοριά στη γαλάζια αγκαλιά που απλώνει ο κόλπος μεγαλόψυχα μπροστά μου.

Το ηλιοβασίλεμα είναι υπέροχο, με τον ήλιο, δίσκο πορφυρό, να δύει στο άνοιγμά του, να βυθίζεται στη θάλασσα, να χάνεται. Μερικές φορές μοιάζει με τη φημισμένη δύση του νησιού της Σαντορίνης! Απόψε είναι μια απ’ αυτές τις φορές.

Η σκέψη σου περνάει πάντα από το μυαλό μου αυτήν την ώρα. Φαντάζομαι ότι κι εσύ βλέπεις μια θαυμάσια δύση του ήλιου στο ποτάμι, ίσως ομορφότερη απ’ αυτή που βλέπω εγώ τώρα, κι εύχομαι, επιθυμώ, λαχταρώ να έχεις τα ίδια συναισθήματα με μένα, θέλω να με σκέφτεσαι!

Στα αυτιά μου φτάνει ένα βουητό που μου αρέσει, ο θόρυβος των αυτοκινήτων από την παραλιακή οδό μπροστά μου. Μα πιο πολύ απ’ όλα μου αρέσει αυτή η ώρα, όταν ο ήλιος έχει μόλις δύσει, και δεν είναι βράδυ ακόμα, οι φανοστάτες ανάβουν, ο ουρανός είναι σκούρος, πιτσιλισμένος με μια κοκκινωπή σκόνη, τα συννεφάκια μαύρες κηλίδες, το φεγγάρι και τα πρώτα αστέρια χρυσαφιά κρέμονται πάνω από τη σκοτεινή θάλασσα…

Είναι η αγαπημένη μου ώρα, η ώρα που η σκέψη ταξιδεύει, η ώρα που η ψυχή ξεπορτίζει…

Σε σκέφτομαι συνέχεια. Μερικές φορές ξεθάβω το κουτί με τις δικές μου, ξεχωριστές αναμνήσεις, βρίσκω τις φωτογραφίες σου και σε φιλώ με τρυφερότητα. Μόνο όμορφα πράγματα έχω να θυμάμαι από σένα. Πόσο με πονάει να αντιλαμβάνομαι ή μάλλον να παραδέχομαι τώρα ότι ταιριάζαμε σε τόσα πολλά και θα περνούσαμε μια όμορφη, γεμάτη ζωή μαζί, όμως δεν ξέρω γιατί, μα κάθε φορά που έφτανε η στιγμή να πω το ‘ναι’, έκανα πίσω, έβρισκα δικαιολογίες, σε απέφευγα…

Τώρα ξέρω πως φοβόμουν να αγαπήσω, να δεσμευθώ, φοβόμουν πως δεν ήμουν αρκετά καλή για σένα… Γιατί αυτός ο φόβος, αυτός ο πανικός; Άβυσσος όλων η ψυχή και η δική μου μέσα…

Την τελευταία φορά που πήγα να σε αποφύγω, πιάστηκα στο δόκανο και προτού το καταλάβω, βρέθηκα παντρεμένη…

Ήταν αρκετά μεγαλύτερός μου, ευκατάστατος, μου παρείχε σιγουριά και ασφάλεια, με φρόντιζε και με προστάτευε. Νόμιζα πως αυτά ήταν αρκετά για να αναλάβω την ευθύνη του.

Τα πρώτα χρόνια πέρασαν γρήγορα, γιατί είχα πολλά να κάνω, μα και ανώδυνα, γιατί δεν είχα συνειδητοποιήσει ακόμη τις πράξεις μου ή μάλλον τα αποτελέσματά τους. Όποτε ερχόσουν στη σκέψη μου, σε απωθούσα με διάφορες δικαιολογίες. Έπρεπε να στηρίξω την απόφασή μου. Βρήκα έναν λόγο να ζω στη δημιουργία της οικογένειας και σαν να πέρασα μια αλυσίδα στα πόδια μου που δεν μπορώ να σπάσω…

