Παρουσίαση από τη Λία Παπαϊωάννου, δημοσιογράφο
Public Πλατείας Συντάγματος, Αθήνα - 27-05-2016
"Δραπέτες του Ονείρου", Αγγελική Μπούλιαρη, Εκδόσεις Ωκεανός
Επιτρέψτε μου να αρχίσω αυτή την
παρουσίαση ευχαριστώντας την Αγγελική Μπούλιαρη για τα βιβλία που μας έχει
χαρίσει ως τώρα. Διάβασα το πρώτο της βιβλίο πριν δέκα περίπου χρόνια και,
πέντε βιβλία μετά, αυτό που με τραβάει και με κάνει να επανέρχομαι σε αυτά,
είναι ένα χαρακτηριστικό που δεν χάνεται από καμία σελίδα της, όσο κι αν η ίδια
ωριμάζει σαν συγγραφέας. Κι αυτό είναι η γραφή της. Η Αγγελική Μπούλιαρη είναι
τεχνίτρια της γλώσσας, του λόγου. Είναι αληθινή λογοτέχνης δηλαδή. Ακόμα και
τις πιο σκληρές σκηνές των βιβλίων της έχει έναν ξεχωριστό τρόπο να τις γράφει,
με μία πένα βουτηγμένη στην λεπτότητα και στο αίσθημα, και χωρίς να εξωραΐζει
την βία ή την ωμότητά των καταστάσεων, να αφηγείται μέσα από τις γραμμές της
μια δεύτερη ιστορία που αφορά τον ψυχισμό των ηρώων της. Αυτό το χαρακτηριστικό
της γνώρισμα γίνεται όσο ποτέ άλλοτε φανερό στις 615 σελίδες του βιβλίου
Δραπέτες του Ονείρου. Στην ιστορία της Ευρυδίκης.
1. Κοινωνικό πλαίσιο – Οικογενειακό περιβάλλον Ευρυδίκης
Η Ευρυδίκη είχε μία μεγάλη,
καθοριστική, πρωταρχική «ατυχία» στην ζωή της. Γεννήθηκε γυναίκα σε ένα χωριό
της Ελλάδας το 1956. Για να καταλάβουμε τι σημαίνει αυτό, αρκεί να πω πώς μόλις
το 1952 είχε δοθεί το δικαίωμα του εκλέγειν και του εκλέγεσθαι στις γυναίκες
στη χώρα μας. Και την πρώτη φορά που κατάφεραν να το ασκήσουν τέσσερα χρόνια
αργότερα, τη χρονιά που γεννήθηκε η ηρωίδα μας, πήγαν στις κάλπες με το
ψηφοδέλτιό τους σταυρωμένο από τον Κύρη τους, όπως συνηθιζόταν να αποκαλούν
τους συζύγους τους οι γυναίκες της επαρχίας. Οι γυναίκες τότε, της επαρχίας
τουλάχιστον, δεν είχαν γνώμη, δούλευαν και στα κτήματα και στο νοικοκυριό,
χωρίς να αναγνωρίζεται η εργασία τους, δεν ελάμβαναν παρά μόνο τη βασική
εκπαίδευση, και αυτήν όχι όλες και όχι ολόκληρη. Οι μόνοι ρόλοι που αναλάμβαναν
στη ζωή τους διαδοχικά ήταν της καλής κόρης, της καλής συζύγου-οικοδέσποινας
και της καλής μητέρας. Οποιαδήποτε παρέκκλιση από τους κανόνες σήμαινε τιμωρία
και αποκλεισμό τους από την κοινωνία. Σαν να μην έφτανε σκέτο το φύλο της
Ευρυδίκης για τιμωρία, εκείνη γεννιέται τρίτο κορίτσι σε μία οικογένεια με
θυγατέρες.
Ο πατέρας της, ο Ελισαίος, ένας
αγρότης της ελληνικής επαρχίας ονειρεύεται την μέρα που θα έρθει ο διάδοχός του
στον κόσμο. Ο γιος για τον οποίο θα καμαρώνει στο μέλλον, αφού οι κόρες, τις
οποίες υποτιμά, μοιραία κάποια στιγμή θα γίνονταν η ιδιοκτησία κάποιου άλλου
άνδρα, τον οποίο μάλιστα θα έπρεπε να πληρώσει και αδρά, μιας και η προίκα
καταργήθηκε δια νόμου μόλις το 1983. Ο ερχομός της Ευρυδίκης, μιας κόρης που
γεννιέται με «κουσούρι», με παράταιρα χρώματα στα μάτια της, είναι η απόλυτη διάψευση
των προσδοκιών του. Έτσι, αντί να γίνει ο πρώτος άντρας που θα την αγαπήσει με
ανιδιοτέλεια, της διδάσκει ένα μάθημα αντρικής σκληρότητας που θα στοιχειώσει
την κατοπινή ζωή της, και γίνεται η αιτία η Ευρυδίκη να μεγαλώσει με απόλυτη
αδιαφορία, χωρίς χάδι, χωρίς επιβράβευση. Παρόλο που πασχίζει να γίνει αποδεχτή,
να βιώσει κάτι που υποψιάζεται πώς μοιάζει με αγάπη, εκείνος παραμένει
απόμακρος. Η πατρική απόρριψη και βεβαίως η κοινωνική συνθήκη μέσα στην οποία
γεννήθηκε, βάζει μέσα της τον σπόρο της χαμηλής αυτοπεποίθησης που αργότερα θα
την οδηγήσει να δεχτεί αναντίρρητα την κυριαρχία ενός άνδρα πάνω στην ίδια.
2. Δεύτερη οικογένεια – Τραυματική εμπειρία
Η Ελλάδα του 1961, όταν η
Ευρυδίκη είναι πλέον 5 ετών ζει ένα καυτό πολιτικό σκηνικό. Και ως συνήθως
ισχύει στην χώρα μας, έτσι και τότε ο δεσμός που κάποιος μπορούσε να αναπτύξει
με ένα πολιτικό πρόσωπο θεωρούνταν πολύτιμος. Ο Ελισαίος λοιπόν δέχεται χωρίς
πολύ σκέψη την πρόταση του υποψήφιου βουλευτή Θεοδόση και της συζύγου του
Ευγενίας να πάρουν κοντά τους την «αόρατη» Ευρυδίκη και να τη μεγαλώσουν σαν
δικό τους παιδί. Άτεκνοι οι ίδιοι και ζώντας την πλήξη ενός γάμου συμφέροντος,
προσπαθούν να της προσφέρουν ένα καλύτερο μέλλον. Άθελά τους ωστόσο,
δίνουν στην Ευρυδίκη ένα ακόμα «στοιχειό»
να τη συνοδεύσει στη ζωή της. Ένα τραυματικό γεγονός λαμβάνει χώρα όσο η ηρωίδα
ζει υπό την προστασία τους και σκιάζει την παιδική και εφηβική της ηλικία
εμποδίζοντάς τη να χαρεί τη ζωή. Η «τσιγκούνα στα λόγια» Ευρυδίκη, όπως κάποτε
την είχε χαρακτηρίσει η μητέρα της, έχει
περιβάλλει τον εαυτό της με σιωπή και φόβο και ίσως γι’ αυτό το τραύμα της ζωής
της δεν αποκαλύπτεται παρά πολύ αργότερα.
Κι αν η δεύτερη οικογένειά της
έκρυβε στην αρχή την ελπίδα η Ευρυδίκη να γνωρίσει την γονική αγάπη, δεν θα
γευτεί παρά ψήγματα από αυτό το τόσο πολύτιμο συναίσθημα. Ο Θεοδόσης, ο οποίος
ίσως θα μπορούσε να μετριάσει την πατρική απόρριψη, αποδεικνύεται «δειλός και
για την αγάπη μικρός», όπως πολύ εύστοχα διαπιστώνει για εκείνον κάποια στιγμή
η πρώτη του αγάπη. Δεν καταφέρνει να επιβάλει τη βούλησή του στον Ελισαίο για
την νομική της υιοθεσία, πράγμα που θα την έκανε οριστικά και αμετάκλητα κόρη
του. Αλλά ούτε στην Ευγενία επιβάλλεται, και έτσι όταν εκείνη κρίνει πώς η
παρουσία της Ευρυδίκης είναι πλέον απειλητική για το κοινωνικό στάτους του
ζευγαριού, την παραδίδει στον πρώτο άντρα που τη ζητά. Το προξενιό ευλογεί και
ο πατέρας της Ευρυδίκης. Και εκείνη 16 ετών, διακόπτει το σχολείο και οδηγείται
σε μια τρίτη οικογένεια, σαν άλλο πρόβατο στη σφαγή.
3. Γάμος – Βία
Η ζωή της Ευρυδίκης περνά χωρίς
να βιώσει τον έρωτα ή μάλλον τον βιώνει σαν διαταγή, σαν καταναγκαστικό έργο. Η
τρίτη οικογένεια της Ευρυδίκης, αποδεικνύεται στοιχειωμένη και εκείνη. Το
στοιχειό της βίας, και της ταπείνωσης, ονομάζεται Μπάμπης και αναπνέει στο πλάι
της, στο διπλό της κρεβάτι. Της γεννά δύο παιδιά, δυο κόρες τις οποίες η
Ευρυδίκη λατρεύει. Ταυτόχρονα της αφαιρεί κομμάτια της ψυχή της, που μεγαλωμένη
στον φόβο δεν γνωρίζει τι σημαίνει ανάστημα για να το ορθώσει.
Από το πρώτο κιόλας βράδυ του γάμου της, η Ευρυδίκη καταλαβαίνει πως
δεν θα βιώσει τον έρωτα ως συναίσθημα και ως πράξη με τον τρόπο που δικαιούται
κάθε άνθρωπος. Δεν θα βιώσει την συντροφικότητα, την φιλία, την στήριξη και τον
σεβασμό. Και αποδέχεται τη βία και την ψυχρότητα. Δέχεται να μην εκφέρει άποψη
και να υποδουλώνεται στις προσταγές του συζύγου της, βιώνει τον έρωτα ως
διαταγή και καταναγκαστικό έργο, ενώ αρνείται τις επιθυμίες της και επιβάλει
στον εαυτό της να μην αντλεί ευχαρίστηση από το ανδρικό σώμα.
Όλη αυτή τη σύμβαση τη δέχεται ως
την φυσιολογική της κατάσταση. Δεν ξέρει πώς να απεγκλωβιστεί, γιατί δεν είναι
ο Μπάμπης εκείνος που την έχει φυλακίσει, αλλά ο φόβος που την κρατά στην
Πλατωνική σπηλιά του. Μην γνωρίζοντας την αγάπη, παρά μόνο τη σκιά της στον
τοίχο της σπηλιάς, θα αργήσει πολύ να καταλάβει τον εαυτό της και τα δικαιώματά
της. Κάπως έτσι, η συγγραφέας καταδύεται στον κόσμο της ενδοοικογενειακής βίας
που δυστυχώς πλήττει 1 στις 4 γυναίκες στη χώρα μας.
4. Έρωτας – Πορεία προς την ελευθερία
Ο πραγματικός έρωτας για την
Ευρυδίκη δεν είναι η ρομαντική συνθήκη που θα παρέσυρε ένα κορίτσι, που θα
ξεσήκωνε μια γυναίκα, που θα γεννούσε σκιρτήματα και μοιραία πάθη. Ο
έρωτας για εκείνη είναι κατάκτηση. Όταν πλέον γνωρίζει τον Μάξιμο, ο οποίος
είναι διατεθειμένος να της δώσει όχι απλώς μια σταγόνα αλλά έναν καταρράκτη αγάπης, η
Ευρυδίκη δεν παρασύρεται. Για πρώτη φορά στην ζωή της επιλέγει όχι μόνο με
ποιον θα ζήσει πλήρως τον έρωτα, αλλά και το πότε θα αφεθεί σε αυτόν, καθώς για
εκείνη προέχει να δώσει τις απαραίτητες μάχες για να κερδίσει τη ζωή της.
Η συγγραφέας δεν πέφτει στην παγίδα να την παρουσιάσει ως μια γυναίκα
που «ξυπνά» σαν ηφαίστειο και παίρνει τη ζωή της στα χέρια της, αλλά ως το
τραυματισμένο παιδί που ξυπνά καθυστερημένα στην σπηλιά του φόβου, και αδέξιο
αλλά ώριμο λόγω της ηλικίας του, αποφασίζει να στρέψει το βλέμμα του προς το
φως. Κάνει πρώτα την δική της εσωτερική πορεία προς τον χαμένο της εαυτό, και
έπειτα βαδίζει με σταθερά βήματα προς τα έξω, προς την αυτοπραγμάτωση και την
αληθινή της ελευθερία. Ο έρωτας για την Ευρυδίκη δεν είναι η αφορμή για να
μπορέσει να αντιμετωπίσει τους φόβους της, αλλά ο προορισμός της.
5. Κατακλείδα
Το
μυθιστόρημα Δραπέτες του Ονείρου, της
Αγγελικής Μπούλιαρη, παρόλο που κατά κύριο λόγο αφορά ένα εσωτερικό ταξίδι με
τελικό προορισμό την ατομική δύναμη, έχει πολύ ενδιαφέρουσα πλοκή η οποία κρατά
τους αναγνώστες μαγνητισμένους μέχρι το τέλος. Επιπλέον, η Αγγελική Μπούλιαρη
έχει δημιουργήσει ολοκληρωμένους χαρακτήρες.
Η
Ευρυδίκη, για παράδειγμα, είναι μια ηρωίδα το παρόν της οποίας και οι
αντιδράσεις της σε αυτή την δυσβάσταχτη συμβίωση εξηγούνται και διαμορφώνονται
μέσα από τα βιώματα του παρελθόντος της και από τον τρόπο που αυτά σμίλευσαν
την προσωπικότητά της. Η συγγραφέας καταφέρνει να δώσει στην κεντρική ηρωίδα
της τον απαραίτητο χρόνο, αλλά και σχεδόν ανεπαίσθητες και γι’ αυτό ρεαλιστικές
αφορμές, αυτά τα μικρά «κλικ» που λειτουργούν μαγικά στην ζωή του καθένα μας,
ώστε να μπορέσει να κατανοήσει ότι η ίδια πρέπει να αναλάβει τον ρόλο του
μυθικού Ορφέα για να ανασύρει τον εαυτό της από τον Άδη.
Όλοι
οι ήρωες του μυθιστορήματος είναι στέρεοι ήρωες, οι οποίοι κάνουν δικαιολογημένες για τον χαρακτήρα τους
επιλογές και δέχονται τις συνέπειές τους, με όποιον τρόπο αρμόζει στον καθένα
τους. Έτσι, επέρχεται η κάθαρση και αποδίδεται δικαιοσύνη. Άλλωστε, θεωρώ ότι
δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι η κεντρική ηρωίδα του βιβλίου ονομάζεται
Ευρυδίκη, ένα όνομα που μέσα του φέρει την έννοια της δικαιοσύνης.
Οι
Δραπέτες του Ονείρου μπορεί σε πρώτο επίπεδο να μιλούν για μια γυναίκα, αλλά
βαθύτερα μιλούν για την ιστορία του καθένα μας. Κανείς μας δεν γεννήθηκε με τη
ζωή του στα χέρια του, είτε στη δεκαετία του 50, είτε σήμερα. Όλων μας οι ζωές
βρίσκονται αρχικά σε χέρια άλλων, και άλλοι παίρνουν τις πρώτες κρίσιμες
αποφάσεις για λογαριασμό μας. Όπως και της Ευρυδίκης, όμως, έτσι και η δική μας
πορεία αυτοπραγμάτωσης μας περιμένει να την διανύσουμε αργά ή γρήγορα στη ζωή
μας, με περισσότερα ή με λιγότερα εμπόδια ο καθένας. Μας περιμένει να πάρουμε
στους ώμους μας την ευθύνη του εαυτού μας, να αποτινάξουμε τους φόβους του, να
αγκαλιάσουμε το μικρό παιδί μέσα μας και να του επιτρέψουμε να κυνηγήσει τον
θησαυρό του, που δεν είναι άλλος από την ευτυχία του. Γιατί όπως μας θυμίζει
και η συγγραφέας, χρησιμοποιώντας τα λόγια του Αλμπέρ Καμύ: «Μα τι άλλο είναι η ευτυχία, παρά η απλή
αρμονία, ανάμεσα στον άνθρωπο και στον τρόπο που ζει τη ζωή του;»
Τελειώνοντας, θα κλείσω ευχόμενη να
είναι καλοτάξιδο το βιβλίο σου, Αγγελική! Αν και νομίζω ότι εφόσον η Ευρυδίκη
μοιράζεται το ίδιο «κουσούρι» με τον αξέχαστο David Bowie θα έχει εγγυημένη
επιτυχία στο ταξίδι της.
Δείτε στο Facebook το άλμπουμ με όλες τις φωτογραφίες από την εκδήλωση:
Βρείτε την Αγγελική Μπούλιαρη εδώ: