Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΣΚΕΨΕΙΣ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΣΚΕΨΕΙΣ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 8 Φεβρουαρίου 2013

ΓΙΑΤΙ ΕΠΙΣΤΡΕΦΟΥΜΕ ΣΤΟ ΠΑΡΕΛΘΟΝ (2)

Επιστροφή στο παρελθόν, ποτάμια και δρόμοι



Υπάρχει πάντα ένα μυστήριο στο παρελθόν, σ' αυτό το κομμάτι της ζωής και του μυαλού μας, επειδή ο χρόνος το θαμπώνει, το σκονίζει, το σκεπάζει με ομίχλη, και η επιλεκτική μας μνήμη, σαν καλλιτέχνης που δε μένει ποτέ ευχαριστημένος από το αποτέλεσμα αλλά ψάχνει να το τελειοποιήσει, διαλέγει με καινούργια κριτήρια να φωτίσει, να καθαρίσει, να γυαλίσει ή να κρύψει παλιά πρόσωπα, γεγονότα και συναισθήματα.
Μας σαγηνεύει η ιδέα ενός καινούργιου ταξιδιού στα παλιά, εκείνο το "αν" μας καταδιώκει, και η προοπτική να γυρίσουμε με κάποιο τρόπο πίσω και να θέσουμε άλλους όρους, να βάλουμε σε άλλες θέσεις τα πρόσωπα, άλλα λόγια στα χείλη τους, η πιθανότητα να δράσουμε διαφορετικά, μας ελκύει, μας δίνει ζωντάνια, ελπίδα ίσως και χαρά.  
Η επιστροφή στο παρελθόν θα μας απασχολήσει όλους κάποια στιγμή στη ζωή μας. Είναι δύσκολο ν' αντισταθείς, καθώς έχεις πάρει το δρόμο σου, "τον λιγότερο ή περισσότερο ταξιδεμένο", σε μια στάση καταμεσής στο μονοπάτι σου και σ' ένα βλέμμα πίσω σου.






Όμως δεν γυρίζουν όλοι πίσω. Είναι βέβαια λίγοι αυτοί που δεν γυρίζουν ποτέ στα παλιά, που σιχαίνονται να σκαλίζουν τις στάχτες, και κοιτάνε μόνο μπροστά. Δεν ξέρω αν πρόκειται για δύναμη και από πού την αντλούν, πάντως τους θαυμάζω. Για την τόλμη τους να προχωρήσουν στις άγνωστες διαδρομές και να αντιμετωπίσουν ό,τι συναντήσουν εκεί. Για τη γενναιότητά τους να αποδεχτούν τα αποτελέσματα των προηγούμενων επιλογών τους, και τη μεγαλοψυχία τους να μην αναιρέσουν και ταπεινώσουν τον παλιό εαυτό τους.

 Τους άλλους, με τις εμμονές και τα φαντάσματα, τις άγρυπνες νύχτες και το κυνήγι της ουτοπίας, τους κατανοώ, τους συμπαθώ, μπορεί και να τους αγαπώ...
Γιατί συμβαίνουν όλα αυτά; Ο καθένας έχει την άποψή του, είτε υποκύπτει στον πειρασμό του παρελθόντος είτε όχι.


Όπως σχολίασε ένας ανώνυμος αναγνώστης σε ανάρτηση της Ναταλίας με το θέμα αυτό, που υπήρξε αφορμή και για το δικό μου σημερινό:
"Η αλήθεια είναι ότι κάνω κι εγώ το ίδιο λάθος κι όταν το παρόν δεν είναι καλό, ψάχνω στο παρελθόν τις στιγμές που έζησα με κάποιους ανθρώπους, ακόμα κι αν με πόνεσαν, για να βρω εκεί το καλύτερο... Πόσο λάθος! Αλλά όλοι αυτό δεν κάνουν; Σαν να μην πιστεύουν ότι αύριο, στην επόμενη γωνία σε περιμένει κάτι καλύτερο, κι έτσι πρέπει να ξεθάβεις και να αναμοχλεύεις τα περασμένα και να σκέφτεσαι, 'μήπως με τον/την... θα ήμουν ευτυχισμένη/ος; Μήπως έκανα λάθος που δεν έδωσα μια ευκαιρία; Θα με αγαπήσει άλλος όπως εκείνος; Και άλλα τέτοια."
  
Συμφωνώ με τα παραπάνω, έτσι γίνεται. Επειδή, πραγματικά, δεν πιστεύουμε ότι στην επόμενη γωνία, ώρα, υπάρχει κάτι καλύτερο που μας περιμένει, που μας αξίζει. Είναι η ανασφάλειά μας, η έλλειψη αυτοπεποίθησης, η έλλειψη εκτίμησης και αγάπης προς τον εαυτό μας που μας κάνει να αφήνουμε αυτές τις ελλείψεις να παίζουν το ρόλο του "κακού" (κακοτυχίας, ατυχίας) στη ζωή μας. Και ως συγγραφέας, επαναλαμβάνω, το κατανοώ, επειδή κι εμείς οι συγγραφείς "τρεφόμαστε" από τέτοιες καταστάσεις για να πλάσουμε χαρακτήρες.



Συμφωνώ όμως και με την άποψη της Ναταλίας: " Ακόμη κι αν το παρόν μας δυσαρεστεί, ακόμη κι αν δεν είναι αυτό που φανταζόμαστε ή θα θέλαμε ή ελπίζαμε πως θα έχουμε, ακόμη και τότε, μπορούμε μόνο να παλέψουμε για το καλύτερο αύριο. Όχι να ανοίξουμε ξεχασμένα σεντούκια, παραμυθιάζοντας τον εαυτό μας, λέγοντάς του πως κάπου εκεί, ανάμεσα στα παλιά μας αντικείμενα θα βρούμε κάτι καλύτερο από το τώρα. Κάτι στο οποίο χρωστάμε μια ακόμη ευκαιρία. "
Νομίζω ότι τα λεγόμενα της Ναταλίας αντιπροσωπεύουν την υγιή, ζωντανή, αγωνιστική και εν τέλει ωφέλιμη, για τον καθένα ξεχωριστά, αντίληψη. Εκφράζει τις σκέψεις που πρέπει να κάνουμε, τα ερωτήματα που πρέπει να θέσουμε, όταν βρεθούμε σε μια τέτοια κατάσταση.
Και τότε απομένει ένα και μόνο ερώτημα που αφορά μονάχα στο παρόν:
"Τι δεν πάει καλά, τώρα, μ' αυτόν τον άνθρωπο, με μένα;"

Όλα στη ζωή είναι, κι ο καθένας έχει το δικό του χωροχρόνο ωριμότητας.