Μετά, ο χρόνος κύλισε μ’ έναν παράδοξο τρόπο, έχοντας σταματήσει στην τελευταία μας συνάντηση, στο τελευταίο σου τηλεφώνημα, τότε που με ρωτούσες αν η απόφασή μου ήταν οριστική. Κι ακόμα πιο πίσω, τότε που πίστευα πως μόνο να σε χάσω δεν θα μπορούσα ν’ αντέξω, αλλά κι αυτό τελικά το άντεξα. Οι αντοχές μας είναι φαίνεται μεγαλύτερες απ’ ό,τι υπολογίζουμε, κι εγώ άντεξα να ζω χωρίς εσένα…


Κι όλα αυτά τα χρόνια, το κορμί μου έμεινε πιστό, αρκέστηκε στα νόμιμα, στα καθήκοντα. Δεν ξέρω σε ποιον έμεινα πιστή: Στον άντρα μου ή στον αγαπημένο μου; Δεν ξέρω τι θα ’θελες να είσαι: Ο άντρας μου ή ο αγαπημένος μου; Ή ο κανένας; Ίσως, αυτό να είναι που πάνω απ’ όλα θέλω να μάθω…


Δεν ξέρω πότε ακριβώς άρχισα να προσμένω τη μέρα που θα σε ξαναδώ. Πάντως, δεν είχε περάσει πολύς καιρός αφότου ξεκίνησα τη νέα μου ζωή, κι έγινε απότομα. Σαν κελάρι σκοτεινό η ψυχή μου κι εσύ κλειδωμένο σεντούκι, και πιάνει ξαφνικά δυνατός αέρας, ανοίγει με ορμή την πόρτα και το φως εισβάλλει, παραβιάζοντας τα επτασφράγιστα μυστικά.


Κι από τότε μέχρι τώρα, η καρδιά μου στέκει  πεισμωμένη στο ίδιο σημείο, σε σένα, κι αρνείται να προχωρήσει μπροστά, ενώ το σώμα μου έχει προχωρήσει σ’ άλλους δρόμους και δεν υπάρχει τρόπος να γυρίσει πίσω.


Δεν υπάρχει τρόπος, πια, να ενώσω την καρδιά με το σώμα, να συμπέσουν στο ίδιο σημείο, στον ίδιο τόπο, στον ίδιο χρόνο…


Νοιώθω να σ’ αγαπώ! Σ’ αγαπώ; Έτσι λέει η καρδιά μου, που πονάει με την ίδια ένταση, κάθε φορά στη σκέψη σου. Κι ακόμα λέει πως και στη δική σου καρδιά είμαι κάτι ξεχωριστό. Είμαι; Αλλά, πώς να της έχω εμπιστοσύνη;


Η καρδιά πιστεύει αυτά που θέλει να πιστέψει…


 Προειδοποιώ τον εαυτό μου πως μπορεί να μην έχει μείνει τίποτε απολύτως από εκείνη την αγάπη. Τον προετοιμάζω πως αυτό το ταξίδι είναι ένα μαχαίρι δίκοπο, σαν και την αγάπη, αλλά δεν είναι πρόθυμος να μ’ ακούσει.


Τώρα που βρήκα το κουράγιο να παραδεχτώ τα σφάλματά μου, το θάρρος να με αποδεχτώ, θέλω να σε δω, να σου μιλήσω. Θέλω μόνο ν’ αποκαταστήσω τη χαμένη τιμή της αγάπης μου, δεν θέλω να κερδίσω ή να διεκδικήσω οτιδήποτε. Πώς θα μπορούσα άλλωστε;


Δεν μετράει κανείς, ατιμώρητα, το χρόνο διαφορετικά από τους άλλους…


Θα ήταν κρίμα να διαπιστώσω ότι δεν ήμουν σημαντική για σένα, ότι μ’ έχεις ξεχάσει ολότελα και δεν σου θυμίζω τίποτε, όμως αυτό κατά κάποιο τρόπο θα μ’ ελευθέρωνε. Θα ήταν επίσης κρίμα ν’ ανακαλύψω ότι δεν σ’ αγαπώ πραγματικά, ότι δεν ήσουν ο ένας μου, ότι όλα αυτά τα χρόνια αγαπούσα ένα ψέμα, μια φαντασίωση. Μα, πιο κρίμα θα ήταν η ίδια η διαπίστωση πως έζησα μια ολόκληρη ζωή, χωρίς να έχω γνωρίσει την αγάπη, χωρίς να έχω, εγώ, αγαπήσει… Αλλά θα τη δεχτώ. Αν αυτή είναι η αλήθεια, θα τη δεχτώ…

    Θέλω να μάθω, να λυτρωθώ!







