Δευτέρα 13 Αυγούστου 2012

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΣΤΗ ΝΑΤΑΛΙΑ ΑΡΓΥΡΑΚΗ


"Η συγγραφή δεν ήταν ποτέ χόμπι για μένα"

Φωτογραφία: Harris Christopoulos

Η συγγραφέας του βιβλίου Εγώ αγαπώ, αυτή καπνίζει (κυκλοφορεί από την Άνεμος Εκδοτική) αποκαλύπτει τις ανάγκες της σύγχρονης γυναίκας μετά τα 40 χρόνια της, τα πρότυπα & τις επιρροές της, τις "θυσίες" που απαιτεί η συγγραφή, αλλά και τη σχέση των Social Media με την επιτυχία ενός βιβλίου.
- - - - - - - - - - - - -

Οι ιστορίες σου στο βιβλίο «Εγώ αγαπώ, αυτή καπνίζει», έχουν ως σημείο αναφοράς τη γυναίκα και τις ανάγκες, τις επιθυμίες ή τα απωθημένα της. Τι έχει, λοιπόν, περισσότερο ανάγκη μία γυναίκα μετά τα 40 χρόνια της;
Έχει ανάγκη να μην ξεχνούν ότι πάνω από όλα είναι άνθρωπος και γυναίκα και έχει ανάγκη την αγάπη, αλλά και το φλερτ και τον έρωτα. Να μην την θεωρούν δεδομένη και ρομπότ, υποχρεωμένο να εκτελεί με απόλυτη ακρίβεια μία ατέλειωτη σειρά από καθήκοντα. Να μην την υποχρεώνουν να χωρίζει τη ζωή της σε δύο περιόδους: πΤ (προ Τέκνων) και μΤ (μετά τα Τέκνα).

Η τελευταία ιστορία (Ο δράκος της πανσελήνου) είναι ένα παραμύθι για μεγάλους. Υπάρχουν τρόποι να διατηρήσουμε το παραμύθι στη ζωή μας μεγαλώνοντας; 

Πολλοί τρόποι! Κατ’ αρχήν, να μένουμε κοντά στα παιδιά. Να εξακολουθούμε να διαβάζουμε παραμύθια. Να κάνουμε όνειρα. Να κάνουμε ταξίδια. Και πάνω από όλα, να ξαναγυρνάμε σε όσα αγαπήσαμε και διδαχτήκαμε ως παιδιά.


Σε μία τόσο δύσκολη για όλους εποχή, και ειδικά για το χώρο του βιβλίου, πού βρήκες τη δύναμη να κυνηγήσεις μία θέση στα βιβλιοπωλεία και γενικά, τη Λογοτεχνία;

Εν μέσω όλων των αντιξοοτήτων, η ζωή και η τέχνη (πρέπει να) συνεχίζονται. Η Τέχνη στηρίζει τον άνθρωπο, τον ενδυναμώνει και τον ανυψώνει. Όσο για τη δύναμη, τι να πω, προς έκπληξή μου, παρά την ευαισθησία μου, μέχρι τώρα πάντα έχω ένα απόθεμα δύναμης για τα δύσκολα που με βοηθάει να «ανασύρω τα βυθισμένα παλιά μου όνειρα στην επιφάνεια και να τα επιστρέφω στο φως και στη ζωή».

Είχες γυναικεία πρότυπα στη ζωή και την Τέχνη και αν ναι, ποια ήταν;

Στη ζωή, το πρώτο μου πρότυπο ήταν η μητέρα μου, την οποία χαρακτήριζε μία ιδιαίτερη αγωνιστικότητα, χάρη στην οποία –αν και δεν πήγε ποτέ σχολείο- έμαθε μόνη της να γράφει και να διαβάζει, έτσι ώστε σήμερα όχι μόνο να παρακολουθεί τα γραπτά μου, αλλά να εκφέρει και κριτική άποψη. Θυμάμαι, επίσης, με ιδιαίτερη αγάπη τη φιλόλογό μου στο Γυμνάσιο, γιατί με εντυπωσίασε με τον τρόπο που προσέγγιζε τους μαθητές και τα κείμενα. Στην τέχνη, η Τζέιν Όστιν, η Βιρτζίνια Γουλφ, η Αγκάθα Κρίστι, η Φρανσουάζ Σαγκάν, η Σιμόν ντε Μποβουάρ και η Μάργκαρετ Άτγουντ. Από τις Ελληνίδες, η Μαρία Πολυδούρη και η Λιλή Ζωγράφου.


Και αντρικά;

Ο Έρνεστ Χέμινγουαίη που υπήρξε ο πρώτος συγγραφέας που διάβασα, ο Όσκαρ Ουάιλντ, ο Αλμπέρ Καμύ, ο Αντουάν ντε Σαιντ Εξυπερύ και ο Κάφκα. Άλλες προσωπικότητες που με επηρέασαν ήταν ο Μαχάτμα Γκάντι και ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ.  


 Στο blog σου (www.the-yellow-buses.blogspot.com) αναφέρεις ότι η αγάπη σου για το βιβλίο ξεκίνησε από την πολύ παιδική σου ηλικία.  
Μάλλον γεννήθηκα με αυτή την αγάπη. Θέλω να πω, στο σπίτι δεν είχαμε βιβλιοθήκη, δεν υπήρχε κανείς να μας συστήσει ένα βιβλίο, ούτε να μας το φέρει ως δώρο. Ούτε είχαμε την οικονομική δυνατότητα να αγοράσουμε βιβλία. Όμως, από τη Β Δημοτικού, διάβαζα οποιοδήποτε έντυπο έβρισκα μπροστά μου. Διάβασα καθημερινά εφημερίδα κι ας μην καταλάβαινα, τα εβδομαδιαία οικογενειακά περιοδικά Ο Θησαυρός ή το Ντομινό, με τα φωτορομάντζα των οποίων γνώρισα αρκετά κλασικά έργα, όπως η Κυρία με τας Καμελίας και ο Ρωμαίος και η Ιουλιέτα.  Διάβαζα ακόμη και αθλητικά περιοδικά, Μίκι Μάους και Κλασικά Εικονογραφημένα.


Ναταλία και Αγγελική στην πρώτη παρουσίαση του βιβλίου, στο Paul's στο Λουυτράκι.

Πότε έγραψες την πρώτη σου ιστορία και ποιο ήταν το θέμα της;
Το πρώτο πράγμα που έγραψα ήταν ένα ποίημα στην Δ΄ Δημοτικού με θέμα τη φύση και η πρώτη ιστορία που έγραψα ήταν στα 14 μου για έναν παράξενο μοναχικό δυστυχισμένο ψαρά που χάθηκε ένα βράδυ με παλίρροια. Μόνο αυτό θυμάμαι.


Ποιο είναι το αγαπημένο σου βιβλίο σήμερα;
Είναι δύσκολη ερώτηση αυτή γιατί είναι πολλά τα βιβλία που αγαπώ. Αν εννοείτε ποιο με έχει εντυπωσιάσει τελευταία, θα ανέφερα το Πρέπει να μιλήσουμε για τον Κέβιν της Λάιονελ Σράιβερ και Ο Τυφλός Δολοφόνος της αγαπημένης μου Μάργκαρετ Άτγουντ.

Πότε αποφάσισες να περάσεις στο επόμενο στάδιο και να μοιραστείς το χόμπι σου με τους πολλούς;

Η συγγραφή δεν υπήρξε ποτέ χόμπι για μένα. Από τα 12 χρόνια μου ήξερα ότι ήθελα να γίνω συγγραφέας και να δω τα βιβλία μου στις βιτρίνες των βιβλιοπωλείων. Φυσικά, η ζωή έβαλε άλλες προτεραιότητες κι έτσι αποφάσισα να κάνω αυτή τη στροφή και να ασχοληθώ αποκλειστικά με το βιβλίο το 2001 οπότε και παραιτήθηκα από την υπηρεσία μου ως καθηγήτρια.

Aν ισχύει ότι κάθε μορφή Τέχνης απαιτεί θυσίες, ποιες ήταν οι δικές σου, προκειμένου να κάνεις το όνειρό σου πραγματικότητά;

Πρακτικές θυσίες: λιγότερος ύπνος και μεγαλύτερη ταχύτητα στη διεκπεραίωση άλλων υποχρεώσεων, άρα και εξοικονόμηση χρόνου, λιγότερη διασκέδαση και λιγότερος χρόνος με τους φίλους (από τους φίλους μπορώ να ‘κόψω’, από την οικογένεια όχι).

Η οικογένεια, Γρηγόρης-Αγγελική, Σταυρούλα, Ναταλία, Δήμητρα

Από πού αντλείς έμπνευση στην καθημερινότητά σου;
Από τη ζωή γύρω μου αλλά και μέσα μου. Από τον τρόπο που με επηρεάζει η πραγματικότητα.

Στις ιστορίες σου ακόμη και το χιούμορ, έχει μια μελαγχολική ματιά. Μελαγχολείς; Γελάς; Συγκινείσαι; Τι σε χαρακτηρίζει περισσότερο;
Θα έλεγα ότι μάλλον είμαι μελαγχολική, ωστόσο εκτιμώ τη σωστή αίσθηση του χιούμορ και γελάω συχνά. Επίσης, συγκινούμαι εύκολα. Έχω κλάψει στην όπερα, στον κινηματογράφο, και μπροστά σε έναν πίνακα του Βαν Γκογκ στην Εθνική Πινακοθήκη. Έχω κλάψει για κάτι που είδα στο δρόμο ή άκουσα. Μπορώ να κλάψω και από έναν καλό λόγο που θα ακούσω ή ένα δωράκι-έκπληξη. Με συγκινεί και η Τέχνη και η ζωή. 

Απομόνωση, καθημερινός προγραμματισμός, υποστήριξη, τύχη. Τι από αυτά είναι περισσότερο απαραίτητο για τη συγγραφή και την έκδοση ενός βιβλίου;
Όλα χρειάζονται! Η απομόνωση και ο προγραμματισμός εξαρτώνται από μένα, ως συγγραφέα και τα άλλα δύο, είναι.. τύχη! Θα έλεγα, λοιπόν, ότι το περισσότερο απαραίτητο είναι το πείσμα!


Ανήκεις στις συγγραφείς που αντιμετώπισαν δυσκολίες μέχρι το βιβλίο τους να φτάσει στα «κατάλληλα» εκδοτικά χέρια και να βρεθεί από το συρτάρι στο τυπογραφείο;

Ναι, πολλές δυσκολίες! Κάποιες από αυτές οφείλονταν στο κάπως αφελές του χαρακτήρα μου, αλλά και την άγνοιά μου για το χώρο, καθώς επίσης και την πεποίθηση ότι ο δημιουργός αφοσιώνεται μόνο στο έργο του και είναι υπεράνω πρακτικών θεμάτων. Σκέφτομαι μάλιστα, να γράψω την ιστορία ενός βιβλίου που πέρασε τέτοιες περιπέτειες μέχρι να βγει στο φως!

Η καλλιτεχνική σου φύση ήταν εκείνη που έπαιξε ρόλο στη μετακόμισή σου από την Αθήνα στο Λουτράκι;
Θα έλεγα ναι, εφόσον μέσα σε αυτή την καλλιτεχνική, όπως λέτε, φύση, εμπερικλείεται και μια μεγάλη αγάπη προς τη Φύση.  



Η Αγγελική αγαπάει τη Φύση και τη φωτογραφία.


Πώς συνδυάζεται το πρόγραμμα μίας μοναχικής συγγραφέως με αυτό μίας πολύτεκνης μητέρας και κοινωνικής γυναίκας;
Με τις θυσίες και τα τεχνάσματα που προαναφέραμε, από πρακτική άποψη. Τώρα, αν υπονοείτε ότι υπάρχει μια κάποια αντίφαση σ’ αυτούς τους ρόλους, έχω να πω ότι ποτέ δεν μου άρεσε να βρίσκομαι «εκτός», να παρατηρώ τη ζωή από μακριά και να γράφω. Ήθελα να είμαι μέσα στη ζωή, να αντιμετωπίζω τα δύσκολα και μετά να γράφω. Δεν ήθελα, δηλαδή, να είμαι η στοχαστική διανοούμενη εκ του μακρόθεν. Ήθελα να δρω και μετά να στοχάζομαι και να γράφω.

Στον ελεύθερο χρόνο σου, τι θα σε βρούμε να κάνεις;
Στον πραγματικά ελεύθερο χρόνο μου; Ταξιδεύω. Για την ακρίβεια, δεν περιμένω να βρω ελεύθερο χρόνο για να ταξιδέψω, απλά προγραμματίζω τα ταξίδια, κι έτσι εξ’ ανάγκης βρίσκω ελεύθερο χρόνο!   

Στο Juan Les Pins, στη Γαλλική Ριβιέρα, στον αγαπημένο της Hemingway.. (Μάιος 2012)

Ασχολείσαι με το διαδίκτυο και τα social Media; Πιστεύεις ότι οι Δημόσιες Σχέσεις είναι απαραίτητες για την επιτυχία ενός βιβλίου;
Ασχολούμαι με το διαδίκτυο, όσο χρειάζεται και χωρίς υπερβολή. Δημιούργησα το blog μου, γιατί ήταν μία ιδέα που μου άρεσε, και όχι με μοναδικό σκοπό να προωθήσω τη δουλειά μου. Οι δημόσιες σχέσεις είναι απαραίτητες σήμερα και για το βιβλίο, όπως και για κάθε άλλο «προϊόν», δεν είναι όμως, πιστεύω, καθοριστικές για την επιτυχία του. Σίγουρα, όμως, θα προτιμούσα να το αναλάβει κάποιος άλλος αυτό το κομμάτι για λογαριασμό μου!  


Η συνέντευξη δόθηκε στη Ναταλία Αργυράκη, με αφορμή την έκδοση του τρίτου βιβλίου της συγγραφέα, με τίτλο "Εγώ αγαπώ, αυτή καπνίζει", από την "Άνεμος Εκδοτική"
Τη συνέντευξη μπορείτε να διαβάσετε και εδώ: 
http://the-red-studio.blogspot.gr/2012/08/blog-post_13.html


Βρείτε την Αγγελική Μπούλιαρη και τα βιβλία της εδώ:


Κυριακή 15 Ιουλίου 2012

Ο ΜΑΡΙΟΣ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ ΓΙΑ ΤΟ "ΕΓΩ ΑΓΑΠΩ ΑΥΤΗ ΚΑΠΝΙΖΕΙ"

ΕΓΩ ΑΓΑΠΩ, ΑΥΤΗ ΚΑΠΝΙΖΕΙ 
Πρώτη παρουσίαση του βιβλίου
της Αγγελικής Μπούλιαρη, από την Άνεμος Εκδοτική
Paul's - Παραλία Λουτρακίου - 12 Ιουλίου 2012

Ο Μάριος Παπαγεωργίου μιλάει για το βιβλίο και την Αγγελική

Την  Αγγελική την γνώρισα  πριν πολλά  πολλά  χρόνια, νεοδιορισμένη   καθηγήτρια Αγγλικών. Ήταν μια μάλλον μαζεμένη νεαρή, πιθανόν και λίγο τρομοκρατημένη από τους αγριεμένους έφηβους που είχε απέναντί της, και οι οποίοι το μόνο που ήθελαν ήταν να τελειώνουν με το σχολείο όσο το δυνατόν γρηγορότερα.

Δεν κρατήσαμε κάποια επαφή τότε. Την γνώρισα καλύτερα, χρόνια μετά, λόγω της συζύγου μου, της Μαρίας, η οποία θεωρεί την Αγγελική σαν την αγαπημένη της καθηγήτρια. Μιλήσαμε αρκετά, έμαθα τι πίστευε για την ζωή, τη φιλία, τους ανθρώπους. Γνώριζα ότι στο παρελθόν έγραφε, αλλά δεν είχα δει δείγματα της γραφής της, έως τη στιγμή που δημοσιεύθηκε το πρώτο της βιβλίο, «Πόσο λαμπερός ο ήλιος, πόσο κίτρινα τα τρόλεϊ». Το διάβασα με ενδιαφέρον και ένοιωσα την πολύχρωμη δέσμη των συναισθημάτων που οι ήρωές της είχαν βιώσει.

Το δεύτερο βιβλίο της, « Η αγάπη φυλαχτό», ήταν το ίδιο όμορφο και ενδιαφέρον με το πρώτο, και το διάβασα μονορούφι.

Το τρίτο της βιβλίο, «Εγώ αγαπώ, αυτή καπνίζει», είναι ίσως και το ωριμότερό της. Τα διηγήματα που περιέχει αντικατοπτρίζουν σκέψεις και επιθυμίες, κρυφούς, ανομολόγητους και πιθανόν ανολοκλήρωτους έρωτες και διλήμματα ζωής, τα οποία βασανίζουν τις ηρωίδες και τους ήρωες  των ιστοριών της, ενώ ο φόβος και το πάθος είναι μερικά από τα συναισθήματα που τους διακατέχουν.

Για πρώτη φορά, ίσως, στο έργο της υπάρχει τόσο έντονο το χιούμορ, που δίνει έναν τόνο πιο ανάλαφρο, χωρίς όμως να αφαιρεί καθόλου το δραματικό στοιχείο από αυτό, και χωρίς να μετατρέπει τους ήρωές της σε καρικατούρες, απλά τους κάνει πολύ πιο ανθρώπινους , γήινους και πιο προσιτούς στον αναγνώστη.

Το μοτίβο κοινό σε όλες τις ιστορίες. Γυναίκες μέσης ηλικίας, μητέρες και σύζυγοι, παλεύουν να ξαναβρούν τον εαυτό τους, τα όνειρά τους, μια δεύτερη ευκαιρία που πιστεύουν ότι δικαιούνται. Ίσως, ένας άνδρας δεν είναι και ο καταλληλότερος να μιλήσει για αυτές. Οι άντρες σύζυγοι είτε είναι απόντες, είτε αντιπροσωπεύουν τις δυνάμεις της αντίδρασης στις αλλαγές. Μόνοι παρόντες είναι οι άντρες φίλοι ή οι άντρες εραστές.

Η πρώτη ιστορία είναι η δραματικότερη όλων, κυρίως επειδή πραγματεύεται την απώλεια, όχι μόνο ως το τέλος της ύπαρξης ενός ανθρώπου, αλλά επειδή πραγματεύεται την απώλεια δυο σχέσεων, ενός έρωτα ο οποίος ποτέ δεν πραγματοποιήθηκε ανάμεσα στην ηρωίδα και τον φίλο της τον Αχιλλέα, όσο και ενός έρωτα ο οποίος δεν ολοκληρώθηκε ανάμεσα στην ηρωίδα και τον Δημήτρη. Από το ημερολόγιο που κρατά η ηρωίδα, καταλαβαίνει κανείς πόσο βασανίζεται από το δίλημμα, εάν έκανε καλά που προτίμησε το χρυσό κλουβί της εύκολης ζωής που της προσέφερε ένας γάμος συμβιβασμού -ο σύζυγός της ο Νάσος- ή εάν έπρεπε να έχει επιλέξει τον πραγματικό έρωτά της, τον Δημήτρη.

Η προσπάθειά της να ξαναζήσει αυτό που άφησε χρόνια πριν πίσω της- τον έρωτα με τον Δημήτρη- να βρει την λύτρωση ή ένα κλείσιμο, ήταν μια μάλλον απεγνωσμένη προσπάθεια να πιάσει το νήμα της ζωής της και πάλι, αν και η αλήθεια είναι ότι δεν μπορείς να ζήσεις στα 45 αυτό που δεν θέλησες ή δεν μπόρεσες  να χαρείς στα 25. Το πραγματικό θύμα της ιστορίας, όμως, είναι ο Αχιλλέας. Αυτός που προσπάθησε να την συγκρατήσει, να της συμπαρασταθεί, να την λογικέψει, και ενώ είναι ερωτευμένος μαζί της, γνωρίζει ότι δεν μπορεί να την έχει. Ίσως σε αυτόν αναφέρεται η φράση: « Η Άνοιξη έρχεται γι’ αυτόν που ξέρει να περιμένει».

Η δεύτερη ιστορία είναι και η πιο χιουμοριστική. Είναι η περίπτωση μιας γυναίκας που απλά, χωρίς, ίσως, να το θέλει, ζει έναν έρωτα ‘από σπόντα’, θα έλεγε κανείς. Όταν το αντικείμενο του ενδιαφέροντός της δεν ανταποκρίνεται στα σήματα που του στέλνει, ψάχνοντας το γιατί, καταλήγει μετά από την συμβουλή της φίλης της να ρωτά αστρολόγους για να βρει τον λόγο. Αυτό οδηγεί σε κωμικές περιπέτειες και στην αποκάλυψη ότι ο έρωτας, τελικά, έρχεται όταν και από εκεί που δεν το φαντάζεσαι.

Η τρίτη ιστορία είναι μια ιστορία που παρόμοιες έχουμε διαβάσει σαν ειδήσεις στις εφημερίδες αρκετές φορές. Η προσπάθεια μιας γυναίκας να γίνει λίγο πιο επιθυμητή, λίγο περισσότερο γυναίκα, να δει τον εαυτό της με άλλο μάτι, όχι από ματαιοδοξία, αλλά επειδή αισθάνεται ότι αξίζει ένα δώρο έστω και παροδικό, αφού κανείς  άλλος δεν φαίνεται να αναγνωρίζει έστω και λίγο τις προσπάθειές της ως συζύγου και μητέρας. Πιάνεται όμως στην παγίδα επιτήδειων απατεώνων που εκμεταλλεύονται την ανάγκη της αυτή με καταστροφικά αποτελέσματα. Μπλέκεται σε έναν ιστό ψεμάτων και εξαπάτησης από τον οποίο δεν μπορεί να βγει παρά μόνο πληγωμένη.

Η τέταρτη ιστορία αφορά τα αδιέξοδα που αντιμετωπίζουν τα ζευγάρια, κυρίως σήμερα, τα οποία μερικές φορές εξαντλούν τις προσπάθειές τους για επικοινωνία, παλεύοντας για το τηλεκοντρόλ της τηλεόρασης  και το αγαπημένο τους κανάλι στον καναπέ του καθιστικού, και το πώς αφήνεται μια σχέση να φθαρεί ανεπανόρθωτα, αφού θεωρούμε πολλές φορές τον/την σύντροφό μας δεδομένο/η. Και στο τέλος αυτός/αυτή καταλήγει να αποτελεί στοιχείο της διακόσμησης ενός σπιτιού και όχι μέρος της ζωής μας.

Η τελευταία ιστορία είναι ιστορία ελπίδας. Η ηρωίδα παλεύει με τους δικούς της δαίμονες σε μια τελματωμένη σχέση, για να ανακαλύψει, μέσω μιας αλληγορίας, ότι πάντα υπάρχει χώρος και χρόνος για την πραγματοποίηση των ονείρων, παρ’ όλες τις αντιξοότητες, την αδιαφορία και την επιτίμηση από τον σύντροφό της για τις ικανότητές της και την αξία της. Ένα μάθημα ζωής, ότι τα όνειρα μόνο ίσως αναβάλλονται,  δεν ακυρώνονται όμως ποτέ.

Κλείνοντας, θα ήθελα να επαναλάβω αυτό που της είχε πει ο άνδρας της, ο Γρηγόρης, όταν στην αρχή και η ίδια η Αγγελική αναρωτιόταν εάν ήταν καλή σαν συγγραφέας και αν άξιζε: Θυμάμαι ότι της είχε πει « Ότι είναι τυχερή που μπορεί να εκφραστεί γράφοντας, επειδή για κάθε άνθρωπο που εκφράζεται με τη συγγραφή, υπάρχουν χιλιάδες άλλοι οι οποίοι δεν μπορούν να αρθρώσουν λέξη».

Για την Αγγελική ελπίζω δύο πράγματα: Ότι θα συνεχίσει να γράφει, όπως έχει γράψει ως τώρα, σκύβοντας πάνω από τους ήρωες της με αγάπη, και ότι οι ιστορικοί της λογοτεχνίας του μέλλοντος θα της δώσουν την θέση που της αξίζει.

Μάριος Παπαγεωργίου

Σάββατο 14 Ιουλίου 2012

Η ΒΙΒΙΑΝ ΦΟΡΤΗ ΜΙΛΑΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΚΑΙ ΤΗΝ Κα ΜΠΟΥΛΙΑΡΗ


ΕΓΩ ΑΓΑΠΩ ΑΥΤΗ ΚΑΠΝΙΖΕΙ - Πρώτη παρουσίαση του βιβλίου 
της Αγγελικής Μπούλιαρη, από την Άνεμος Εκδοτική
Paul’s - Παραλία Λουτρακίου - 12 Ιουλίου 2012

Η Βίβιαν Φόρτη μιλάει για την Αγγελική και την Κυρία Μπούλιαρη


Σήμερα  έχω τη μεγάλη  τιμή να σας μιλήσω για την κυρία Μπούλιαρη. Όμως έχω και την τεράστια χαρά  να σας μιλήσω για την Αγγελική.
Η κυρία Μπούλιαρη…
Η κυρία Μπούλιαρη μπήκε μια ημέρα, αρχή σχολικής χρονιάς στην τάξη μας. Ήταν δεκαετία του '80. Όλες είχαμε τρελά μαλλιά και φορούσαμε μπλούζες που άφηναν ακάλυπτο τον ένα ώμο και σακάκια με μεγάλες βάτες. Εκτός σχολείου, εννοείται. Όταν βλέπω  φωτογραφίες εκείνης της εποχής, τρελαίνομαι με την άποψη που είχαμε όλες για τη μόδα. Όλες;  Χμ, αυτό δεν ίσχυε για την κυρία Μπούλιαρη. Εκείνη ακόμα και μέσα σε αυτή την τρελή, απαράδεκτη μόδα ήταν ένα fashion icon… Απλά υπέροχη!
 Τα κορίτσια λατρέψαμε το στυλ της, τα αγόρια, πάλι, επειδή ήταν φανερό το νεαρό της ηλικίας της, θεώρησαν ότι θα γινόταν ένα εύκολο θύμα για τις αθώες πλάκες της εποχής της αθωότητας. Σύντομα καταλάβαμε την πλάνη μας και οι μεν και οι δε!