Μπορείτε να διαβάστε, επίσης:

1.  Την ανάρτηση της Ναταλίας που έδωσε την αφορμή για τις σκέψεις αυτές,

2.  Τη δική μου ανάρτηση: Γιατί επιστρέφουμε στο παρελθόν; (1)

3.  Τη νουβέλα "Εγώ αγαπώ, αυτή καπνίζει" με θέμα ακριβώς την επιστροφή στο παρελθόν της ηρωίδας, της Λυδίας,       
http://www.anemosekdotiki.gr/pezografia/egw-agapw-auth-kapnizei.html


Φωτογραφίες: Αγγελική Μπούλιαρη
Περιοχή: Ίναχος Αιτωλοακαρνανίας
Εποχή: Χειμώνας (Δεκέμβριος 2012)

Παρασκευή 16 Νοεμβρίου 2012

ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 1973 και ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΗΜΕΡΩΝ της Κωστούλας Μητροπούλου

ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 1973 και 
ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΗΜΕΡΩΝ της Κωστούλας Μητροπούλου








Το κείμενο και τα τραγούδια που ακολουθούν είναι από το βιβλίο της Κωστούλας Μητροπούλου, ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΗΜΕΡΩΝ, Εκδόσεις Μπουκουμάνη, Ιούλιος 1974







 



ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 16 Νοεμβρίου 1973
Ελλάδα, Αθήνα, Σχολή Πολυτεχνείου
"ΨΏΜΙ - ΠΑΙΔΕΙΑ - ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ"

"Εδώ Πολυτεχνείο, εδώ Πολυτεχνείο. Σας μιλάει ο Ραδιοφωνικός Σταθμός των ελεύθερων αγωνιζόμενων φοιτητών, των ελεύθερων αγωνιζόμενων Ελλήνων. Εμείς οι ελεύθεροι Έλληνες φοιτητές, που για τρίτη μέρα σήμερα εξακολουθούμε τον αγώνα μας δηλώνουμε ότι είμαστε άοπλοι. Βρισκόμαστε άοπλοι απέναντι στα τανκς. Εδώ Πολυτεχνείο, εδώ Πολυτεχνείο..."

ΠΡΩΤΟ ΟΚΤΑΩΡΟ: Προσέλευση του ανώνυμου πλήθους για να δηλώσει συμπαράσταση στους φοιτητές που βρίσκονται τρία εικοσιτετράωρα κλεισμένοι στη Σχολή. Η προσέλευση έχει όψη από πανηγύρι.



ΔΕΥΤΕΡΟ ΟΚΤΑΩΡΟ: Προκηρύξεις και διακοπή της κυκλοφορίας. Η όψη του χώρου μέσα και έξω θυμίζει εορταστική εκδήλωση. Χαρακτηριστικό σημάδι σ' αυτό τον έγκλειστο χρόνο η φωνή των
ελεύθερων αγωνιζόμενων φοιτητών, των ελεύθερων αγωνιζόμενων Ελλήνων, μια φωνή νέου παιδιού που εκπέμπει στους 1.050 χιλιόκυκλους μηνύματα αισιοδοξίας.



ΤΡΙΤΟ ΟΚΤΑΩΡΟ: Αριθμός συγκεντρωμένων εντός και εκτός Πολυτεχνείου πάνω από 20.000. Ώσπου νύχτωσε.

Από νωρίς το απόγευμα επικρατεί ένας ηλεκτρισμένος, διάχυτος πανικός στους δρόμους, στα βιαστικά βήματα των περαστικών, στα γεμάτα καφενεία. "Ελευθερία ή θάνατος".



Ώρα 8.00μμ: "Τα δακρυγόνα επιδρούν βλαβερώς εις το αναπνευστικόν σύστημα". Οι πιο παλιοί θυμούνται τον πόλεμο. Κλείνονται στα σπίτια τους. Στους δρόμους όλο και πιο νέοι, σχεδόν παιδιά. Χαφιέδες και δακρυγόνα.

Ώρα 9.00μμ: Σκοτώθηκε ένα νεαρό αγόρι αγνώστων στοιχείων που χαρακτηρίστηκε αμέσως "αναρχικός". Κάποιος έπιασε τα δάχτυλα του παιδιού και τάτριψε στις χούφτες του αδέξια, "είναι πεθαμένος" ξαναείπε ο περιπτεράς και κατάπιε την ίδια φράση για δεύτερη φορά, "το φάγατε το παιδί". Και ο κόσμος που είχε μαζευτεί διαλύθηκε βίαια από τα όργανα της τάξεως.

Ώρα 10.00μμ:Δεύτερος νεκρός, γωνία Χαλκοκονδύλη και Γ΄ Σεπτεμβρίου, "αναρχικός" είπανε μόνο και το όνομά του είχε μια κατάληξη σαν Λαμπρινός ή Φωτεινός.

Ώρα 11.02μμ. "Χρειαζόμαστε γιατρούς, χρειαζόμαστε φάρμακα, ο αέρας βαραίνει, πνιγόμαστε, χρειαζόμαστε αντιασφυξιογόνες μάσκες,  είμαστε χιλιάδες"

Ώρα 12.55 "Τα τανκς κατευθύνονται μέσα στη νύχτα με προορισμό το χώρο συγκεντρώσεως των φοιτητών".



Ώρα 1.29πμ. Τα παιδιά στον περίβολο τραγουδάνε. Το μεγάφωνο πολλαπλασιάζει σε χιλιάδες φράσεις τη μία και μοναδική φράση: ΔΕ ΘΑ ΧΤΥΠΗΣΟΥΝ.

Ώρα 2.02πμ : "αδέλφια, μη χτυπάτε!"

Ώρα 2.05πμ: "Θεέ μου, ας μη χυθεί αίμα!" Η νύχτα είναι γεμάτη μ' αυτή την ευχή.

Ώρα 2.48πμ: "Εφ' όπλου λόγχη!"

Ώρα 2.56πμ: Δύο πυροβολισμοί.



Ώρα 2.57 πμ: Τρία τανκς ορμάνε μαζί. Το πρώτο, που φαίνεται παράλογα πιο μεγάλο, ρίχνει τη μεγάλη πόρτα με τα κάγκελα. Οι άνθρωποι αραιώνουν. Οι άνθρωποι πάντα σε τέτοιες στιγμές ή χάνονται ή μένουν και πολτοποιούνται. Τα παιδιά τραγουδάνε τον Εθνικό Ύμνο.

 













Ώρα 3.03πμ: Στρατιώτες γέμισαν το Πολυτεχνείο. Οι φοιτητές παραδίνονται. Σειρήνες εκκωφαντικές. Μάχες στους δρόμους. Κόλαση.


















Δυο από τα τραγούδια που γράφτηκαν στον ενδιάμεσο χρόνο, η μουσική είναι του Ανακρέοντα Παπαγεωργίου.

Ο ΝΕΚΡΟΣ ΠΟΥ ΤΟΝ ΕΙΠΑΝΕ ΑΡΧΗΓΟ

Τον έλεγαν "ο αρχηγός"
έγιν' ο πρώτος τους νεκρός
οι φίλοι τούπανε "θα ζεις
όσο υπάρχουμε και μεις".

Είχε δυο μάτια γαλανά
στ' αριστερό σφαίρα περνά
μπλε παγωμένο το δεξί
στο στόμα κόκκινη γραμμή.

Μιλούσε πρώτος στα παιδιά
γέμιζε λόγια η καρδιά
πέρασε πρώτο τη γραμμή
που τελειώνει η ζωή.

"Σκοτώθηκε ο αρχηγός".
Ήταν ψηλός, ήταν στητός
θα τριγυρνάει στη ζωή
όσο υπάρχουν ζωντανοί.


ΤΑ ΚΑΓΚΕΛΑ

Πίσω απ' τα κάγκελα ελεύθεροι χιλιάδες
στο δρόμο περπατάει αργά η φοβέρα
πίσω απ' τα σίδερα ονειρεύονται μανάδες
παιδιά που έχουνε αλλάξει σε μια μέρα.

Μπροστά απ' τα κάγκελα οι σκλάβοι που φοβούνται
όπλα κρατάνε και ο δρόμος τους ανήκει
πίσω απ' τα κάγκελα φωνές που δεν φοβούνται
και μοιάζουν θάλασσα που πλέει ένα καϊκι.

Πίσω απ' τα σίδερα τα μάτια της γενιάς τους
χαμογελάνε σ' ένα φως που ξημερώνει
έξω στο δρόμο η ντροπή κι η παγωνιά τους
βήμα με βήμα την ελπίδα τη σκοτώνει.



Τραγούδια:

1. Είμαστε δυο, είμαστε τρεις, Μίκης Θεοδωράκης: http://youtu.be/_sf8lirAJoE

2. Το σφαγείο, Μίκης Θεοδωράκης: http://youtu.be/CKBvVYDviZ4

3. Της Δικαιοσύνης ήλιε νοητέ: https://www.youtube.com/watch?v=jzadL5xF6lg&ab_channel=ka1962gr 

4. Όσο υπάρχει ουρανός, να πετάς!: http://youtu.be/VOF1GgKZ3bg




Τρίτη 11 Σεπτεμβρίου 2012

Φίλοι στο Facebook κι άλλοι φίλοι (2) - Η συνέχεια

Φίλοι κι άλλοι φίλοι... Γράμμα στους φίλους μου


Καλοί μου φίλοι,

Πολλές φορές οι αριθμοί έχουν μεγάλη σημασία, η διαφορά τους παίζει μεγάλο ρόλο ακόμα κι αν είναι μικρή...

Θα σας πω μια ιστορία, που πιστεύω να με βοηθήσει να σας εξηγήσω.

Μια φορά κι έναν καιρό, υπήρχαν δυο φίλες. Έμοιαζαν σε πολλά, αλλά διέφεραν στους αριθμούς.

Η Τάνια είχε 2 παιδιά, η Λόρα 3.
Η Τάνια είχε 1 αδερφό, η Λόρα 3.
Κανένας γονιός της Τάνιας δεν ήταν εν ζωή. Της Λόρας ζούσε η σχετικά νέα μητέρα της.
Η Τάνια είχε 1 θεία και 2 ξαδέρφες, και η σχέση τους ήταν τυπική.
Η Λόρα είχε 5 θείες και 1 θείο και τα ξαδέρφια έφταναν τα 15. Σχέση ουσιαστική και στηρικτική.
Η Τάνια είχε 2 ανίψια όλα κι όλα, η Λόρα είχε συνολικά 18 ανίψια!
Η Τάνια είχε 1 χόμπι, η Λόρα το λιγότερο 3-4.

Γνωρίστηκαν σ' ένα παιδικό πάρτι γενεθλίων. Σύντομα, όμως, η Τάνια άρχισε να παραπονιέται ότι η φίλη της η Λόρα δεν διέθετε αρκετό χρόνο για να συναντηθούν οι δυο τους και να ψυχαγωγηθούν χωρίς τα παιδιά τους. Συχνά με πλάγιο τρόπο μεμφόταν τη Λόρα (ή και την αμφισβητούσε) ότι φρόντιζε και ενδιαφερόταν για τα μέλη της δικής της και της ευρύτερης οικογένειάς της περισσότερο απ' ότι χρειαζόταν ή ήταν σωστό. Έμμεσα την κατηγορούσε ότι ήταν υπερβολική, υπερπροστατευτική με τους δικούς της, και δεν νοιαζόταν για τις φίλες της. Και τα χρόνια περνούσαν.

Η Λόρα στεναχωριόταν, αλλά όσο και αν προσπαθούσε να βρει περισσότερο χρόνο, απλά ήταν αδύνατο! Μίλησε τότε στην Τάνια και της είπε:

"Καλή μου Τάνια. Θέλω να ξέρεις κάποια πράγματα για μένα. Ίσως να τα έχεις αντιληφθεί, ίσως πάλι όχι. Γι' αυτό θα σου τα πω τώρα, ώστε να είμαστε και οι δυο σίγουρες.
Δεν είμαι η φίλη που κρατάει λογαριασμό ποια τηλεφώνησε στην άλλη την προηγούμενη φορά ούτε πόσες φορές έχει τηλεφωνήσει η καθεμιά.
Δεν είμαι η φίλη που θα τηλεφωνιέστε τουλάχιστον μία φορά τη μέρα, θα ανταλλάσσετε συνταγές μαγειρικής σε τακτική βάση και θα κανονίζετε μαζί το πρόγραμμα του Σαββατοκύριακου και των διακοπών.
Δεν είμαι η φίλη από την οποία θα μαθαίνεις τα νέα της γειτονιάς ή που θα επιθυμεί να τα μάθει από σένα και να κάνετε την "κοινωνική κριτική" σας παρέα. Ούτε η φίλη με την οποία θα πίνεις αδιαλλείπτως τον καφέ σου κάθε απόγευμα.
Όμως, είμαι η φίλη που, αν νιώσεις την ανάγκη να μιλήσεις για κάτι που σε απασχολεί, σου δίνει το ελεύθερο οποιαδήποτε στιγμή να της το ζητήσεις και θα βρεθείτε.
Είμαι η φίλη που, όταν βρεθείς σε οποιαδήποτε ανάγκη (ηθική ή πρακτική), θα βρεθεί στο πλάι σου και θα κάνει τα αδύνατα δυνατά να σε στηρίξει.
Είμαι η φίλη που θα είναι πάντα πρόθυμη να μοιραστεί και τη χαρά σου και τη λύπη σου.
Είμαι η πιστή και ειλικρινής φίλη. Η καλή φίλη."

Η Τάνια δεν έδειξε αν κατάλαβε ακριβώς το νόημα αυτών των λόγων. Συνέχισε τα πλάγια παράπονα και κατά καιρούς, όταν οι δυο φίλες συναντιώνταν, περιέγραφε στη Λόρα με κάθε λεπτομέρεια και με ιδιαίτερη χαρά πόσο ωραία είχε περάσει με τη συντροφιά της τάδε ή της δείνα κυρίας.

Μήπως μαντέψατε την κατάληξη αυτής της φιλίας; Η Τάνια και η Λόρα σήμερα απλά ανταλλάσσουν έναν τυπικό χαιρετισμό και το χαρακτηριστικό φιλί στον αέρα πάνω από το μάγουλο όταν τύχει και συναντηθούν.


Νομίζω πως έχετε αρχίσει να καταλαβαίνετε τι εννοώ. Η ιστορία των δυο φιλενάδων ταιριάζει με την περίπτωση του Facebook...

Μια μικρή οικογένεια την κουμαντάρεις εύκολα. Στη μεγάλη δυσκολεύεσαι, κουράζεσαι, δεν προλαβαίνεις, δεν έχεις χρόνο, αρχίζουν τα παράπονα, πρέπει να μπει μια άλλη σειρά, να οριστούν προτεραιότητες.

Και όπως η Λόρα ήταν ξεκάθαρη με την Τάνια, έτσι πρέπει να είμαι κι εγώ με το Facebook.

Να έχω την αυτογνωσία ώστε να ξέρω τι δίνω, τι παίρνω, τι προσδοκώ και γιατί.
Να γνωρίζω ότι φίλοι μου στο Facebook είναι κύρια όσοι είναι φίλοι μου και στην πραγματική ζωή.
Να γνωρίζω τις προτεραιότητές μου, τι είναι σημαντικό για μένα ή τι είναι πιο σημαντικό από τι.
Να οργανώσω τις ομάδες μου, να ορίσω τις ενημερώσεις μου.
Να αποδεχτώ, ότι εφόσον ο αριθμός των φίλων μου είναι μεγάλος (ως συνήθως συμβαίνει), δεν μπορώ να τους επισκέπτομαι όλους, να κάνω like σε όλους, να ενημερώνομαι για τα πάντα, δεν μπορώ να είμαι φίλη με όλους. Είναι πρακτικά αδύνατο!
Και το ίδιο ισχύει και για τους άλλους. "Ο καθένας το παλεύει όπως ξέρει και μπορεί" όπως λέει κι ένα όμορφο τραγούδι. Κι εγώ δεν είμαι παρά ένας φίλος μέσα στους τριακόσιους, πεντακόσιους, χίλιους κάποιου άλλου μέλους. Και είναι φυσικό και επόμενο μέσα σε τέτοιους αριθμούς, να μαθαίνουμε συχνότατα μόνο κατά τύχη ο ένας για τον άλλο, είτε αφορά σε βιβλίο, ζωγραφική, θεατρική παράσταση, χειροτεχνία, σπορ, είτε σε οποιοδήποτε άλλο ταλέντο που ο καθένας μας έχει.

Και μόλις κατανοήσω αυτά για μένα, αμέσως θα αντιληφθώ πως ό,τι ισχύει για μένα, ισχύει και για τους άλλους.
Και τότε όλα μπαίνουν σε μια σειρά...


Ίσως σας φάνηκα λίγο πικραμένη (bitter) στην προηγούμενη σχετική ανάρτησή μου.
Δεν είναι αλήθεια. Σας βεβαιώνω πως είμαι πραγματικά ευγνώμων για όσα μένουν κι έχω!
Πάντως μ' αυτή μου την ανάρτηση θέλω να εξηγήσω λίγο καλύτερα (better) πώς νιώθω για το Facebook.

Αυτά φίλοι μου.

Σας χαιρετώ, με όλη μου την αγάπη!
Αγγελική


Βρείτε την Αγγελική Μπούλιαρη εδώ:




Δευτέρα 27 Αυγούστου 2012

Φίλοι στο Facebook (1)


Φίλοι στο Facebook


Η οικογένειά μου είναι μεγάλη και κυρίως πολυεθνική. Στενοί συγγενείς μου κατάγονται από άλλα ευρωπαϊκά κράτη, ή ανήκουν σε άλλη φυλή, οι ρίζες μας έχουν απλωθεί σε διάφορα σημεία της Ευρώπης καθώς και της Βορείου και Νοτίου Αμερικής, ενώ η μίξη των φυλών έχει εμπλουτίσει τη μορφή της οικογένειας αυτής με αρκετούς, τουλάχιστον ενδιαφέροντες, συνδυασμούς. Φυσικά, και μέσα στον Ελλαδικό χώρο, είμαστε διασκορπισμένοι σε διαφορετικές πόλεις.

Αυτός ήταν ο πρώτος λόγος που δικτυώθηκα κι εγώ κοινωνικά στο Facebook. Μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα μπορούσα να στέλνω και να λαβαίνω πληροφορίες, νέα, φωτογραφίες, γενικά να επικοινωνώ και να διατηρώ επαφή με τα αγαπημένα πρόσωπα. Κοντά στους συγγενείς, ήρθαν και οι παλιοί φίλοι και φίλες, συμμαθητές, συμμαθήτριες, μαθητές και μαθήτριες, και ακολούθησαν συνάδελφοι από τον καθηγητικό και τον εκδοτικό-συγγραφικό κόσμο.

Στην αρχή, κρατούσα το τυπικό ευγενείας που είχα μάθει από μικρή. Ευχαριστώ, παρακαλώ, χρόνια πολλά, καλοτάξιδο το βιβλίο σου. Σε πολλές περιπτώσεις αγόραζα το βιβλίο, το διάβαζα και έστελνα τα συγχαρητήριά μου, δίνοντας έμφαση μόνο στα καλά στοιχεία του βιβλίου και σεβόμενη στο έπακρο τον κόπο που χρειάζεται ο κάθε συγγραφέας για να γεμίσει με οτιδήποτε έναν τέτοιο αριθμό σελίδων. Επιπλέον, με αυθορμητισμό και ειλικρίνεια, μερικές φορές προέβαλα έργα, δημοσιεύσεις, φωτογραφίες και άλλο υλικό φίλων μέσα από το προφίλ μου  (και στη συνέχεια Χρονολόγιό μου).

Επειδή είχε περάσει ένα μεγάλο χρονικό διάστημα αποχής μου από το εκδοτικό (όχι συγγραφικό) στερέωμα, λάβαινα συχνά ειδοποιήσεις και μηνύματα γνωστών και φίλων που ρωτούσαν πότε θα εκδώσω νέο έργο και εξέφραζαν την ανυπομονησία τους.

Η στιγμή αυτή έφτασε τον Ιούλιο που μας πέρασε (2012). Οργανώσαμε με τη βοήθεια μελών της οικογένειας και παλιών μαθητών μου και νυν πραγματικά καλών φίλων μου, μια όμορφη φιλική βραδιά για την παρουσίαση του βιβλίου στον τόπο κατοικίας μου. Απόλαυσα αγάπη, χαρά, γέλιο, αισιοδοξία, και ακολούθησε η φυσιολογική προβολή από τον εκδότη μου και από τις σελίδες του Facebook. Όμως, φευ! Οι ανυπομονούντες φίλοι έλαμψαν δια της παντελούς απουσίας τους όχι μόνο από την παρουσίαση, αλλά ακόμα και από τις σελίδες της κοινωνικής δικτύωσης, δεν βρήκαν ούτε ένα δευτερόλεπτο να γράψουν μια ευχή!

Επιβεβαίωσα, δυστυχώς, πράγματα που είχα παρατηρήσει ή υποπτευθεί από την αρχή. Το Facebook συχνά δεν ήταν παρά μια σειρά από «πηγαδάκια», με ένα ή περισσότερα κεντρικά πρόσωπα που μιλούσαν για τα δικά τους πράγματα, ενώ οι γύρω τους εξέφραζαν την αρέσκεια και τον ενθουσιασμό τους– like - προς το έργο τους, τα λεγόμενά τους, και γενικά οτιδήποτε τους αφορούσε. 

Γρήγορα πρόσεξα ότι, όσον αφορούσε στους συγγραφείς, κάθε πηγαδάκι ανήκε στον ίδιο εκδοτικό οίκο-κύκλο. Αυτό δεν με ξάφνιασε και τόσο. Από ένα σημείο και μετά, είναι φυσιολογικό να υποστηρίζει ο καθένας τη δική του εκδοτική οικογένεια και το δικό του έργο, και να χρησιμοποιεί το μέσο αυτό, το Facebook, για να προβάλλει αποσπάσματα από το έργο του, τη γνώμη του και τη φιλοσοφία του.

Όμως, δεν μπορώ να πω ότι δεν με εξέπληξε πόσο αρκετοί συνάδελφοι συγγραφείς, ακόμα και από τον ίδιο εκδοτικό οίκο, παραμένουν περιχαρακωμένοι στο δικό τους χώρο, έτσι ώστε να μην «βλέπουν» καν ότι ο διπλανός τους εξέδωσε ένα βιβλίο! Ούτε ένα like, ούτε μια απλή ευχή! Ας μην το αγοράσουν, ας μην το διαβάσουν, ας ευχηθούν μόνο, έστω και στο πλαίσιο, αν όχι φιλίας και αλληλεγγύης, μιας απλής ανταπόδοσης! 

Κοντά σ’ αυτό, πρόσεξα και, ευτυχώς ελάχιστες, περιπτώσεις όπου ο συνάδελφος όταν αναρτάς ένα σχόλιο, μια σκέψη σου στο δικό σου χρονολόγιο, κάτι που του προκαλεί την προσοχή, ενώ φαίνεται από τη συνέχεια ότι συμφωνεί μαζί σου, δεν σχολιάζει κάτω από την ανάρτησή σου, αλλά δημοσιεύει άλλο σχόλιο ξεχωριστά είτε στο δικό σου είτε στο δικό του χρονολόγιο, με τρόπο που να προβάλει τον εαυτό του, τις γνώσεις ή γνωριμίες του!

Τι να πω και για κάποιους, οι οποίοι ζητούν τη φιλία σου, μάλλον για να αυξήσουν τον αριθμό των φίλων τους, ή δεν ξέρω για ποιον άλλο λόγο, δεν σε ενοχλούν, δεν τους ενοχλείς, κι όλα καλά μέχρι τη στιγμή που εκδίδεις νέο βιβλίο. Τότε ξαφνικά κάνουν την εμφάνισή τους, μόνο και μόνο για να σχολιάσουν με κακεντρέχεια τον τίτλο, το εξώφυλλο του βιβλίου σου, ή και το περιεχόμενο, προτού καν το διαβάσουν!

Υπάρχουν και άλλοι,  οι οποίοι μόλις συνδεθείς για να μιλήσεις ενδεχομένως με τους συγγενείς και φίλους σου, αμέσως αρπάζουν την ευκαιρία για να αρχίσουν διάλογο μαζί σου. Στην αρχή απαντούσα με ευγένεια, αλλά στη συνέχεια προτίμησα να παραμένω αποσυνδεδεμένη για να γλιτώσω. Μερικές χαρακτηριστικές περιπτώσεις:

«Βγάζετε πολύ ωραίες φωτογραφίες», μου είπε νεαρός συντοπίτης μου. Κι εγώ, επειδή αγαπώ πολύ τη φωτογραφία και είχα δημοσιεύσει ένα άλμπουμ με φυτά, τοπία, και αντικείμενα, θεώρησα ότι αναφερόταν σ’ αυτό και τον ευχαρίστησα, συμπληρώνοντας, «είναι κάτι που μου αρέσει πολύ». Αντιλαμβάνεστε πόσο αδέξια και αφελής φάνηκα όταν σε λίγο διάβασα τη διευκρίνιση του νεαρού: «Εννοώ ότι κρατιέστε πολύ καλά, είστε πολύ ωραία στις φωτογραφίες σας»!

Ακολούθησε ένας άλλος «φίλος» από κάποιο νησί, που με ρώτησε αν γνωρίζω κάποιον παλιό γνωστό του από τα μέρη μας. Είπα πως ίσως το κοίταζα αν έβρισκα λίγο χρόνο. Λίγο αργότερα έλαβα ένα μήνυμά του, δεν θυμάμαι ακριβώς τα λόγια του, με μεμφόταν κατά κάποιο τρόπο για ασυνέπεια και κατέληγε ότι δεν πειράζει, γιατί είχε βρει μέσω της δικτύωσης κάποια πραγματική φίλη (και δική μου) και μου ανέφερε και το όνομα αυτής, η οποία όπως κατάλαβα κάποια στιγμή με διέγραψε.

Κάποια «φίλη» συχνά μου μιλούσε ειδικά τις βραδινές ώρες, κατά τις οποίες αντιλαμβάνομαι πως πολλοί από μας έχουν λίγο χρόνο για τη δικτύωση. Απαντούσα, επειδή, αν τα στοιχεία της και οι φωτογραφίες της ήταν αληθινές, μου είχε φανεί ως μια νέα κοπέλα που βρισκόταν σε σύγχυση. Λόγω επαγγέλματος αλλά και ιδιοσυγκρασίας, είμαι ευαίσθητη στο θέμα παιδιών και νέων, και προσπαθούσα να την κατανοήσω και όσο μπορεί κανείς κάτω από τέτοιες συνθήκες, να τη στηρίξω. Όμως όλοι οι διάλογοι κάποια στιγμή τελειώνουν ή πρέπει να τελειώνουν. «Γιατί δεν απαντάς;;;;» ήταν η φράση που βρήκα την άλλη μέρα στα εισερχόμενα. Έδωσα την απάντηση, αλλά η κοπέλα κοινοποίησε ένα σχόλιο, όχι εντελώς άδικο, κατά τη γνώμη μου, ότι είμαστε ψεύτες και υποκριτές στο φέισμπουκ, δεν μας αντέχει, και κατέβασε το προφίλ της…

Κάποιος άλλος, όταν τον ευχαρίστησα για τα καλά του λόγια για τη δουλειά μου, τονίζοντας ωστόσο ότι είμαι πολυάσχολη και δεν έχω πολύ χρόνο ούτε όρεξη για ον λάιν συζητήσεις, δεν παρέλειψε να με ειρωνευτεί πως όλοι είναι πολυάσχολοι σήμερα και να μη νομίζω ότι μόνο εγώ είμαι…

Θα ήμουν άδικη και αγνώμων, ιδιότητες που σε καμία περίπτωση δεν με χαρακτηρίζουν, αν δεν τόνιζα πόση χαρά μού χάρισε το facebook, εφόσον γνώρισα κάμποσους καινούργιους φίλους, αλλά και επανασυνδέθηκα με πολλούς παλιούς μετά από πολύ καιρό, και επικοινωνώ εύκολα και γρήγορα με τα αγαπημένα μου πρόσωπα στα διάφορα μέρη της Ελλάδας και σ’ όλον τον κόσμο! Ωστόσο, το facebook δεν παύει να αποτελεί έναν μυστήριο, άγνωστο κόσμο, που κάποιες φορές θυμίζει ζούγκλα και μπορεί να γίνει επικίνδυνος…


Είναι μεγάλο το θέμα και θα επανέλθω. Προτού σας αφήσω, θα κλείσω μ’ ένα μικρό περιστατικό, που στάθηκε αφορμή γι’ αυτές τις, πάντα καλοπροαίρετες, σκέψεις:

 Τελευταία, συζητούσαμε με δυο καλές μου φίλες, για κάποιον κοινό γνωστό μας, ο οποίος αν και ο ίδιος είχε ζητήσει τη φιλία μου, όταν με συνάντησε κάπου στο κέντρο της πόλης μας, αντί να με χαιρετήσει, έκανε πως δεν με είδε, και άλλαξε κατεύθυνση! Τότε η μία εκ των δύο φιλενάδων που αρνείται παντελώς το facebook, είπε ειρωνικά: 
«Πολύ δυνατές οι φιλίες του facebook Εκεί, κοιταχτήκαμε, γελάσαμε, αλλά πέσαμε και σε περίσκεψη…


Βρείτε την Αγγελική Μπούλιαρη εδώ:
Find Angeliki Bouliari here: 


Παρασκευή 20 Απριλίου 2012

ΕΝΑ ΠΡΩΙ, ΕΝΑΣ ΠΛΑΣΙΕ...

Το πρώτο μου χειρόγραφο ανασύρθηκε σήμερα, τυχαία και απρόσμενα, από κάποιο ντουλάπι. Χτυπημένο στην πρώτη μου γραφομηχανή OLYMPIA, δεν μπορούσε παρά να είναι αφιερωμένο στη μεγάλη μου αγάπη, το Βιβλίο!


ΣΥΝΤΟΜΟ ΠΕΡΑΣΜΑ

Μου συμβαίνει πολύ συχνά να σκέφτομαι την περασμένη μου ζωή, αναπολώντας, όχι τα μεγάλα γεγονότα, τα συνταρακτικά, αυτά που με σημάδεψαν ή με ενθουσίασαν ή με προσγείωσαν απότομα ή τέλος πάντων, αυτά για τα οποία συνήθως λέμε με δυο λόγια, ίσως μνησίκακοι και αποφασισμένοι, "δεν θα το ξεχάσω ποτέ". Αλλά κάποια άλλα γεγονότα μικρά, σκονισμένα από την ασημαντότητα και τη λησμονιά, πολύ μα πολύ καθημερινά. Γεγονότα αποκλειστικά για μένα, που οι άλλοι τα είδαν με την άκρη του ματιού τους, όπως βλέπουμε κάθε πρωί τη γωνία του δρόμου βγαίνοντας από το σπίτι μας για να πάμε στη δουλειά. Κι ακόμα μου συμβαίνει τακτικά να σκέφτομαι το πέρασμα. Το δικό μου από τη ζωή των άλλων και των άλλων από τη ζωή τη δική μου.
Και πολλές φορές απορώ και εκπλήσσομαι, αλλά και γοητεύομαι και συναρπάζομαι με το πόσο ανυποψίαστοι για το ρόλο που παίζουμε στη ζωή κάποιου άλλου, περνάμε ανέμελα, αδιάφορα, ίσως ανεύθυνα, απαλά ή σκληρά από τη δική του ζωή.

Γι' αυτό, λοιπόν, θα 'θελα να σας μιλήσω τώρα, για το γοητευτικό, σύντομο πέρασμα ενός περαστικού από τη δική μου ζωή. Το περιστατικό που θα σας διηγηθώ θα μας πάει πολύ μακριά στο παρελθόν, σ' ένα κεφάλαιο ιδιαίτερης προσοχής για τον καθένα, θα μας ταξιδέψει στην ομίχλη της παιδικής ηλικίας...


Ήμουν κοντά έντεκα χρόνων τότε. Κι ήταν το πρωινό μιας συνηθισμένης μέρας. Ο πατέρας έλειπε στη δουλειά, η μητέρα μαγείρευε, κι εγώ έπαιζα στην αυλή, περιμένοντας να έρθει η ώρα για να πάω απογευματινή στο σχολείο. Αυτοί ήταν οι ρόλοι μας τότε, κι εμείς ένα ακόμα αντίγραφο του παραδοσιακού πρότυπου, έτσι κι εγώ έπαιζα, ξέροντας πως θα ερχόταν η μέρα να κάνω με τη σειρά μου δουλειές μέχρι να βαρεθεί η ψυχή μου. Βρισκόμουνα στον παιχνιδένιο μου κόσμο, όταν άκουσα τη βαριά, σιδερένια εξώπορτα να τρίζει, σημάδι πως κάποιος έμπαινε. Στάθηκα κοιτώντας προς τα κει, και είδα να εμφανίζεται ένας άντρας ψηλός και μεγάλος στην ηλικία, για μένα που ήμουν μικρή και κοντή και με κούραζε πολύ να τεντώνω το κεφάλι μου προς τα πάνω και πίσω για να κοιτάζω κατάματα τους μεγάλους. Κρατούσε ένα χαρτοκιβώτιο κάτω από τη μασχάλη του. Δεν τον ήξερα. Ήταν γελαστός και με ρώτησε που ήταν η μαμά μου. Έβαλα μια φωνή, "μαμά", χωρίς να κουνηθώ από τη θέση μου. Πράγματι, βγήκε η μητέρα και μόλις αντικρυστήκανε, ευχαρίστηση, χαιρετισμοί και γέλια, και ακολούθησε διάλογος. "Εδώ μένεις;" "Ναι. Και συ πότε ήρθες στην Αθήνα;" "Τώρα τελευταία. Παντρεύτηκα και κάνω τον πλασιέ βιβλίων προσωρινά." "Κάθισε να σε κεράσω!" Και άλλα τέτοια.



Του έφερε καρέκλα και κάθισε πλάι στο τραπεζάκι της αυλής μας, ακουμπώντας το χαρτοκιβώτιο κάτω. Ήρθε το καφεδάκι, έπιασαν την κουβέντα με τη μητέρα, κι εγώ άκουγα με κρυμμένη περιέργεια ασχολούμενη με τα σοσόνια μου. Μιλούσαν για πράγματα δικά τους που δεν παρουσίαζαν ενδιαφέρον για μένα, κι απ' όλα όσα λέγανε δυο πράγματα μου μείνανε, ένα που κατάλαβα κι ένα που δεν κατάλαβα. Το πρώτο ότι ήταν συγγενής της μητέρας και το δεύτερο ότι ήταν πλασιέ, λέξη που δεν είχα ιδέα τι σήμαινε.
Τέλος, έφτασε η ώρα να φύγει, οπότε ανοίγει το κουτί και βγάζει ένα βιβλίο με πράσινο δερμάτινο εξώφυλλο. Μου το χάριζε, έτσι για τη χαρά που ένιωσε απ' αυτό το τυχαίο συναπάντημα.




Μόλις ο άντρας έφυγε, έτρεξα, άρπαξα το βιβλίο κι άρχισα να το ξεφυλλίζω με βιασύνη, περιέργεια, μα και χαρά! Μέχρι τότε το διάβασμά μου ήταν τα παραμύθια του Δαρεμά και του Παπαδημητρίου, παραμύθια του Άντερσεν και των αδερφών Γκριμ, τα Κλασικά Εικονογραφημένα και τα φωτορομάντζα εβδομαδιαίου περιοδικού που μου είχαν γνωρίσει τον Ρωμαίο και την Ιουλιέτα καθώς και την Κυρία με τις Καμέλιες. Δεν είχε καθόλου φωτογραφίες, γι' αυτό στην αρχή δεν μ' άρεσε. Φαίνεται όμως πως είχα αρχίσει να ωριμάζω κι έτσι ξεπέρασα το εμπόδιο κι έπεσα με τα μούτρα στο διάβασμά του.
Μ' άρεσε πολύ ο τρόπος που μιλούσαν οι ήρωες του βιβλίου με κοφτές σύντομες φράσεις, μ' άρεσε ο έρωτας που ωρίμασε στις καρδιές τους μέσα στον πόλεμο, δεν μ' άρεσε μόνο το ότι η ηρωίδα πέθαινε στην προτελευταία σελίδα, αλλά και πάλι βρήκα γοητευτικό το τέλος του: Η ηρωίδα έχει πεθάνει, κι ο ήρωας, αφού τους διώχνει όλους και μένει για λίγο μαζί της, νιώθει σαν να λέει 'αντίο' σ' ένα άγαλμα. Τότε φεύγει από το νοσοκομείο για να γυρίσει στο ξενοδοχείο του περπατώντας μέσα στη βροχή. Τέλος.


Μ' άρεσε τόσο πολύ εκείνο το βιβλίο, ώστε μετά συνέχισα με άλλα και με άλλα βιβλία, και μια από τις μεγάλες μου απολαύσεις της εποχής εκείνης ήταν όταν έφευγαν όλοι από το σπίτι κι εγώ έμενα μόνη και ήσυχη για να διαβάσω ό,τι και όσο ήθελα, χωρίς συμβουλές του τύπου "πρώτα το σχολείο!"
Το ευγνωμονώ και του έχω δώσει ξεχωριστή θέση στην καρδιά μου, επειδή άνοιξε για μένα "ένα θαυμαστό, καινούργιο κόσμο", τον κόσμο των βιβλίων. Έναν κόσμο που υπάρχει ακόμα για να με συντροφεύει, να με γαληνεύει, να με παρηγορεί, να με ενθαρρύνει, να μου χαρίζει γνώση και να με κάνει να μη νιώθω μόνη και χαμένη ...στο διάστημα.
Με αίσθημα ευγνωμοσύνης θυμάμαι, επίσης, εκείνον τον μακρινό συγγενή, τον αγράμματο συγχωριανό, που κατέβηκε στην πόλη, για να κάνει την τύχη του κάνοντας τον πλασιέ, πέφτοντας πάνω μας και χαρίζοντάς μας αυτό το βιβλίο, του οποίου θα σας πω τον τίτλο, έτσι, για να σας φύγει η περιέργεια, αν δεν το έχετε κιόλας καταλάβει. Ήταν ο "Αποχαιρετισμός στα Όπλα", του Έρνεστ Χεμινγουέη.



 Γι' αυτό, λοιπόν, μια που δεν μπορούμε να γνωρίζουμε την ακριβή επίδρασή μας πάνω στους άλλους, ας μιλάμε κι ας φερόμαστε με αγάπη και υπευθυνότητα σε κάθε περίσταση, κι επειδή αυτό ίσως είναι κάπως δύσκολο, τουλάχιστον ας χαρίζουμε κάποιο βιβλίο. Ποτέ δεν ξέρει κανείς τι μπορεί να προκύψει. Ακόμα κι ένα ταλέντο... σαν το δικό μου!




Υ.Γ. Σας ευχαριστώ που μοιραστήκατε αυτό το κείμενο μαζί μου!




Δευτέρα 28 Νοεμβρίου 2011

ΕΝΑ ΔΩΜΑΤΙΟ ΔΙΚΟ ΜΟΥ ΓΙΑ ΝΑ ΓΡΑΦΩ

Καλώς Ορίσατε!


Περάστε ελεύθερα!
Οι φύλακες κοιμούνται...

Ας αρχίσουμε από τα παραμύθια...

Ήλιος και Σελήνη,
φως και σκοτάδι,
αρσενικό και θηλυκό
(Χειροποίητη μάσκα από τη Βενετία)

Ραμπιτρανάθ Ταγκόρ, Σαιντ Εξυπερύ, Χάινριχ Μπελ
αλλά και Τζόαν Χάρις και Σόφι Κινσέλλα

Παλιές εγκυκλοπαίδειες, περιοδικά, CD,
κι άλλα βιβλία, φωτογραφίες και γούρια

Η δεύτερη και πιο συχνά χρειαζούμενη
από τις τρεις βιβλιοθήκες

Τζαίημς Ντην, Αψέντι από Βερολίνο, "Υπερφύση",
Βούδας από πανηγύρι και κρύσταλλοι από Βραζιλία

Λεξικά, λεξικά, λεξικά...
κι ένας Γκάρφιλντ δώρο

Ρολόι από παλαιοπωλείο στα Καλάβρυτα,
πορσελάνινες γατούλες (ολόιδιες με τις πραγματικές μου)
από pet shop στη Βενετία

Παλιά γραφομηχανή με γατούλα
και ημερολόγιο με Μπριτζίτ Μπαρντό 

Η καλύτερη παρέα ενός συγγραφέα...

Ξύλινος κάδος για τα περιοδικά,
ζωγραφισμένος στο χέρι,
από παλαιοπωλείο στην Κόρινθο
Πίσω από την καρέκλα της συγγραφέα,
αγαπημένοι πίνακες ατενίζουν
από το απέναντι παράθυρο
το πράσινο του κήπου και το γαλάζιο της θάλασσας
(Πίνακες: Δήμητρα Αργυράκη)
Ο Έρωτας από το Μόλυβο προσπαθεί να γοητεύσει
τη Γοργόνα από το Πήλιο, και
η Μούσα από τη Μονεμβασιά συνοδεύει την αφιέρωση
για τη γιορτή της Μητέρας...

Το ράφι της αγάπης!
Νεράιδες, ξωτικά και άλλα αντικείμενα
και δώρα από αγαπημένους

(Φωτογραφίες:
Ναταλία Αργυράκη -
Αγγελική Μπούλιαρη)

Πέμπτη 20 Οκτωβρίου 2011

ΠΩΣ ΤΑ ΚΑΤΑΦΕΡΑΝ;



Πώς το κατάφεραν αυτό
που μέχρι χτες αδύνατο φαινόταν;
Να μας στερήσουν από κείνα
τα σημαντικά που λέγαμε περήφανα
πως δεν μπορεί το χρήμα ν' αγοράσει;
Πίστη κι ελπίδα να ληστέψουν...


(Ιούνιος 2010)


Βρείτε την Αγγελική Μπούλιαρη και τα βιβλία της εδώ:

http://www.anemosekdotiki.gr/pezografia/egw-agapw-auth-kapnizei.html












Πέμπτη 17 Φεβρουαρίου 2011

Ο ΚΑΘΡΕΦΤΗΣ ΚΑΙ ΟΙ ΑΛΛΟΙ


Υπάρχουν κάποιες ερωτήσεις που κάνουν συχνά οι δημοσιογράφοι σε διάφορες γνωστές ή διάσημες, όπως τις λέμε τώρα, προσωπικότητες. (Κάποτε διάσημος σήμαινε διεθνής και αξιόλογη καριέρα).
Μέσα σ΄αυτές είναι: "Ποιο είναι το μεγαλύτερο ελάττωμά σου;"
Εκεί συχνά ο ερωτώμενος απαντάει μ' ένα γενικά θεωρούμενο προτέρημα του χαρακτήρα του. Για παράδειγμα, "η γενναιοδωρία", (έτσι αφήνει υπόνοιες ότι τον εκμεταλλεύονται), ή "η ειλικρίνεια" (κι εδώ πάλι αφήνει υπόνοιες ότι πληρώνει το θάρρος της ειλικρίνειάς του χάνοντας φιλίες και συνεργασίες).

Σπάνια ακούω-διαβάζω ότι κάποιος είπε: "Βρίζω. Όταν θυμώνω, κατεβάζω καντήλια. Λέω ψέματα. Τεμπελιάζω. Σιχαίνομαι την καθαριότητα. Είμαι φιλοχρήματος/η. Είμαι εγωκεντρικός/ή. Ξεχνάω τους άλλους".
(Τις παραπάνω ιδιότητες και αντιδράσεις, φυσικά, μπορεί να τις έχει ο οποιοσδήποτε από μας, λίγο-πολύ, απλά τώρα εννοούμε ότι υπάρχουν σε μεγάλο βαθμό ή δεν τιθασεύονται).

Μετά υπάρχει μια άλλη ερώτηση: "Τι σε φοβίζει;"
Κι εδώ, πάλι, ο ερωτώμενος συνήθως στρέφεται προς τους άλλους και απαντάει:
"Η κακία, η οργή, ο πόλεμος, η αδιαφορία", και άλλα.
(Ο ίδιος μπορεί να είναι πολεμοκάπηλος ή αμοραλιστής ή αδιάφορος προς συγγενείς και φίλους, κι όμως λέει ότι τον φοβίζουν ακριβώς αυτά...)

Τι θέλω να πω;
Όχι, ότι όταν μας ρωτάνε κάτι τέτοιο, όλοι ψάχνουμε -και καλά κάνουμε- τον καλύτερο εαυτό μας, και παρουσιάζουμε, συνειδητά ή ασυνείδητα, μια ωραία και συμπαθητική εικόνα του...
Όχι, δεν θέλω να πω αυτό, ή τουλάχιστον όχι μόνο αυτό...

Όταν ήμουν λιγότερο ώριμη απ' όσο είμαι σήμερα, άκουγα τους ψυχολόγους, ψυχαναλυτές, ψυχοθεραπευτές και λοιπούς της ψυχής ειδικούς, να λένε ότι "Οι άλλοι είναι ο καθρέφτης μας" και δυσκολευόμουν να το εννοήσω. Πώς είναι ο καθρέφτης μας, δηλαδή; Πώς γίνεται να είμαστε ίδιοι; 





Με τον καιρό όμως, νομίζω πως κατάφερα να βρω μια άκρη:
Οι άλλοι και αυτά που αντιπαθούμε ή φοβόμαστε σ' αυτούς, είναι ένας καθρέφτης που μας δίνει την ευκαιρία να κοιταχτούμε εμείς οι ίδιοι με προσοχή και να δούμε μήπως αυτά τα ενοχλητικά συναισθήματά μας πηγάζουν από μας πρώτα απ' όλα.
Είναι μια ευκαιρία να κάνουμε την αυτοκριτική μας, την αυτογνωσία μας. Είναι μια ευκαιρία να αναρωτηθούμε: Μήπως κάνουμε ό,τι κι εκείνοι; Μήπως κάνουμε αυτά που δεν θέλουμε να μας κάνουν; Μήπως λέμε αυτά που δεν θέλουμε να μας πουν; Μήπως φερόμαστε όπως μας πληγώνει να μας φέρονται;

Γιατί, πολλές φορές νομίζουμε ότι είμαστε διαφορετικοί, ξεχωριστοί, εντελώς ανόμοιοι με τους άλλους, "εμείς ποτέ δεν θα το κάναμε αυτό"... Κι όμως, είμαστε όλοι άνθρωποι και συχνά μια λεπτή τρίχα μόνο μας χωρίζει από το να φερθούμε σαν κι εκείνους, να γίνουμε ένα μαζί τους. Αρκεί μια ελάχιστη μετατόπιση και βρεθήκαμε εκεί, ανάμεσά τους, μαζί τους, ίδιοι τους...

Μια φορά, όταν τα παιδιά μου ήταν μικρά, τα μάλωσα άσχημα. Όταν πήγα στο μπάνιο να ρίξω νερό στο πρόσωπό μου, κοιτάχτηκα στον καθρέφτη. Κι εκεί, είδα τη... μητέρα μου!