Τρίτη 11 Σεπτεμβρίου 2012

Φίλοι στο Facebook κι άλλοι φίλοι (2) - Η συνέχεια

Φίλοι κι άλλοι φίλοι... Γράμμα στους φίλους μου


Καλοί μου φίλοι,

Πολλές φορές οι αριθμοί έχουν μεγάλη σημασία, η διαφορά τους παίζει μεγάλο ρόλο ακόμα κι αν είναι μικρή...

Θα σας πω μια ιστορία, που πιστεύω να με βοηθήσει να σας εξηγήσω.

Μια φορά κι έναν καιρό, υπήρχαν δυο φίλες. Έμοιαζαν σε πολλά, αλλά διέφεραν στους αριθμούς.

Η Τάνια είχε 2 παιδιά, η Λόρα 3.
Η Τάνια είχε 1 αδερφό, η Λόρα 3.
Κανένας γονιός της Τάνιας δεν ήταν εν ζωή. Της Λόρας ζούσε η σχετικά νέα μητέρα της.
Η Τάνια είχε 1 θεία και 2 ξαδέρφες, και η σχέση τους ήταν τυπική.
Η Λόρα είχε 5 θείες και 1 θείο και τα ξαδέρφια έφταναν τα 15. Σχέση ουσιαστική και στηρικτική.
Η Τάνια είχε 2 ανίψια όλα κι όλα, η Λόρα είχε συνολικά 18 ανίψια!
Η Τάνια είχε 1 χόμπι, η Λόρα το λιγότερο 3-4.

Γνωρίστηκαν σ' ένα παιδικό πάρτι γενεθλίων. Σύντομα, όμως, η Τάνια άρχισε να παραπονιέται ότι η φίλη της η Λόρα δεν διέθετε αρκετό χρόνο για να συναντηθούν οι δυο τους και να ψυχαγωγηθούν χωρίς τα παιδιά τους. Συχνά με πλάγιο τρόπο μεμφόταν τη Λόρα (ή και την αμφισβητούσε) ότι φρόντιζε και ενδιαφερόταν για τα μέλη της δικής της και της ευρύτερης οικογένειάς της περισσότερο απ' ότι χρειαζόταν ή ήταν σωστό. Έμμεσα την κατηγορούσε ότι ήταν υπερβολική, υπερπροστατευτική με τους δικούς της, και δεν νοιαζόταν για τις φίλες της. Και τα χρόνια περνούσαν.

Η Λόρα στεναχωριόταν, αλλά όσο και αν προσπαθούσε να βρει περισσότερο χρόνο, απλά ήταν αδύνατο! Μίλησε τότε στην Τάνια και της είπε:

"Καλή μου Τάνια. Θέλω να ξέρεις κάποια πράγματα για μένα. Ίσως να τα έχεις αντιληφθεί, ίσως πάλι όχι. Γι' αυτό θα σου τα πω τώρα, ώστε να είμαστε και οι δυο σίγουρες.
Δεν είμαι η φίλη που κρατάει λογαριασμό ποια τηλεφώνησε στην άλλη την προηγούμενη φορά ούτε πόσες φορές έχει τηλεφωνήσει η καθεμιά.
Δεν είμαι η φίλη που θα τηλεφωνιέστε τουλάχιστον μία φορά τη μέρα, θα ανταλλάσσετε συνταγές μαγειρικής σε τακτική βάση και θα κανονίζετε μαζί το πρόγραμμα του Σαββατοκύριακου και των διακοπών.
Δεν είμαι η φίλη από την οποία θα μαθαίνεις τα νέα της γειτονιάς ή που θα επιθυμεί να τα μάθει από σένα και να κάνετε την "κοινωνική κριτική" σας παρέα. Ούτε η φίλη με την οποία θα πίνεις αδιαλλείπτως τον καφέ σου κάθε απόγευμα.
Όμως, είμαι η φίλη που, αν νιώσεις την ανάγκη να μιλήσεις για κάτι που σε απασχολεί, σου δίνει το ελεύθερο οποιαδήποτε στιγμή να της το ζητήσεις και θα βρεθείτε.
Είμαι η φίλη που, όταν βρεθείς σε οποιαδήποτε ανάγκη (ηθική ή πρακτική), θα βρεθεί στο πλάι σου και θα κάνει τα αδύνατα δυνατά να σε στηρίξει.
Είμαι η φίλη που θα είναι πάντα πρόθυμη να μοιραστεί και τη χαρά σου και τη λύπη σου.
Είμαι η πιστή και ειλικρινής φίλη. Η καλή φίλη."