Διότι, ναι, όντως, τα κορίτσια την λατρέψαμε. Όχι όμως για το υπέροχο στυλ της, αυτό δεν το προσέχαμε και τόσο πια.  Η γοητευτική προσωπικότητά της και η ακτινοβόλα καλοσύνη που εξέπεμπε,  σύντομα επισκίασαν όλα τα υπόλοιπα.
Τα αγόρια…την πάτησαν άσχημα! Γιατί κάτω από το γλυκό χαμόγελο και τα ήρεμα μάτια κρυβόταν μία δυναμική και έντονη προσωπικότητα που δεν άφηνε περιθώρια για ανοησίες μέσα στην τάξη.
Κι έτσι και οι δύο ομάδες την  λατρεύαμε. Χαιρόμασταν να κάνουμε μάθημα μαζί της, την θέλαμε να μας συνοδεύει στις εκδρομές. Επειδή ήταν δίκαιη, γλυκιά, σεμνή και αυστηρή, με τον τρόπο που μόνο οι καλοί καθηγητές μπορούν να είναι. Ποτέ δεν ύψωνε τον τόνο της φωνής. Ένα βλέμμα αρκούσε.
Και πάνω από όλα ΜΑΣ ΜΑΘΑΙΝΕ ΑΓΓΛΙΚΑ. Ναι, το έζησα και αυτό. Την εποχή που κανείς δεν ήξερε για βιωματική διδασκαλία και κανείς δεν είχε ακούσει για ενδιαφέροντα υλικά διδασκαλίας, η κυρία Μπούλιαρη λάμβανε  μέρος σε κάθε σεμινάριο που αφορούσε την αγγλική γλώσσα και τη διδακτική-μεθοδολογία, στην Ελλάδα αλλά και στο εξωτερικό, και κάθε Σεπτέμβριο διέθετε ένα με δύο μισθούς για μια γενναία εξόρμηση στα Βιβλιοπωλεία ξενόγλωσσων βιβλίων, για να αγοράσει βιβλία και κασέτες με ασκήσεις γραμματικής, με ευχάριστες ιστορίες και τραγούδια, ενώ παράλληλα ηχογραφούσε κασέτες από την προσωπική της  δισκοθήκη.
Μιλούσαμε Αγγλικά εντός και εκτός τάξης! Ασύλληπτο για την εποχή!
Όμως δεν μας έμαθε μόνο αγγλικά. Μας έδωσε, επίσης, δύο σημαντικότατα μαθήματα ζωής:
Πρώτον: Ποτέ δεν είναι αργά για μία καινούρια αρχή.
Δεύτερον: Να εξαντλείτε τις δυνατότητές σας.
 Αυτά κράτησα σαν πολύτιμα μαθήματα από την Κα Μπούλιαρη.
 Και τα χρόνια πέρασαν, έγινα κι εγώ καθηγήτρια και κατά τη διάρκεια μιας πραγματικά κουραστικής περιόδου,  έπεσε στα χέρια μου ένα βιβλίο που με τράβηξε αρχικά σαν τίτλος και σαν εξώφυλλο. 
«Πόσο λαμπερός ο ήλιος, πόσο κίτρινα τα τρόλεϊ», Μάρτιος 2005
Κι έπειτα πρόσεξα το όνομα της συγγραφέως: Αγγελική Μπούλιαρη-Αργυράκη
Κι έτσι ξεκίνησε η γνωριμία μου με την Αγγελική…
 Διάβασα το βιβλίο και μαγεύτηκα. Για το αισιόδοξο μήνυμά του, για την αγάπη και τη ζεστασιά που απέπνεε. «Ποτέ δεν είναι αργά για μία καινούρια αρχή» την άκουσα σχεδόν να μας το ψιθυρίζει, μέσα σε μία φωτεινή, γεμάτη  τάξη, να μας το εμπιστεύεται σαν πολύτιμο φυλαχτό για την  μετέπειτα πορεία μας.
Το βιβλίο πήρε το βραβείο Σύγχρονου Ελληνικού Μυθιστορήματος. Ήταν μία δικαίωση… 
Βλέπετε, η Αγγελική άρχισε να γράφει στα δέκα. Στα δώδεκα της ζητήθηκε να γράψει τι θέλει να γίνει όταν μεγαλώσει. Αντί εκθέσεως έγραψε ένα διήγημα για μία κοπέλα που έγραφε κι έγραφε ασταμάτητα, έσκιζε τις σελίδες , τις τσαλάκωνε, τις πετούσε, και λίγο αργότερα,  περπατώντας σ’ έναν κεντρικό δρόμο είδε το πρώτο της αστυνομικό μυθιστόρημα στις προθήκες ενός βιβλιοπωλείου. Αυτό ήθελε να γίνει.
Έβλεπε όνειρα και τα παιδικά αυτά όνειρα τα έκανε ποιήματα:
«Ακόμα και στο όνειρο η χαρά βιαστική» έγραψε σε ένα χαρτί στα δώδεκα ξυπνώντας από ένα όνειρο. Ξέρω πώς είναι τα δωδεκάχρονα. Ζω με δωδεκάχρονα όλη μου τη ζωή.  ΔΕΝ γράφουν ποιήματα! Δεν γίνεται αυτό… Όμως μιλάμε για την Αγγελική.
Και μετά  ήρθε «Η αγάπη φυλαχτό», το 2006. Ένα βιβλίο δυνατό, γεμάτο εικόνες και αγάπη. Ποτέ δεν είναι αργά για μία καινούρια αρχή, μού ψιθύρισε ξανά η Κα Μπούλιαρη.
Ακόμα μία φορά πρωτοπόρος, πριν γίνει μόδα και καραμέλα η «δια βίου μάθηση»,  δεν σταμάτησε να μορφώνεται αληθινά ‘διά βίου’.
Σπούδασε λογοτεχνική μετάφραση και πήρε το δίπλωμά της από το Βρετανικό συμβούλιο, παρακολούθησε σεμινάριο δημιουργικής γραφής-μυθιστορήματος στο ΕΚΕΒΙ, σεμινάριο μετάφρασης παιδικού βιβλίου, σεμινάριο για το έντυπο και ηλεκτρονικό βιβλίο. Στη συνέχεια παρακολούθησε με επιτυχία μαθήματα για τη χρήση ηλεκτρονικού υπολογιστή και σπούδασε την Ιταλική γλώσσα που λατρεύει, αποκτώντας το δίπλωμα Celi 3. Και πάει λέγοντας...
«Μη θάβετε το τάλαντο που σας έδωσε ο θεός», μας έλεγε τότε, και η ίδια το έκανε πράξη. 
Τώρα ανοίγει τα φτερά της, για να πετάξει ακόμα πιο μακριά με αυτό το βιβλίο.
«Πώς λέγεται το καινούριο σου βιβλίο;» την ρώτησα
Μου έριξε ένα παιχνιδιάρικο παιδικό βλέμμα και μου απάντησε:
«Εγώ αγαπώ, αυτή καπνίζει».
«Με ποιον εκδότη;»
«Άνεμος», απάντησε.
Πόσο ταιριαστό!
Λάτρεψα τον τίτλο, λάτρεψα το εξώφυλλο όταν το πρωτοείδα, λάτρεψα και το βιβλίο. Το διάβασα μέσα σε μία μέρα. Έξι ιστορίες που με έκαναν να νιώσω σχεδόν τα πάντα… Έκλαψα, γέλασα, θύμωσα, ευχαριστήθηκα. Αισθάνθηκα λύπη για τις ηρωίδες αλλά και τη χαρά της δικαίωσής τους. Όλα αυτά σε διακόσιες σελίδες μόνο. Απίστευτο! Διαβάζω ασταμάτητα από τότε που έμαθα να διαβάζω. Ξέρω τι σας λέω. Δεν γίνεται αυτό, όχι τόσο έντονα, όχι σε τέτοιο μικρό αριθμό σελίδων.
Η Αγγελική όμως τα κατάφερε. Ίσως επειδή είναι ένα πλάσμα σπάνιο, όπως ο μικρός τραυματίας  δρακούλης του τελευταίου διηγήματος του βιβλίου της. Ένα πλάσμα ευαίσθητο, γλυκό και ταλαντούχο. Μοιράζει απλόχερα την αγάπη με την ίδια φυσικότητα με την οποία στην δεκαετία του ’80 μοίραζε τη γνώση. Έχει τα ίδια όμορφα μάτια, μόνο που τώρα είναι πιο σοφά, πιο συνειδητοποιημένα. Εξακολουθεί να είναι fashion icon και εμείς γύρω της εξακολουθούμε να μην το προσέχουμε πολύ, επειδή υπάρχουν άλλα πολύ πιο σημαντικά να δούμε…
Τότε την λάτρευα με τον τρόπο που λατρεύουν τα κοριτσόπουλα τις όμορφες νεαρές κυρίες, ειδικά αν έχουν την τύχη να είναι καθηγήτριές τους.
Τώρα… Τώρα την αγαπώ!

Βίβιαν Φόρτη