Η Τάνια δεν έδειξε αν κατάλαβε ακριβώς το νόημα αυτών των λόγων. Συνέχισε τα πλάγια παράπονα και κατά καιρούς, όταν οι δυο φίλες συναντιώνταν, περιέγραφε στη Λόρα με κάθε λεπτομέρεια και με ιδιαίτερη χαρά πόσο ωραία είχε περάσει με τη συντροφιά της τάδε ή της δείνα κυρίας.

Μήπως μαντέψατε την κατάληξη αυτής της φιλίας; Η Τάνια και η Λόρα σήμερα απλά ανταλλάσσουν έναν τυπικό χαιρετισμό και το χαρακτηριστικό φιλί στον αέρα πάνω από το μάγουλο όταν τύχει και συναντηθούν.


Νομίζω πως έχετε αρχίσει να καταλαβαίνετε τι εννοώ. Η ιστορία των δυο φιλενάδων ταιριάζει με την περίπτωση του Facebook...

Μια μικρή οικογένεια την κουμαντάρεις εύκολα. Στη μεγάλη δυσκολεύεσαι, κουράζεσαι, δεν προλαβαίνεις, δεν έχεις χρόνο, αρχίζουν τα παράπονα, πρέπει να μπει μια άλλη σειρά, να οριστούν προτεραιότητες.

Και όπως η Λόρα ήταν ξεκάθαρη με την Τάνια, έτσι πρέπει να είμαι κι εγώ με το Facebook.

Να έχω την αυτογνωσία ώστε να ξέρω τι δίνω, τι παίρνω, τι προσδοκώ και γιατί.
Να γνωρίζω ότι φίλοι μου στο Facebook είναι κύρια όσοι είναι φίλοι μου και στην πραγματική ζωή.
Να γνωρίζω τις προτεραιότητές μου, τι είναι σημαντικό για μένα ή τι είναι πιο σημαντικό από τι.
Να οργανώσω τις ομάδες μου, να ορίσω τις ενημερώσεις μου.
Να αποδεχτώ, ότι εφόσον ο αριθμός των φίλων μου είναι μεγάλος (ως συνήθως συμβαίνει), δεν μπορώ να τους επισκέπτομαι όλους, να κάνω like σε όλους, να ενημερώνομαι για τα πάντα, δεν μπορώ να είμαι φίλη με όλους. Είναι πρακτικά αδύνατο!
Και το ίδιο ισχύει και για τους άλλους. "Ο καθένας το παλεύει όπως ξέρει και μπορεί" όπως λέει κι ένα όμορφο τραγούδι. Κι εγώ δεν είμαι παρά ένας φίλος μέσα στους τριακόσιους, πεντακόσιους, χίλιους κάποιου άλλου μέλους. Και είναι φυσικό και επόμενο μέσα σε τέτοιους αριθμούς, να μαθαίνουμε συχνότατα μόνο κατά τύχη ο ένας για τον άλλο, είτε αφορά σε βιβλίο, ζωγραφική, θεατρική παράσταση, χειροτεχνία, σπορ, είτε σε οποιοδήποτε άλλο ταλέντο που ο καθένας μας έχει.

Και μόλις κατανοήσω αυτά για μένα, αμέσως θα αντιληφθώ πως ό,τι ισχύει για μένα, ισχύει και για τους άλλους.
Και τότε όλα μπαίνουν σε μια σειρά...


Ίσως σας φάνηκα λίγο πικραμένη (bitter) στην προηγούμενη σχετική ανάρτησή μου.
Δεν είναι αλήθεια. Σας βεβαιώνω πως είμαι πραγματικά ευγνώμων για όσα μένουν κι έχω!
Πάντως μ' αυτή μου την ανάρτηση θέλω να εξηγήσω λίγο καλύτερα (better) πώς νιώθω για το Facebook.

Αυτά φίλοι μου.

Σας χαιρετώ, με όλη μου την αγάπη!
Αγγελική


Βρείτε την Αγγελική Μπούλιαρη εδώ:




Δευτέρα 27 Αυγούστου 2012

Φίλοι στο Facebook (1)


Φίλοι στο Facebook


Η οικογένειά μου είναι μεγάλη και κυρίως πολυεθνική. Στενοί συγγενείς μου κατάγονται από άλλα ευρωπαϊκά κράτη, ή ανήκουν σε άλλη φυλή, οι ρίζες μας έχουν απλωθεί σε διάφορα σημεία της Ευρώπης καθώς και της Βορείου και Νοτίου Αμερικής, ενώ η μίξη των φυλών έχει εμπλουτίσει τη μορφή της οικογένειας αυτής με αρκετούς, τουλάχιστον ενδιαφέροντες, συνδυασμούς. Φυσικά, και μέσα στον Ελλαδικό χώρο, είμαστε διασκορπισμένοι σε διαφορετικές πόλεις.

Αυτός ήταν ο πρώτος λόγος που δικτυώθηκα κι εγώ κοινωνικά στο Facebook. Μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα μπορούσα να στέλνω και να λαβαίνω πληροφορίες, νέα, φωτογραφίες, γενικά να επικοινωνώ και να διατηρώ επαφή με τα αγαπημένα πρόσωπα. Κοντά στους συγγενείς, ήρθαν και οι παλιοί φίλοι και φίλες, συμμαθητές, συμμαθήτριες, μαθητές και μαθήτριες, και ακολούθησαν συνάδελφοι από τον καθηγητικό και τον εκδοτικό-συγγραφικό κόσμο.

Στην αρχή, κρατούσα το τυπικό ευγενείας που είχα μάθει από μικρή. Ευχαριστώ, παρακαλώ, χρόνια πολλά, καλοτάξιδο το βιβλίο σου. Σε πολλές περιπτώσεις αγόραζα το βιβλίο, το διάβαζα και έστελνα τα συγχαρητήριά μου, δίνοντας έμφαση μόνο στα καλά στοιχεία του βιβλίου και σεβόμενη στο έπακρο τον κόπο που χρειάζεται ο κάθε συγγραφέας για να γεμίσει με οτιδήποτε έναν τέτοιο αριθμό σελίδων. Επιπλέον, με αυθορμητισμό και ειλικρίνεια, μερικές φορές προέβαλα έργα, δημοσιεύσεις, φωτογραφίες και άλλο υλικό φίλων μέσα από το προφίλ μου  (και στη συνέχεια Χρονολόγιό μου).

Επειδή είχε περάσει ένα μεγάλο χρονικό διάστημα αποχής μου από το εκδοτικό (όχι συγγραφικό) στερέωμα, λάβαινα συχνά ειδοποιήσεις και μηνύματα γνωστών και φίλων που ρωτούσαν πότε θα εκδώσω νέο έργο και εξέφραζαν την ανυπομονησία τους.

Η στιγμή αυτή έφτασε τον Ιούλιο που μας πέρασε (2012). Οργανώσαμε με τη βοήθεια μελών της οικογένειας και παλιών μαθητών μου και νυν πραγματικά καλών φίλων μου, μια όμορφη φιλική βραδιά για την παρουσίαση του βιβλίου στον τόπο κατοικίας μου. Απόλαυσα αγάπη, χαρά, γέλιο, αισιοδοξία, και ακολούθησε η φυσιολογική προβολή από τον εκδότη μου και από τις σελίδες του Facebook. Όμως, φευ! Οι ανυπομονούντες φίλοι έλαμψαν δια της παντελούς απουσίας τους όχι μόνο από την παρουσίαση, αλλά ακόμα και από τις σελίδες της κοινωνικής δικτύωσης, δεν βρήκαν ούτε ένα δευτερόλεπτο να γράψουν μια ευχή!

Επιβεβαίωσα, δυστυχώς, πράγματα που είχα παρατηρήσει ή υποπτευθεί από την αρχή. Το Facebook συχνά δεν ήταν παρά μια σειρά από «πηγαδάκια», με ένα ή περισσότερα κεντρικά πρόσωπα που μιλούσαν για τα δικά τους πράγματα, ενώ οι γύρω τους εξέφραζαν την αρέσκεια και τον ενθουσιασμό τους– like - προς το έργο τους, τα λεγόμενά τους, και γενικά οτιδήποτε τους αφορούσε. 

Γρήγορα πρόσεξα ότι, όσον αφορούσε στους συγγραφείς, κάθε πηγαδάκι ανήκε στον ίδιο εκδοτικό οίκο-κύκλο. Αυτό δεν με ξάφνιασε και τόσο. Από ένα σημείο και μετά, είναι φυσιολογικό να υποστηρίζει ο καθένας τη δική του εκδοτική οικογένεια και το δικό του έργο, και να χρησιμοποιεί το μέσο αυτό, το Facebook, για να προβάλλει αποσπάσματα από το έργο του, τη γνώμη του και τη φιλοσοφία του.

Όμως, δεν μπορώ να πω ότι δεν με εξέπληξε πόσο αρκετοί συνάδελφοι συγγραφείς, ακόμα και από τον ίδιο εκδοτικό οίκο, παραμένουν περιχαρακωμένοι στο δικό τους χώρο, έτσι ώστε να μην «βλέπουν» καν ότι ο διπλανός τους εξέδωσε ένα βιβλίο! Ούτε ένα like, ούτε μια απλή ευχή! Ας μην το αγοράσουν, ας μην το διαβάσουν, ας ευχηθούν μόνο, έστω και στο πλαίσιο, αν όχι φιλίας και αλληλεγγύης, μιας απλής ανταπόδοσης! 

Κοντά σ’ αυτό, πρόσεξα και, ευτυχώς ελάχιστες, περιπτώσεις όπου ο συνάδελφος όταν αναρτάς ένα σχόλιο, μια σκέψη σου στο δικό σου χρονολόγιο, κάτι που του προκαλεί την προσοχή, ενώ φαίνεται από τη συνέχεια ότι συμφωνεί μαζί σου, δεν σχολιάζει κάτω από την ανάρτησή σου, αλλά δημοσιεύει άλλο σχόλιο ξεχωριστά είτε στο δικό σου είτε στο δικό του χρονολόγιο, με τρόπο που να προβάλει τον εαυτό του, τις γνώσεις ή γνωριμίες του!

Τι να πω και για κάποιους, οι οποίοι ζητούν τη φιλία σου, μάλλον για να αυξήσουν τον αριθμό των φίλων τους, ή δεν ξέρω για ποιον άλλο λόγο, δεν σε ενοχλούν, δεν τους ενοχλείς, κι όλα καλά μέχρι τη στιγμή που εκδίδεις νέο βιβλίο. Τότε ξαφνικά κάνουν την εμφάνισή τους, μόνο και μόνο για να σχολιάσουν με κακεντρέχεια τον τίτλο, το εξώφυλλο του βιβλίου σου, ή και το περιεχόμενο, προτού καν το διαβάσουν!

Υπάρχουν και άλλοι,  οι οποίοι μόλις συνδεθείς για να μιλήσεις ενδεχομένως με τους συγγενείς και φίλους σου, αμέσως αρπάζουν την ευκαιρία για να αρχίσουν διάλογο μαζί σου. Στην αρχή απαντούσα με ευγένεια, αλλά στη συνέχεια προτίμησα να παραμένω αποσυνδεδεμένη για να γλιτώσω. Μερικές χαρακτηριστικές περιπτώσεις:

«Βγάζετε πολύ ωραίες φωτογραφίες», μου είπε νεαρός συντοπίτης μου. Κι εγώ, επειδή αγαπώ πολύ τη φωτογραφία και είχα δημοσιεύσει ένα άλμπουμ με φυτά, τοπία, και αντικείμενα, θεώρησα ότι αναφερόταν σ’ αυτό και τον ευχαρίστησα, συμπληρώνοντας, «είναι κάτι που μου αρέσει πολύ». Αντιλαμβάνεστε πόσο αδέξια και αφελής φάνηκα όταν σε λίγο διάβασα τη διευκρίνιση του νεαρού: «Εννοώ ότι κρατιέστε πολύ καλά, είστε πολύ ωραία στις φωτογραφίες σας»!

Ακολούθησε ένας άλλος «φίλος» από κάποιο νησί, που με ρώτησε αν γνωρίζω κάποιον παλιό γνωστό του από τα μέρη μας. Είπα πως ίσως το κοίταζα αν έβρισκα λίγο χρόνο. Λίγο αργότερα έλαβα ένα μήνυμά του, δεν θυμάμαι ακριβώς τα λόγια του, με μεμφόταν κατά κάποιο τρόπο για ασυνέπεια και κατέληγε ότι δεν πειράζει, γιατί είχε βρει μέσω της δικτύωσης κάποια πραγματική φίλη (και δική μου) και μου ανέφερε και το όνομα αυτής, η οποία όπως κατάλαβα κάποια στιγμή με διέγραψε.

Κάποια «φίλη» συχνά μου μιλούσε ειδικά τις βραδινές ώρες, κατά τις οποίες αντιλαμβάνομαι πως πολλοί από μας έχουν λίγο χρόνο για τη δικτύωση. Απαντούσα, επειδή, αν τα στοιχεία της και οι φωτογραφίες της ήταν αληθινές, μου είχε φανεί ως μια νέα κοπέλα που βρισκόταν σε σύγχυση. Λόγω επαγγέλματος αλλά και ιδιοσυγκρασίας, είμαι ευαίσθητη στο θέμα παιδιών και νέων, και προσπαθούσα να την κατανοήσω και όσο μπορεί κανείς κάτω από τέτοιες συνθήκες, να τη στηρίξω. Όμως όλοι οι διάλογοι κάποια στιγμή τελειώνουν ή πρέπει να τελειώνουν. «Γιατί δεν απαντάς;;;;» ήταν η φράση που βρήκα την άλλη μέρα στα εισερχόμενα. Έδωσα την απάντηση, αλλά η κοπέλα κοινοποίησε ένα σχόλιο, όχι εντελώς άδικο, κατά τη γνώμη μου, ότι είμαστε ψεύτες και υποκριτές στο φέισμπουκ, δεν μας αντέχει, και κατέβασε το προφίλ της…

Κάποιος άλλος, όταν τον ευχαρίστησα για τα καλά του λόγια για τη δουλειά μου, τονίζοντας ωστόσο ότι είμαι πολυάσχολη και δεν έχω πολύ χρόνο ούτε όρεξη για ον λάιν συζητήσεις, δεν παρέλειψε να με ειρωνευτεί πως όλοι είναι πολυάσχολοι σήμερα και να μη νομίζω ότι μόνο εγώ είμαι…

Θα ήμουν άδικη και αγνώμων, ιδιότητες που σε καμία περίπτωση δεν με χαρακτηρίζουν, αν δεν τόνιζα πόση χαρά μού χάρισε το facebook, εφόσον γνώρισα κάμποσους καινούργιους φίλους, αλλά και επανασυνδέθηκα με πολλούς παλιούς μετά από πολύ καιρό, και επικοινωνώ εύκολα και γρήγορα με τα αγαπημένα μου πρόσωπα στα διάφορα μέρη της Ελλάδας και σ’ όλον τον κόσμο! Ωστόσο, το facebook δεν παύει να αποτελεί έναν μυστήριο, άγνωστο κόσμο, που κάποιες φορές θυμίζει ζούγκλα και μπορεί να γίνει επικίνδυνος…


Είναι μεγάλο το θέμα και θα επανέλθω. Προτού σας αφήσω, θα κλείσω μ’ ένα μικρό περιστατικό, που στάθηκε αφορμή γι’ αυτές τις, πάντα καλοπροαίρετες, σκέψεις:

 Τελευταία, συζητούσαμε με δυο καλές μου φίλες, για κάποιον κοινό γνωστό μας, ο οποίος αν και ο ίδιος είχε ζητήσει τη φιλία μου, όταν με συνάντησε κάπου στο κέντρο της πόλης μας, αντί να με χαιρετήσει, έκανε πως δεν με είδε, και άλλαξε κατεύθυνση! Τότε η μία εκ των δύο φιλενάδων που αρνείται παντελώς το facebook, είπε ειρωνικά: 
«Πολύ δυνατές οι φιλίες του facebook Εκεί, κοιταχτήκαμε, γελάσαμε, αλλά πέσαμε και σε περίσκεψη…


Βρείτε την Αγγελική Μπούλιαρη εδώ:
Find Angeliki Bouliari here: